Τα εποπτικά κόστη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων έχουν αυξηθείκατά 50% – Αμφιβολίες για τα επίπεδα διαφάνειας των ελέγχωνκαι της αξιολόγησης εκφράζουν τραπεζικά στελέχη
O έλεγχος των τραπεζών από τον Ευρωπαϊκό Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) έχει αυξήσει τα κόστη εποπτείας κατά 50% και παράλληλα έχει αυξήσει τον όγκο δουλειάς των τραπεζικών στελεχών. Η πλειοψηφία των τραπεζικών στελεχών θεωρεί ότι η εποπτική τους σχέση με τον SSM είναι αρκετά καλή αλλά ταυτόχρονα αφήνουν αιχμές σχετικά με τα επίπεδα διαφάνειας όσον αφορά το αποτέλεσμα της διαδικασίας εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης.
Τα παραπάνω είναι τα βασικά συμπεράσματα της ετήσιας έκθεσης «Banking Union Supervision Survey» της Deloitte που μεταφέρει τις εμπειρίες στελεχών 45 τραπεζικών ιδρυμάτων από 13 χώρες της ευρωζώνης αναφορικά με τον Ευρωπαϊκό Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM), τις αλλαγές στο τραπεζικό ρυθμιστικό τοπίο και τον αντίκτυπο της εποπτικής διαδικασίας στη λειτουργία των τραπεζών. Συγκεκριμένα, περισσότεροι από τους μισούς από τους συμμετέχοντες στην έρευνα διακρίνουν πάνω από 50% αύξηση στο ετήσιο εποπτικό κόστος που βαραίνει τα τραπεζικά ιδρύματα που λαμβάνουν μέρος στη διαδικασία, με το μεγαλύτερο μέρος αυτών να προκύπτει από επενδύσεις σε τομείς όπως η διακυβέρνηση και η εύρεση και διαχείριση δεδομένων, ενώ φαίνεται ότι η ικανότητα των τραπεζών να ανταποκριθούν στις εποπτικές απαιτήσεις έχει επιδεινωθεί. Οπως τονίζεται στην έρευνα, υπάρχουν επίσης σημαντικά περιθώρια βελτίωσης όσον αφορά τη θέσπιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για την εποπτεία σε όλη την ευρωζώνη.
Αναφορικά με τις σχέσεις των τραπεζιτών με την εποπτεία, το 60% δηλώνει ευχαριστημένο ή πολύ ευχαριστημένο, ωστόσο σύμφωνα με τους συμμετέχοντες, περιθώρια βελτίωσης υπάρχουν στον συντονισμό και στα χρονοδιαγράμματα που διέπουν τη διαδικασία, καθώς και στη σαφήνεια της επικοινωνίας μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών.
Σε ό,τι αφορά τους επιτόπιους ελέγχους που διενεργούνται μέσω της εποπτικής διαδικασίας στα τραπεζικά ιδρύματα, η συντριπτική πλειοψηφία των τραπεζών φέρεται να είναι πολύ καλά προετοιμασμένη, ωστόσο, όπως τονίζεται από τους συμμετέχοντες στην έρευνα, απαιτείται βελτίωση από πλευράς των εποπτικών αρχών στο θέμα της οργάνωσης των ελέγχων, με στόχο την έγκαιρη ανεύρεση των κατάλληλων πόρων. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο σχετικός οδηγός που δημοσιεύθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μετά τη διενέργεια της έρευνας αναμένεται να βοηθήσει αρκετά τη διαδικασία.
Παράλληλα, η έρευνα εξετάζει την άποψη των συμμετεχόντων αναφορικά με τη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (SREP). Οπως αναφέρεται, παρά τις θετικές εξελίξεις στο κομμάτι των εποπτικών σχέσεων μεταξύ τραπεζών και εποπτικών αρχών, οι συμμετέχοντες στην έρευνα αναφέρουν ότι υπάρχει έλλειψη διαφάνειας σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα της διαδικασίας εποπτείας και αξιολόγησης καθώς και μεγάλη αβεβαιότητα για το εποπτικό επιχειρηματικό μοντέλο.
Τέλος, σύμφωνα με τα στελέχη των τραπεζών, η συνεχής πτώση των επιτοκίων είναι με διαφορά ο σημαντικότερος παράγοντας που επηρεάζει το επιχειρηματικό μοντέλο των τραπεζών, οι οποίες αναπόφευκτα εστιάζουν σε κερδοφόρα προϊόντα και εξορθολογισμό του κόστους με στόχο να αυξήσουν σταδιακά την κερδοφορία τους.