ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Από τις διατάξεις των άρθρων 513, 522, 534, 535, 537 και 540 ΑΚ, όπως τα τρία τελευταία έχουν αντικατασταθεί με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 3043/2002, προκύπτει ότι ο αγοραστής, στις περιπτώσεις που υφίσταται ευθύνη του πωλητή για πραγματικό ελάττωμα ή για έλλειψη συνομολογημένης ιδιότητας, δικαιούται, κατ’ επιλογή του, είτε να απαιτήσει, χωρίς επιβάρυνσή του, τη διόρθωση ή την αντικατάσταση του πράγματος με άλλο, εκτός εάν μια τέτοια ενέργεια είναι αδύνατη ή απαιτεί δυσανάλογες δαπάνες, είτε να μειώσει το τίμημα, είτε να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση, εκτός εάν πρόκειται για επουσιώδες πραγματικό ελάττωμα. Το δικαίωμα υπαναχώρησης από τη σύμβαση της πώλησης, είναι διαπλαστικό δικαίωμα, ασκείται κατ’ αρχήν άτυπα, με μονομερή δήλωση του δικαιούχου προς τον αντισυμβαλλόμενο, αλλά και με εξώδικη δήλωση, αγωγή, ανταγωγή, ένσταση, αλλά και με συμφωνία των μερών, ενεργεί αναδρομικά και επιφέρει απόσβεση των αμοιβαίων υποχρεώσεων εξαρχής (άρθρα 389 επ. ΑΚ).
– Από τις διατάξεις των άρθρων 554 και 555 εδ. α’ ΑΚ προκύπτει, ότι τα δικαιώματα του αγοραστή λόγω πραγματικού ελαττώματος ή έλλειψης συνομολογημένης ιδιότητας παραγράφονται μετά την πάροδο πέντε ετών για τα ακίνητα και δύο ετών για τα κινητά, ενώ η παραγραφή αρχίζει από την παράδοση του πράγματος στον αγοραστή, ακόμη και αν ο αγοραστής ανακάλυψε το ελάττωμα ή την έλλειψη της ιδιότητας αργότερα. Έτσι, στις περιπτώσεις που ο αγοραστής ασκεί δικαίωμα υπαναχώρησης ή μείωσης του τιμήματος (όχι με αγωγή αλλά) με εξώδικη δήλωση, είναι υποχρεωμένος να απευθύνει αυτή τη δήλωση στον πωλητή μέσα στην προθεσμία του άρθρου 554 ΑΚ. Η σκοπούμενη διάπλαση θα επέλθει βέβαια τότε, εφόσον ο αγοραστής είχε πραγματικά το αντίστοιχο δικαίωμα, πράγμα που σε περίπτωση αμφισβήτησης εκ μέρους του πωλητή θα κριθεί από το δικαστήριο ύστερα από σχετική αγωγή του αγοραστή (αναγνωριστική ή καταψηφιστική) ή του πωλητή (αναγνωριστική), οι οποίες μπορούν να ασκηθούν και αφού παρέλθει η προθεσμία του άρθρου 554 ΑΚ. Αντιθέτως, στην περίπτωση που ο αγοραστής ασκεί το δικαίωμα της υπαναχώρησης ή της μείωσης του τιμήματος με αγωγή, η αγωγή αυτή πρέπει να ασκηθεί μέσα στην πενταετία για τα ακίνητα και τη διετία για τα κινητά του άρθρου 554 ΑΚ. Κατά δε το άρθρο 558 του ίδιου κώδικα, ο αγοραστής, μπορεί και μετά τη συμπλήρωση του χρόνου της παραγραφής να ασκήσει με ένσταση τα εξ αιτίας του ελαττώματος ή της ελλείψεως συνομολογημένης ιδιότητας δικαιώματά του, εφόσον εντός του χρόνου της παραγραφής ειδοποίησε τον πωλητή γι’ αυτό. Εφόσον, λοιπόν, συντρέχει η προϋπόθεση της εμπρόθεσμης ειδοποίησης, ο αγοραστής έχει δικαίωμα να ασκήσει, αλλά μόνο κατ’ ένσταση, χωρίς χρονικό πλέον περιορισμό, κάθε δικαίωμα που έχει λόγω της υπάρξεως ελαττώματος ή ελλείψεως κάποιας από τις συμφωνηθείσες ιδιότητες. Η ειδοποίηση που προβλέπει η ΑΚ 558 πρέπει να είναι ειδική και ορισμένη, θα πρέπει δηλαδή να καθορίζεται σ’ αυτή το συγκεκριμένο ελάττωμα ή η έλλειψη της ιδιότητας (ή ενδεχομένως τα περισσότερα ελαττώματα ή ελλείψεις) που εμφανίζει το πωληθέν και να συνάγεται από αυτήν, έστω και συμπερασματικά ότι ο αγοραστής επιφυλάσσεται να ασκήσει τα δικαιώματά του. Μια αόριστη ειδοποίηση του αγοραστή προς τον πωλητή ότι το πωληθέν έχει ελαττώματα και ελλείψεις θα δημιουργούσε αβεβαιότητα στον πωλητή, πράγμα που θα αντέβαινε στο σκοπό της ΑΚ 558. Η ειδοποίηση αυτή αποτελεί μονομερή δήλωση του αγοραστή, από τη λήψη της οποίας εξαρτά ο νόμος ορισμένο έννoμo αποτέλεσμα, μπορεί δε να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο, ακόμη και σιωπηρά και δεν απαιτεί ορισμένο τύπο. Έτσι, ως ειδοποίηση, κατά την έννοια του άρθρου 558 ΑΚ, μπορεί να εκτιμηθεί, στα πλαίσια άσκησης (μετά το χρόνο παραγραφής του άρθρου 554 ΑΚ), με ένσταση, του δικαιώματος υπαναχώρησης του αγοραστή, εναγόμενου για την καταβολή του τιμήματος και η γενόμενη, μέσα στην πενταετία ή διετία, αντίστοιχα, του άρθρου 554 ΑΚ, εξώδικη δήλωση υπαναχώρησης που δεν έγινε αποδεκτή από τον πωλητή και δεν αποτέλεσε το κύρος της αντικείμενο σχετικής δίκης, εφόσον διαλάμβανε επίκληση συγκεκριμένων πραγματικών ελαττωμάτων ή έλλειψη συγκεκριμένων συνομολογημένων ιδιοτήτων.