Αύξηση θέσεων των δικαστικών λειτουργών της διοικητικής δικαιοσύνης – Αλλαγές στους Κώδικες Διοικητικής και Πολιτικής Δικονομίας
Με δύο τροπολογίες στο νομοσχέδιο για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, το οποίο υπερψηφίστηκε χθες από την Ολομέλεια της Βουλής, επέρχονται τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας και τη Διοικητική Δικαιοσύνη.
Όσον αφορά στον ΚΠολΔ, η τροποποίηση αφορά στην αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης οριστικής απόφασης μετά την έκδοση απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Ειδικότερα, προστίθενται εδάφια στην παρ. 1 του άρθρου 758 ΚΠολΔ, ώστε να χωρεί αίτηση ανάκλησης ή μεταρρύθμισης οριστικής απόφασης εκουσίας δικαιοδοσίας μετά την έκδοση οριστικής απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, με την οποία διαπιστώθηκε παραβίαση του δικαιώματος που αφορά τον δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας που τηρήθηκε ή διάταξης ουσιαστικού δικαίου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Σύμφωνα με τη μεταβατική διάταξη του νόμου, η νέα διάταξη καταλαμβάνει και τις υποθέσεις για τις οποίες έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου πριν από τη δημοσίευση του παρόντος, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά και σύμφωνα με τους περιορισμούς της διάταξης της παρ. 2 του άρθρου 11 της ΕΣΔΑ και τις λοιπές διατάξεις της Σύμβασης αυτή καθώς και τις διεθνείς συνθήκες. Στην περίπτωση αυτή η προθεσμία άσκησης της αίτησης ανάκλησης ή μεταρρύθμισης είναι ένα (1) έτος από τη δημοσίευση του παρόντος.
Παράλληλα, καταργείται η παρ. 4 του άρθρου 64 του Εισαγωγικού Νόµου του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας.
Αναλυτικά η νέα διάταξη
Στο άρθρο 758 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Η αίτηση ανάκλησης ή µεταρρύθµισης του πρώτου εδαφίου επιτρέπεται, επίσης, µετά την έκδοση οριστικής απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωµάτων του Ανθρώπου µε την οποία κρίνεται ότι η δικαστική απόφαση που δέχθηκε ή απέρριψε την αρχική αίτηση εκδόθηκε κατά παράβαση δικαιώµατος που αφορά στον δίκαιο χαρακτήρα της διαδικασίας που τηρήθηκε ή διάταξης ουσιαστικού δικαίου της Ευρωπαϊκής Σύµβασης Δικαιωµάτων του Ανθρώπου, µε την επιφύλαξη των όρων και περιορισµών που προβλέπονται στις επιµέρους διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύµβασης Δικαιωµάτων του Ανθρώπου περί προστασίας της εθνικής ασφάλειας, της δηµόσιας τάξης, της πρόληψης του εγκλήµατος, της προστασίας της υγείας ή ηθικής και της προστασίας των δικαιωµάτων και ελευθεριών των τρίτων. Στην περίπτωση αυτή η αίτηση ασκείται µέσα σε προθεσµία ενενήντα (90) ηµερών, η οποία αρχίζει από την ηµεροµηνία που καθίσταται οριστική η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωµάτων του Ανθρώπου.»
Διαβάστε επίσης: Απόδειξη πληρεξουσιότητας δικηγόρων που εκπροσωπούν αλλοδαπούς, όταν δεν υπάρχει ειδική νομοθετική ρύθμιση
Δείτε αναλυτικά την τροπολογία εδώ(link is external).
Αλλαγές στη διοικητική δικαιοσύνη
Με τη δεύτερη τροπολογία του Υπουργείου Δικαιοσύνης επέρχονται αλλαγές στη διοικητική δικαιοσύνη και συγκεκριμένα:
1) Αύξηση του αριθμού των οργανικών θέσεων των δικαστικών λειτουργών της διοικητικής δικαιοσύνης.
Από την 1.1.2018 οι οργανικές θέσεις των δικαστικών λειτουργών διοικητικής δικαιοσύνης αυξάνονται ως ακολούθως:
α) Των Προέδρων Εφετών κατά δύο (2), οριζοµένου του συνολικού αριθµού αυτών σε εβδοµήντα πέντε (75).
β) Των Εφετών κατά οκτώ (8), οριζοµένου του συνολικού αριθµού αυτών σε διακοσίους εξήντα έξι (266).
γ) Των Προέδρων Πρωτοδικών κατά δύο (2), οριζοµένου του συνολικού αριθµού αυτών σε εκατόν δώδεκα (112).
δ) Των Παρέδρων – Πρωτοδικών κατά δέκα (10), οριζοµένου του συνολικού αριθµού αυτών σε πεντακόσιους είκοσι (520)
Η αύξηση των οργανικών θέσεων κρίθηκε απαραίτητη ενόψει των τροποποιήσεων που προτείνονται σχετικά με τις συμβάσεις δημοσίων έργων και τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (βλέπε παρακάτω).
2) Τροποποίηση των διατάξεων του άρθρου 126Β του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και ρύθμιση επιμέρους ζητημάτων αναφορικά με την ενδοδικαστική συμβιβαστική επίλυση διαφορών από αγωγές για απαιτήσεις από δημόσιες συμβάσεις.
Σύμφωνα με τη σχετική αιτιολογική έκθεση, κρίθηκε αναγκαία η βελτίωση των διατάξεων της διαδικασίας ενδοδικαστικής συμβιβαστικής επίλυσης των διαφορών από αγωγές για απαιτήσεις από διοικητικές συμβάσεις, η οποία εισήχθη με τον ν. 4446/2016, ώστε να μην παρουσιάζονται φαινόμενα κακόπιστης δικονομικής συμπεριφοράς που οδηγούν στη μη επίτευξη της συμβιβαστικής επίλυσης, προκειμένου η νεοεισαγόμενη διαδικασία να εξυπηρετήσει λυσιτελέστερα την ανάγκη συντομότερης και αποτελεσματικότερης παροχής έννομης προστασίας, χωρίς δαπάνες δικαστικού ενσήμου για τους διαδίκους.
Αναλυτικά οι νέες διατάξεις:
1. Από τον τίτλο και την παράγραφο 1 του άρθρου 126Β του Κώδικα Διοικητικής Δικονοµίας (ν. 2717/1999, A΄97), οι λέξεις «διοικητικές» και «διοικητικών» αντικαθίστανται µε τις λέξεις «δηµόσιες» και «δηµοσίων» αντιστοίχως.
Διαβάστε επίσης: Δικηγόροι και λογιστές θα παρέχουν εξειδικευμένες υπηρεσίες για τη ρύθμιση οφειλών – Ποιους αφορά (Νομοσχέδιο)
2. Οι παράγραφοι 2 και 3 του ανωτέρω άρθρου αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Ο πρόεδρος του συµβουλίου διεύθυνσης ή ο Δικαστής που διευθύνει το Δικαστήριο ή ο οριζόµενος από αυτόν Δικαστής, αµέσως µετά την κατάθεση του εισαγωγικού της δίκης δικογράφου, ορίζει µε πράξη του επ’ αυτού το αρµόδιο τµήµα για την ενδοδικαστική επίλυση της διαφοράς. Ο πρόεδρος του οικείου τµήµατος ορίζει εισηγητή Δικαστή µε πράξη του, η οποία κοινοποιείται στους διαδίκους. Εντός δέκα (10) ηµερών από την κοινοποίηση, οι διάδικοι δύνανται να προσκοµίσουν στη γραµµατεία του Δικαστηρίου όλα τα αναγκαία στοιχεία για την επίλυση της διαφοράς. Εάν µετά την παρέλευση της ανωτέρω προθεσµίας δεν έχουν προσκοµιστεί τα προαναφερόµενα στοιχεία, η συµβιβαστική επίλυση της διαφοράς, κατόπιν σχετικής επισηµείωσης από τον εισηγητή Δικαστή επί του φακέλου της δικογραφίας, µαταιώνεται. Ο εισηγητής επιµελείται τη συγκέντρωση των αναγκαίων στοιχείων από τους διαδίκους και µπορεί να ζητά, διά της γραµµατείας και εφόσον το κρίνει αναγκαίο, την προσκόµιση πρόσθετων στοιχείων και οργανώνει την επικοινωνία µε αυτούς προς το σκοπό επίλυσης της διαφοράς. Προς τούτο καλούνται σε κοινή συνάντηση από τον εισηγητή σε ηµεροµηνία που ορίζεται από τον ίδιο. Κατά τη συνάντηση τηρούνται πρακτικά από τον γραµµατέα, στα οποία αποτυπώνεται είτε το αποτέλεσµα του συµβιβασµού είτε η µαταίωσή του. Τα πρακτικά υπογράφονται από τους εκπροσώπους των διαδίκων, τον εισηγητή Δικαστή και τον γραµµατέα. Εφόσον συνταχθεί πρακτικό συµβιβασµού, η υπόθεση εισάγεται στο συµβούλιο, για την έκδοση απόφασης, µε την οποία επιλύεται συµβιβαστικά η διαφορά. Σε αντίθετη περίπτωση το πρακτικό µαταίωσης του συµβιβασµού παραµένει στο φάκελο της υπόθεσης. Εάν κατά την κρίση του εισηγητή δικαστή η αγωγή είναι προδήλως απαράδεκτη ή αβάσιµη, η υπόθεση µπορεί να εισαχθεί στο συµβούλιο προκειµένου να ακολουθηθεί η διαδικασία του άρθρου 126Α του παρόντος Κώδικα.
3. Η απόφαση ενδοδικαστικής επίλυσης, η οποία περιέχει το ύψος της απαίτησης χωρίς παράθεση του πραγµατικού, το χρόνο έναρξης της τοκοφορίας και τον προσδιορισµό του επιτοκίου, έχει τα αποτελέσµατα αµετάκλητης δικαστικής απόφασης και συνιστά εκτελεστό τίτλο κατά την έννοια του άρθρου 199 (παρ. 1) του παρόντος Κώδικα, χωρίς να απαιτείται προς τούτο η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήµου.»
3) Τροποποίηση ορισμένων διατάξεων του ν. 4412/2016 αναφορικά με τις συμβάσεις δημοσίων έργων.
Δείτε αναλυτικά την τροπολογία εδώ(link is external).