Ενοχη άμεσης συνέργειας σε απάτη, που τελέστηκε στο υποκατάστημα Ρόδου της Λαϊκής Τράπεζας Κύπρου, κρίθηκε χθες, με ελαφρυντικό, σε δύο υποθέσεις που εκδικάστηκαν, η πρώην προϊσταμένη συναλλαγών της τράπεζας, η οποία υπεραμύνθηκε και χθες της αθωότητάς της, υποστηρίζοντας ότι επωμίστηκε την ευθύνη για το σκάνδαλο της παρατραπεζικής δραστηριότητας μετά το θάνατο των πρωταγωνιστών συγκατηγορούμενών της.
Το δικαστήριο της επέβαλε συγκεκριμένα ποινή κάθειρξης 6 ετών στην πρώτη υπόθεση για την οποία είχε καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ποινή κάθειρξης 8 ετών.
Η υπόθεση αφορά στην απόπειρα εξόφλησης δύο τραπεζικών επιταγών εις διαταγήν της εταιρείας INTERINVESTMENT LTD, εκδόσεως της τράπεζας EUROCARRIBEAN BANK ECB, που εδρεύει στη νήσο Ναούρου της Καραϊβικής, ποσού 300.000 δολαρίων εκάστη.
Όπως έχει αποκαλύψει η “δημοκρατική”, η ανωτέρω, αλλά και 2 εκλιπόντες κατηγορήθηκαν για το ό,τι την 2-9-2003 και την 3-9-2003, παρέστησαν ψευδώς στους ταμίες της ως άνω τράπεζας ότι οι 2 τραπεζικές επιταγές, σε διαταγή της εταιρείας, εκδόσεως της τράπεζας EURO CARIBBEAN BANK – ECB, εδρεύουσας στη νήσο Nαούρου της Kαραϊβικής και ποσού 300.000 δολαρίων ήτοι 273.972,60 και 275.735,28 ευρώ αντιστοίχως (σύμφωνα με συναλλαγματική ισοτιμία δολαρίου HΠA και EYPΩ), οι οποίες προσκομίσθηκαν από εκλιπόντα επιχειρηματία με την ιδιότητα του νομίμου κομιστή και τις οποίες εξόφλησε, ήταν πράγματι επιταγές οι οποίες προέρχονταν από υπαρκτή και νομίμως λειτουργούσα τράπεζα στην αλλοδαπή, ενώ γνώριζαν ότι η παραπάνω τράπεζα δεν ήταν πιστωτικό ίδρυμα με την έννοια που απαιτούσε ο νόμος αλλά εταιρεία ευκαιρίας και ότι υπήρχαν σαφείς εντολές της εργοδότριάς του τράπεζας να μην πραγματοποιείται καμιά συναλλαγή με οργανισμούς που εδρεύουν σε χώρες στις οποίες πραγματοποιούνται ύποπτες τραπεζικές συναλλαγές.
Προκειμένου να πείσει τους ταμίες της τράπεζας ότι οι εν λόγω επιταγές ήταν νόμιμες και επομένως πληρωτέες στον δικαιούχο, ο τότε διευθυντής της τράπεζας έστειλε φαξ στην φερομένη ως εκδότρια τράπεζα με το οποίο ζητούσε να επιβεβαιώσει την αυθεντικότητα των υπογραφών που έφεραν οι επιταγές, λαμβάνοντας ως απάντηση, επίσης με φαξ τη δήθεν βεβαίωση της γνησιότητάς τους από το οποίο (ΦAΞ) όμως είχε επιμελώς παραληφθεί ο αριθμός αποστολής, ενώ δεν έφερε και υπογραφή του αρμόδιου υπαλλήλου που να προβαίνει στην ως άνω επιβεβαίωση.
Mε αυτό τον τρόπο τους έπεισε να πιστώσουν τον κοινό λογαριασμό που διατηρούσε ο επιχειρηματίας με τα παραπάνω ποσά των επιταγών και να του καταβάλουν στη συνέχεια τμηματικά το αντίτιμό τους.
-Στην δεύτερη υπόθεση η δίκη ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επαναλήφθηκε μετά από την αναίρεση, προηγούμενης καταδικαστικής.
Η κατηγορούμενη είχε κριθεί συγκεκριμένα ένοχη, για άμεση συνέργεια σε απάτη ιδιαιτέρως μεγάλης αξίας που τελέστηκε από πρώην διευθυντή του ίδιου υποκαταστήματος, ο οποίος έχει στο μεταξύ αποβιώσει.
Στην κατηγορούμενη είχε επιβληθεί ποινή φυλάκισης 4 ετών με 3ετή αναστολή, ενώ της αναγνωρίστηκε ελαφρυντικό.
Το δικαστήριο διατήρησε την πρωτόδικη ποινή που της είχε επιβληθεί.
Η ίδια και ο πρώην διευθυντής φέρονται συγκεκριμένα στη Pόδο την 30ή Αυγούστου 2003 να έπεισαν επιχειρηματία, που δραστηριοποιείται στη Μεσαιωνική Πόλη, να υπογράψει με τη Λαϊκή Tράπεζα σύμβαση πώλησης και επαναγοράς τίτλων του Eλληνικού Δημοσίου (repos) ονομαστικής αξίας 422.375 ευρώ με ημερομηνία πώλησης την 31η Αυγούστου 2004 και συμφωνηθείσα τιμή 498.402 ευρώ. Δικαιούχοι των repos ήταν ο επιχειρηματίας και η σύζυγός του.
Φέρονται ειδικότερα να παρέστησαν στους ανωτέρω, ψευδώς, ότι επρόκειτο για σύμβαση με την τράπεζα και έκαναν χρήση πλαστών εγγράφων, όμοιων με τα χρησιμοποιούμενα από την τράπεζα, χωρίς η τράπεζα να γνωρίζει για τη σύναψή τους.
Το θύμα φέρεται να κατέβαλε το ποσό των 422.375 ευρώ και όταν εμφανίσθηκε στο κατάστημα Pόδου της Λαϊκής Tράπεζας, την 31η Αυγούστου 2004, για να ζητήσει την επαναγορά των τίτλων, η τράπεζα διαπίστωσε την απάτη και αναγκάσθηκε να τους αποζημιώσει.
Η ίδια απολογούμενη αρνήθηκε τα όσα της αποδίδονται, επισημαίνοντας ότι αποκλειστική ευθύνη για την ως άνω αδικοπρακτική συμπεριφορά φέρει ο πρώην διευθυντής, που είχε το γενικό πρόσταγμα για όλες τις συναλλαγές του επιχειρηματία με την τράπεζα και ότι η ίδια, όπως κι άλλοι υπάλληλοι, εκτελούσαν τις εντολές του. Διέψευσε εξάλλου ισχυρισμό μάρτυρα κατηγορίας που έφερε τους επιθεωρητές που διενήργησαν έλεγχο για την υπόθεση αυτή να βρήκαν στον ηλεκτρονικό της υπολογιστή το σχέδιο των πλαστογραφημένων repos που χρησιμοποιήθηκε.
Ως συνήγορος υπεράσπισής της παρέστη ο δικηγόρος κ. Σάββας Παυλίδης