Στην αφετηρία ενός νέου εικοσαετούς ανοδικού κύκλου βρίσκεται ο κόσμος, λένε οι αναλυτές– Από τα $1,75 τρισ. εφέτος αναμένεται να φθάσουν την ερχόμενη 10ετία στα $2,41 τρισ.
Αύξηση 3,2% στην περιοχή των 1,75 τρισ. δολαρίων αναμένεται να σημειώσουν οι παγκόσμιες αμυντικές δαπάνες το 2017 σύμφωνα με την ADS, που μελετά τους αμυντικούς προϋπολογισμούς 95 χωρών με δαπάνες άνω των 500 εκατ. δολαρίων προβλέποντας μάλιστα πως ως το 2026 το ποσό αυτό θα αυξηθεί στα 2,41 τρισ. δολάρια από 1,686 τρισ. δολάρια το 2016 σύμφωνα με τους υπολογισμούς από το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης (SIPRI).
Υπάρχουν αρκετές συγκρούσεις στον κόσμο για να υποστηριχθούν, εμπορικά, προωθημένα οπλικά συστήματα σε συνδυασμό με νέα αυτόνομα συστήματα, πυραύλων, διαστήματος, κυβερνοχώρου και ηλεκτρονικού πολέμου, αλλά και άλλων τεχνολογιών ανέφεραν αναλυτές που παρακολουθούν τις προοπτικές των εταιρειών και των μετοχών των αμυντικών βιομηχανιών, προβλέποντας μάλιστα πως ο κλάδος βρίσκεται στην αφετηρία ενός νέου εικοσαετούς κύκλου αυξανόμενων δαπανών.
Οι αυξανόμενες παγκόσμιες εντάσεις οδήγησαν στην αύξηση της ζήτησης από τη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Ευρώπη, ως την Ασία. Η αύξηση των αμυντικών δαπανών παγκοσμίως είναι εμφανής ειδικά στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), τη Σαουδική Αραβία, τη Νότια Κορέα, την Ιαπωνία, την Ινδία, την Κίνα και τη Ρωσία, ενώ και η νέα κυβέρνηση στις ΗΠΑ κινείται προς αυτή την κατεύθυνση.
Εν τω μεταξύ, στα 4,49 δισ. ευρώ ανήλθαν το 2016 οι αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας σύμφωνα με το SIPRI αντιπροσωπεύοντας το 2,57% του ΑΕΠ της χώρας (174,2 δισ. ευρώ πέρυσι σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ), το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό μετά τις ΗΠΑ και το υψηλότερο στην Ευρώπη για τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ.
Αυτόνομα
Από τις χώρες-μέλη μάλιστα, εκτός από τις ΗΠΑ (3,3%) και την Ελλάδα, μόνο η Γαλλία (2,3%), η Εσθονία (2,1%), η Πολωνία (2%) και η Τουρκία (2% με κάποια ερωτηματικά ως προς την εγκυρότητα) διαθέτουν πάνω από το όριο του 2% του ΑΕΠ της Συμμαχίας για την άμυνά τους. Η νέα κυβέρνηση στις ΗΠΑ έχει επαναφέρει τις ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες στο προσκήνιο, αφού ο εκλεγμένος πρόεδρος ζήτησε από τους Eυρωπαίους να κάνουν περισσότερα για να ενισχύσουν την εσωτερική τους ασφάλεια. Στην Ευρώπη, λένε οι αναλυτές, Μέρκελ και Μακρόν προσανατολίζονται στη μεταρρύθμιση της ΕΕ. Η αρχική εστίαση σε μέτρα τόνωσης κατά πάσα πιθανότητα θα καλύψει τον τομέα της άμυνας, με φόντο την ολοένα και μεγαλύτερη αποδυνάμωση της συμμαχίας του ΝΑΤΟ, αλλά και την αποσταθεροποίηση της συμμαχίας με τις ΗΠΑ, καθώς η πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών περιορίζεται επικίνδυνα.
Ο κύριος στρατιωτικός στόχος του Μακρόν είναι να δώσει στους Ευρωπαίους τη δυνατότητα να δρουν αυτόνομα όταν χρειαστεί, συμπληρώνοντας τον εδαφικό αμυντικό ρόλο του ΝΑΤΟ με μια ευρωπαϊκή ικανότητα επέμβασης στο εξωτερικό, ιδιαίτερα στα νότια της Ευρώπης. Η γαλλική ηγετική θέση στην ασφάλεια σε συνδυασμό με τη γερμανική στην οικονομία, μπορεί να ξαναβάλει «μπροστά», λένε οι αναλυτές, τη γαλλο-γερμανική πολιτική μηχανή, η οποία είναι απαραίτητη για την προώθηση της ΕΕ προς τα εμπρός, αν βέβαια οι ισορροπίες του συνασπισμού της «Τζαμάικα» στη Γερμανία το επιτρέψουν.
Το τέλος των περιορισμών
Εν τω μεταξύ σύμφωνα με τα στοιχεία του SIPRI, το 2016 οι αμυντικές δαπάνες στη Βόρεια Αμερική αυξήθηκαν σε ετήσια βάση για πρώτη φορά μετά το 2010, ενώ οι αντίστοιχες δαπάνες αυξήθηκαν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στη Δυτική Ευρώπη. Οι ΗΠΑ παραμένουν η χώρα με τις υψηλότερες ετήσιες στρατιωτικές δαπάνες στον κόσμο, ενώ η αύξησή τους το περασμένο έτος σηματοδοτεί το τέλος της τάσης για περιορισμό των στρατιωτικών δαπανών, γεγονός που ήταν αποτέλεσμα της οικονομικής κρίσης και της αποχώρησης των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Στη λίστα ακολουθούν η Κίνα, η Ρωσία, η Σαουδική Αραβία και η Ινδία. Από την άλλη πλευρά, τα οικονομικά προβλήματα που σχετίζονται με τις τιμές του πετρελαίου ανάγκασαν τις χώρες που εξάγουν πετρέλαιο να μειώσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες το περασμένο έτος.
Πύραυλοι και υποβρύχια
Σύμφωνα με το SIPRI πάντως, η διακίνηση βαρέων όπλων και οπλικών συστημάτων, όπως πύραυλοι, αεροσκάφη, υποβρύχια, και αντιαεροπορικά συστήματα, βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο από το 1990. Η αύξηση κατά 8,4% του όγκου αγοραπωλησιών οπλικών συστημάτων για την περίοδο 2012-2016 σε σχέση με την προηγούμενη πενταετία οφείλεται στην αυξημένη ζήτηση σε Μέση Ανατολή και Ασία. Σαουδική Αραβία και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, συγκαταλέγονται ανάμεσα στους μεγαλύτερους εισαγωγείς όπλων παγκοσμίως για την πενταετία 2012-2016.
Παράλληλα, αν και ο συνολικός αριθμός των πυρηνικών όπλων ανά τον κόσμο συνεχίζει να μειώνεται, όλες οι χώρες που διαθέτουν πυρηνικά οπλοστάσια είναι σε διαδικασία εκσυγχρονισμού τους. Σύμφωνα με στοιχεία του SIPRI, στις αρχές του 2017, εννιά χώρες (οι ΗΠΑ, η Ρωσία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Κίνα, η Ινδία, το Πακιστάν, το Ισραήλ και η Βόρεια Κορέα) είχαν στην κατοχή τους περίπου 4.150 πυρηνικά όπλα σε επιχειρησιακή ετοιμότητα. Αν μετρηθούν όλες οι πυρηνικές κεφαλές, αυτές οι χώρες μαζί εκτιμάται πως διέθεταν συνολικά 14.935 πυρηνικά όπλα, τη στιγμή που στις αρχές του 2016 ήταν 15.395.
Mεγάλα κέρδη για τις «μετοχές του πολέμου»
Καθώς οι στρατιωτικές δαπάνες αυξάνονται, οι «εταιρείες του πολέμου» που δραστηριοποιούνται στον χώρο της Αμυνας αναμένεται να αποκομίσουν σημαντικά κέρδη, ενώ οι αναλυτές αρκετών επενδυτικών τραπεζών διατηρούν σύσταση «αγοράς» σε αρκετές «μετοχές του πολέμου».
Ο βασικός εργολάβος για την αναβάθμιση του ελληνικού στόλου των F-16, ύψους 2,4 δισ. δολαρίων (ή 1,1 δισ. ευρώ), που συμφώνησαν ΗΠΑ και Ελλάδα, η Lockheed Martin, αν και παραμένει ο παγκόσμιος ηγέτης στην παραγωγή όπλων, είδε την μετοχή της να υποχωρεί μερικώς μετά τη συμφωνία με τη χώρα μας καθώς ανακοίνωσε αποτελέσματα τριμήνου χαμηλότερα των προβλέψεων των αναλυτών.
Συνολικά πάντως αρκετές μετοχές προτείνονται από τις επενδυτικές τράπεζες. Η Deutsche Bank π.χ., διατηρεί από τον κλάδο της Αεροδιαστημικής και της Αμυνας (Aerospace & Defence) σύσταση «αγοράς» για τις μετοχές των BAE Systems Plc, Airbus Group NV, Dassault Aviation, Leonardo Finmeccanica, Thales SA, Barnes Group, The Boeing Company, Huntington Ingalls, L3 Technologies, Lockheed Martin, Northrop Grumman, Raytheon, Curtiss-Wright Corp και TransDigm. Η Credit Suisse από την πλευρά της συστήνει «απόδοση καλύτερη της αγοράς» για τις μετοχές των General Dynamics, L-3 Communications, Orbital ATK, Thales, Boeing, MacDonald- Dettwiler and Associates, Rockwell Collins, Booz Allen Hamilton, CACI και Leidos, ενώ η UBS συστήνει «αγορά» για τις μετοχές των Cobham, Leonardo, Thales, Rheinmetall, Gen. Dynamics και Raytheon.
Οι εταιρείες
Οι κορυφαίες εταιρείες πάντως βάσει αποκλειστικά του τζίρου τους που προέρχεται από τις πωλήσεις του τομέα της Αμυνας σύμφωνα με το SIPRI (Stockholm International Research Institute) είναι κατά σειρά οι αμερικανικές Lockheed Martin Corp., Boeing, BAE Systems, Raytheon, Northrop Grumman Corp. και General Dynamics Corp., ενώ ακολουθεί η ευρωπαϊκή κοινοπραξία της Airbus Group, η θυγατρική της αμερικανικής BAE Systems Inc. (BAE Systems, UK) και η United Technologies Corp. από τις ΗΠΑ. Στη συνέχεια έχουμε την ιταλική Finmeccanica, την αμερικανική L-3 Communications, τη γαλλική Thales, την αμερικανική Huntington Ingalls Industries, τη ρωσική Almaz-Antey, τη γαλλική Safran, την αμερικανική Harris Corp. και τη βρετανική Rolls-Royce. Σύμφωνα επίσης με στοιχεία που συγκέντρωσε πρόσφατα η Deloitte, οι 100 κορυφαίες εταιρείες Αεροδιαστημικής και Αμυνας (A & D) παγκοσμίως είχαν έσοδα 658,7 δισ. δολ. το 2016 σημειώνοντας αύξηση 2,4% σε σχέση με το περασμένο έτος, ενώ η αύξηση των αμυντικών δαπανών οδήγησε και σε άνοδο των εσόδων κατά 2,1% αποκλειστικά από τον τομέα της Αμυνας στα 323,1 δισ. δολ.
Οι τοπ 20 εταιρείες βάσει των ισολογισμών του 2016 ήταν οι Boeing ($94,571 δισ.), Airbus Group ($73,699 δισ.), Lockheed Martin ($47,248 δισ.), General Dynamics ($31,353 δισ.), United Technologies ($28,925 δισ.), GE Aviation ($26,261 δισ.), Northrop Grumman ($24,508 δισ.), BAE Systems ($24,129 δισ.), Raytheon ($24,069 δισ.) και η Safran ($18,247 δισ.).
Ακολουθούν οι Thales ($15,037 δισ.), Leonardo ($13,287 δισ.), Rolls-Royce ($12,150 δισ.), Honeywell Aerospace ($11,696 δισ.), L3 Technologies ($10,511 δισ.), Textron ($9,916 δισ.), Bombardier Aerospace ($8,765 δισ.), Mitsubishi Heavy Industries Aerospace ($8,244 δισ.), Harris Corp. ($7,467 δισ.) και Huntington Ingalls Industries ($7,068 δισ.).