Το όγδοο υψηλότερο ποσοστό επισιτιστικής ανασφάλειας, δηλαδή μη επαρκούς πρόσβασης σε ικανές ποσότητες ασφαλών και θρεπτικών τροφίμων, μεταξύ 30 ευρωπαϊκών χωρών παρουσίασε η Ελλάδα το 2015. Την ίδια ώρα, ωστόσο, η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύ υψηλή θέση, και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο, σε ό,τι αφορά τη σπατάλη τροφίμων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) με θέμα «Η Τράπεζα Τροφίμων ως μέσο αντιμετώπισης της επισιτιστικής ένδειας στην Ελλάδα», η οποία παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση την Τρίτη, 24 Οκτωβρίου, εκτιμάται ότι το 2015 αντιμετώπιζαν στην Ελλάδα επισιτιστική ανασφάλεια 1,4 εκατ. άτομα, δηλαδή το 12,9% του πληθυσμού, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη ήταν την ίδια χρονιά 7,3%. Το μεγαλύτερο ποσοστό επισιτιστικής ανασφάλειας στην Ελλάδα καταγράφηκε το 2012, καθώς αντιμέτωπο με την ανεπάρκεια τροφίμων βρισκόταν το 14,2% του πληθυσμού. Για να αντιληφθεί κάποιος τον συσχετισμό με την οικονομική κρίση, αξίζει να σημειωθεί ότι το 2008 επισιτιστική ανασφάλεια αντιμετώπιζε το 7,1% του πληθυσμού, ποσοστό χαμηλότερο από τον τότε μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Πολύ πιο έντονο είναι το πρόβλημα της επισιτιστικής ανασφάλειας στις πολύτεκνες οικογένειες. Περίπου ένα στα πέντε νοικοκυριά στην Ελλάδα με δύο ενηλίκους και τρία ή περισσότερα παιδιά έχει ελλιπή πρόσβαση σε επαρκείς ποσότητες τροφίμων. Το ποσοστό σε αυτήν την κατηγορία νοικοκυριών έφτασε στο 27,1% το 2012.
Το πρόβλημα της επισιτιστικής ένδειας μπορεί, βεβαίως, να αντιμετωπισθεί με επιπλέον πόρους. Η Ελλάδα για την περίοδο 2014-2020 προβλέπεται να λάβει 281 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους – ΤΕΒΑ και μαζί με την εθνική συμμετοχή, το ύψος του σχετικού επιχειρησιακού προγράμματος της χώρας ανέρχεται σε 331 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων το 83,5% (276 εκατ. ευρώ) προσδιορίζεται για επισιτιστική συνδρομή. Η αξιοποίηση των πόρων από το ΤΕΒΑ, ωστόσο, έχει καθυστερήσει σημαντικά στην Ελλάδα, όπου το πρόγραμμα υλοποιείται κυρίως από τις δημοτικές αρχές της χώρας. Τα πρώτα δύο έτη της επταετούς περιόδου εγκρίθηκε μόλις το 0,8% των δαπανών του προγράμματος και καταβλήθηκε σε δικαιούχους που υλοποιούν δράσεις μόλις το 0,7% του συνολικού προϋπολογισμού.
Ο άλλος τρόπος καταπολέμησης του προβλήματος είναι ο περιορισμός της σπατάλης τροφίμων. Με βάση τη μεθοδολογία και τα στοιχεία του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) υπολογίζεται ότι το 5,1% της παραγωγής τροφίμων στην Ελλάδα το 2013 αποτέλεσε βρώσιμο πλεόνασμα. Αυτό το ποσοστό είναι υπερδιπλάσιο σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρώπης το συγκεκριμένο έτος (2,3%), υψηλότερο σε σχέση και με τον παγκόσμιο μέσο όρο (4,5%). Ανάμεσα στα 28 κράτη-μέλη της Ε.Ε. υπολογίζεται ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην πέμπτη χειρότερη θέση με βάση το ποσοστό της παραγωγής τροφίμων που αποτελεί βρώσιμο πλεόνασμα και στην τέταρτη χειρότερη θέση σε όρους σπατάλης τροφίμων ανά άτομο (με 196 κιλά τον χρόνο ανά άτομο το 2013).