Στο «κόκκινο» βρίσκονται τα πολιτικά δικαστήρια της χώρας, αφού το μέγεθος της ύλης που καλούνται να βγάλουν εις πέρας τα τελευταία χρόνια είναι εξαιρετικά υψηλό.
Μόλις 167.000 αποφάσεις εκδόθηκαν από τα Πρωτοδικεία της χώρας το 2015, ενώ οι εκκρεμείς υποθέσεις ξεπερνούσαν τις 242.000. Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων υπογραμμίζει το αδιέξοδο που υπάρχει, αφού τα δικαστήρια δεν έχουν τη δυνατότητα να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις σε πανελλαδικό επίπεδο, και επισημαίνει την ανάγκη να αντιμετωπισθεί η καθυστέρηση της απονομής της Δικαιοσύνης, «δείχνοντας» προς εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διαφορών.
Συγκεκριμένα, μόνο το 2015 εκδόθηκαν 70.073 αποφάσεις από το Πρωτοδικείο Αθηνών, οι οποίες αντιστοιχούν στο 49,13% των εκκρεμουσών υποθέσεων (167.174 φάκελοι), ενώ στο σύνολο των Πρωτοδικείων της χώρας το αντίστοιχο ποσοστό είναι 69,02%. Σύμφωνα με τη δικαστική ένωση, «δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ικανοποιητική επίδοση λόγω της συγκέντρωσης σε απόλυτες τιμές μεγάλης δικαστηριακής ύλης στο Πρωτοδικείο Αθηνών».
Οπως καταγράφεται, στα Πρωτοδικεία και στα Εφετεία της χώρας οι εκκρεμείς υποθέσεις μειώθηκαν εξαιτίας της οικονομικής κρίσης. Ετσι, στα πρωτοβάθμια δικαστήρια υπήρξαν 246.623 υποθέσεις το 2014 και 242.209 το έτος 2015 (μείωση 1,79%), ενώ στα Εφετεία ο αριθμός από 38.027 μειώθηκε στο 35.768 (μείωση 5,94%).
Ωστόσο, το μέγεθος της ύλης, κατά την ΕΔΕ, εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά υψηλό, ενώ αναμένεται να επιβαρυνθεί ακόμα περισσότερο, αφού ακόμα δεν έχουν συμπεριληφθεί οι υποθέσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν χορηγήσει οι τράπεζες σε επιχειρηματίες. «Ο τραπεζικός παράγοντας, που θα μπορούσε λόγω των καθυστερήσεων των οφειλετών να επιλέξει τη δικαστική οδό, στην παρούσα φάση επιχειρεί να διευθετήσει το πρόβλημα με συναινετικές διαδικασίες και όχι αντιδικίας. Η υπαγωγή τέτοιων υποθέσεων στη λεγόμενη διαδικασία των “κόκκινων δανείων”, όπου ο συμβιβασμός των μερών ελέγχεται και επικυρώνεται από το δικαστήριο, αναμένεται να προκαλέσει αύξηση στα νεοεισερχόμενα δικόγραφα», αναφέρει η Ενωση σε μελέτη-πρότασή της για τη Δικαστική Μεσολάβηση.
Αντίστοιχα, ο όγκος των εκκρεμών πολιτικών υποθέσεων στο Πρωτοδικείο και στο Εφετείο Αθήνας φαίνεται να μειώθηκε, καθώς τα έτη 2013-2014 ήταν 13,59%, δηλαδή σε μεγαλύτερο ποσοστό από αυτό της Επικράτειας, ενώ για τα έτη 2014-2015 η μείωση ήταν οριακά μικρότερη (1,16%). Μάλιστα, στο Εφετείο της Αθήνας ο ρυθμός μείωσης ήταν για τη διετία 2013-2014 σχεδόν τριπλάσιος σε σχέση με την επικράτεια, με ποσοστό 9,39%, και για το διάστημα 2014-2015 4,58%, δηλαδή μικρότερος κατά 1,36% σε σχέση με το σύνολο των Εφετείων της χώρας. Τα εν λόγω στατιστικά στοιχεία οδήγησαν την ΕΔΕ να εκτιμήσει πως «ένα πρώτο συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η οικονομική κρίση των τελευταίων ετών έχει περισσότερες επιπτώσεις στην Αθήνα, όπου και συγκεντρώνεται η περισσότερη οικονομική δραστηριότητα».
Παράλληλα, επισημαίνεται ότι το 2017 το Πρωτοδικείο της Αθήνας δέχθηκε μόλις 24 αιτήσεις για υπαγωγή στη Δικαστική Διαμεσολάβηση, που αποτελεί έναν διαφορετικό τρόπο επίλυσης εργατικών, μισθοδοτικών και άλλων διαφορών. Η ΕΔΕ κάνει λόγο για αποτυχία του θεσμού, που μετρά πέντε χρόνια ζωής, τονίζοντας την ανάγκη να τροποποιηθεί ο ισχύων νόμος (ν. 4055/2012), προκειμένου να αποσυμφορηθούν τα δικαστήρια από ένα μεγάλο μέρος της ύλης τους.
Στη σχετική μελέτη-πρόταση γίνεται αναφορά σε «πενιχρά αποτελέσματα, καθώς μόνο στο Πρωτοδικείο της Αθήνας για το διάστημα 2012-2016 έχει καταγραφεί εξαιρετικά μικρός αριθμός αιτήσεων για υπαγωγή στη Δικαστική Μεσολάβηση και συγκεκριμένα συνολικά 316, ενώ για το τρέχον έτος κατατέθηκαν μόλις 24 αιτήσεις. Από τις περιπτώσεις αυτές, λιγότερο από τις μισές -συνολικά 156- ολοκληρώθηκαν με τη σύνταξη πρακτικού συμβιβασμού (49,37% των αιτήσεων)». Την ίδια στιγμή, «από τα ανεπίσημα στοιχεία προκύπτει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των περιπτώσεων αιτήσεων που κατατέθηκαν αφορούσε σε οικογενειακές διαφορές και ακολούθως εργατικές και μισθωτικές, ενώ υπήρξαν και κάποιες Εμπορικού Δικαίου».
Σημαντικός παράγοντας που συντελεί στη συσσώρευση εκκρεμότητας στα πολιτικά δικαστήρια είναι -κατά την ΕΔΕ- το γεγονός ότι δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί από τον αριθμό των δικαστικών λειτουργών, οι οποίοι στα μέσα του 2016 ανέρχονταν στους 3.012. «Η άμεση αντιμετώπιση της σωρευμένης εκκρεμότητας απαιτεί πολύ μεγάλες αυξήσεις των οργανικών θέσεων ώστε να βελτιωθεί η αποδοτικότητα του συστήματος. Ο διπλασιασμός των οργανικών θέσεων στο Πρωτοδικείο Αθηνών θα μπορούσε να αντιμετωπίσει άμεσα την εκκρεμότητα εντός του έτους, ενώ σε επίπεδο επικράτειας η αύξηση που απαιτείται είναι σχεδόν 50%. Η επιλογή αυτή είναι μη εφαρμόσιμη είτε για λόγους σκοπιμότητας είτε για λόγους έλλειψης διαθέσιμων πόρων», υποστηρίζει η μελέτη και καταλήγει: «Ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί αυτός είναι οι εναλλακτικοί τρόποι για την επίλυση των διαφορών ώστε τα δικαστήρια να απασχολούνται τελικά με τον όγκο εκείνων των υποθέσεων που αναπόφευκτα πρέπει να οδηγηθούν ενώπιόν τους».