Η πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που συνήλθε υπό πενταμελή σύνθεση, απέρριψε σήμερα την έφεση που καταχώρησε ο τέως Βοηθός Γενικού Εισαγγελέως, Ρίκκος Ερωτοκρίτου, κατά της απόφασης του Εφετείου να απορρίψει την αίτησή του για έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus με την οποία επεδίωκε την άμεση αποφυλάκισή του.
Ο Ρίκκος Ερωτοκρίτου με την αίτησή του ζητούσε τον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησής του και την άμεση απελευθέρωσή του, στη βάση ισχυρισμού ότι η διαδικασία που διεξήχθη ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας ήταν άκυρη και παράνομη εξ υπαρχής.
Ο βασικός ισχυρισμός που προέβαλε η υπεράσπιση του κ. Ερωτοκρίτου ενώπιον του Δικαστηρίου ήταν ότι κατά το χρόνο έναρξης της ποινικής δίωξης εναντίον του κατείχε το αξίωμα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα και άρα απολάμβανε «πλήρους ασυλίας». Τον ισχυρισμό αυτό απέρριψε ο Εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής στο στάδιο των αγορεύσεων των δύο πλευρών.
Η απόφαση του Δικαστηρίου ήταν ομόφωνη ως προς το αποτέλεσμα όχι όμως και ως προς το σκεπτικό, αφού δύο εκ των πέντε δικαστών και συγκεκριμένα οι Ναθαναήλ και Παρπαρίνος, συμφώνησαν μεν με την κατάληξη, διατύπωσαν δε διαφορετικό σκεπτικό.
Σύμφωνα με την πρώτη απόφαση, με την οποία συμφώνησαν οι τρεις εκ των πέντε δικαστών και συγκεκριμένα οι Πούγιουρου, Μιχαηλίδου και Σταματίου, το Δικαστήριο απέρριψε τις εισηγήσεις του δικηγόρου του Ρίκκου Ερωτοκρίτου σημειώνοντας ότι ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο επισήμανε ότι «…ο αιτητής έχει καταδικαστεί και εκτίει ποινή φυλάκισης η οποία του επιβλήθηκε από αρμόδιο δικαστήριο με δεδομένο ότι στη δικαιοδοσία του Κακουργιοδικείου εμπίπτουν υποθέσεις του αυτού είδους με την υπόθεση στην οποία ο αιτητής κρίθηκε ένοχος”.
Το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι «η νομιμότητα της ποινής ή και της καταδικαστικής απόφασης μπορούσε να αμφισβητηθεί αποτελεσματικά με το ένδικο μέσο της έφεσης όπως έπραξε ο εφεσείων. Μάλιστα το θέμα της ασυλίας, όπως μας έχει αναφερθεί, συνιστά ένα από τους λόγους έφεσης».
Το Δικαστήριο αποφάσισε επίσης ότι η υπόθεση Fingleton v. Queen(2005) HCA 34 του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αυστραλίας, την οποία επικαλέστηκε η υπεράσπιση του κ. Ερωτοκρίτου, «δεν βοηθά με οποιοδήποτε τρόπο την υπόθεση του εφεσείοντα στην παρούσα διαδικασία».
Το Δικαστήριο ξεκαθάρισε ότι ο σκοπός του habeas corpus δεν είναι να εξετάσει την ορθότητα και τη νομιμότητα της καταδικαστικής απόφασης του Κακουργιοδικείου και πως η ουσία της θέσης της υπεράσπισης για την ασυλία δεν εμπίπτει στην εμβέλεια του habeas corpus όπως είναι η παρούσα περίπτωση.
Το Δικαστήριο συμφώνησε και με την πρωτόδικη απόφαση του Ανωτάτου ότι δηλαδή η καταχώρηση αίτησης habeas corpus συνιστά κατάχρηση της δικαστικής εξουσίας αφού ουσιαστικά τόσο με την αίτηση όσο και με την έφεση επιδιώκεται ο ίδιος σκοπός δηλαδή η ανατροπή της καταδικαστικής απόφασης και η απελευθέρωση του καταδικασθέντα.
Στη δική του απόφαση σε σχέση με το θέμα της ασυλίας, ο δικαστής Παρπαρίνος σημειώνει ότι ο Εφεσείων «σε όλες τις διαδικασίες ενώπιον του Κακουργιοδικείου ουδέποτε ενέστη ή ήγειρε το ζήτημα το οποίο προβάλλει τώρα. Αντίθετα, συναίνεσε στην εκδίκαση της υπόθεσης του από το Δικαστήριο αυτό» ενώ σε άλλο σημείο ανέφερε ότι «τα δεδομένα αναφορικά με τις δικαιοδοτικές πτυχές της υπόθεσης φαίνεται να είναι συζητήσιμες».
Από την πλευρά του ο Δικαστής Ναθαναήλ, στη δική του απόφαση, αναφέρει ότι το αν ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας εμπίπτει στον όρο «δικαστικός λειτουργός» ή στον όρο «νομικός λειτουργός» είναι στο πλαίσιο της παρούσας συζήτησης μόνο σημασιολογικού περιεχομένου.
Ο κ. Ναθαναήλ αναφέρει επίσης ότι «εφόσον υπηρετούσε με τους ίδιους όρους ως και οι δικαστές, κατ’ αναλογία πιθανώς να δικαιούται και της προστασίας του ποινικά ανεύθυνου που κατοχυρώνει το άρθρο 15 του ποινικού κώδικα, κεφ. 154, προς το δημόσιο συμφέρον».
«Η ουσία του θέματος είναι κατά πόσο η μη έγερση του ζητήματος τυχόν δικαιώματος ασυλίας στο Κακουργιοδικείο, αποστερεί τον εφεσείοντα από το να το εγείρει σε μεταγενέστερο στάδιο στο Ανώτατο Δικαστήριο. Ακριβώς επειδή το ζήτημα είναι άκρως και εν τη ρίζα του δικαιοδοτικό τέτοιο δικαίωμα δεν μπορεί να απαλλοτριωθεί. Αν η ασυλία είναι εμφανώς υπαρκτή σε δεδομένη περίπτωση τότε η μη έγερση του πρωτοδίκως δεν αποκλείει τη μεταγενέστερη εξέταση του. Το κατώτερο δικαστήριο απλώς δεν νομιμοποιείτο να αναλάβει την εκδίκαση της υπόθεσης».
Αναφέρει επίσης ότι «η ταυτόχρονη έγερση της νομιμοποίησης του Κακουργιοδικείου να εκδικάσει τον εφεσείοντα με διαδικασία habeas corpus δεν μπορεί να αποτελεί βάσιμο λόγο για προβολή του επιχειρήματος περί κατάχρησης εξουσίας».
«Η ιδιότητα του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα προσφέρει προβληματισμό ως προς την έκταση της ασυλίας αν αυτή υφίσταται εν πάσει περιπτώσει υπό το φως των ιδιαζόντων γεγονότων του κατηγορητηρίου. Το ερώτημα ή τα ερωτήματα δεν επιλύονται με απλή αναγωγή στην τότε ιδιότητα του εφεσείοντος. Ένας πρέπει να εγκύψει στο σύνολο των γεγονότων και της μαρτυρίας να εξετάσει την αξιολόγηση που έγινε από το κακουργιοδικείο και να κρίνει αν σε τελική ανάλυση αυτή η αξιολόγηση και τα ευρήματα ήταν ή όχι ορθά ή εύλογα. Τότε μόνο θα αποκρυσταλλωθεί η εικόνα ως προς τι ακριβώς έπραξε ο εφεσείων και οι όποιες πράξεις του τελέσθηκαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του ή όχι. Και αυτό αναμφίβολα ανήκει στη σφαίρα της εφετειακής δικαιοδοσίας και όχι της προνομιακής».
Υπενθυμίζεται ότι τόσο ο κ. Ερωτοκρίτου όσοι και οι άλλοι καταδικασθέντες στην ίδια υπόθεση καταχώρησαν έφεση κατά της καταδικαστικής απόφασης και της ποινής και εκκρεμεί η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Το Κακουργιοδικείο επέβαλε στον Ρίκκο Ερωτοκρίτου ποινής φυλάκισης 3,5 ετών στην κατηγορία του δεκασμού δημοσίου λειτουργού και ποινή φυλάκισης 1,5 έτους στην κατηγορία της κατάχρησης εξουσίας. Στον Παναγιώτη Νεοκλέους, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2,5 ετών στην κατηγορία του δεκασμού δημοσίου λειτουργού και στον Ανδρέα Κυπρίζογλου επιβλήθηκε ποινή 1,5 έτους στην κατηγορία της συνωμοσίας προς καταδολίευση.
Στο δικηγορικό Γραφείο Νεοκλέους, επιβλήθηκε χρηματικό πρόστιμο €70.000 στην κατηγορία του δεκασμού δημοσίου λειτουργού.Η απόφαση προνοούσε άμεση φυλάκιση για τους Ρίκκο Ερωτοκρίτου και Παναγιώτη Νεοκλέους και αναστολή φυλάκισης για τον Ανδρέα Κυπρίζογλου. Οι ποινές φυλάκισης για τον Ρίκκο Ερωτοκρίτου συντρέχουν.