Επειτα από δύο χρόνια άκαρπων συζητήσεων μεταξύ των 28 κρατών-μελών της Ε.Ε. για το φιλόδοξο σχέδιο θωράκισης του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέθεσε χθες τις προτάσεις της για την ασφάλιση των καταθέσεων και για τις προβλέψεις έναντι μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Δεδομένης της σταθερής άρνησης της Γερμανίας να επωμισθούν οι τράπεζές της τις ευθύνες για τα προβλήματα των τραπεζών άλλων χωρών της Ε.Ε., η Κομισιόν εναποθέτει την ευθύνη για την ασφάλιση των καταθέσεων κυρίως στις εθνικές αρχές, καθώς προτείνει να είναι αυστηρότεροι οι όροι με τους οποίους θα μπορούν να έχουν πρόσβαση στα σχετικά ευρωπαϊκά κονδύλια.
Το θέμα αφορά την ασφάλιση όλων των καταθέσεων έως 100.000 ευρώ για την περίπτωση πτώχευσης τράπεζας και τη δυνατότητα αυτή να παρέχεται από έναν πανευρωπαϊκό μηχανισμό με τη συνδρομή όλων των τραπεζών της Ε.Ε. Η σχετική πρόταση της Κομισιόν προβλέπει ότι το Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφάλισης Καταθέσεων (EDIS) θα παρεμβαίνει μόνον όταν τα εθνικά συστήματα έχουν εξαντλήσει όλους τους πόρους τους για να αποζημιώσουν τους καταθέτες.
Το EDIS θα παρέχει στις εθνικές αρχές μόνον δάνεια που θα αντιπροσωπεύουν ένα τμήμα της ζημίας, που θα ανέρχεται αρχικά στο 30% και θα αυξάνεται σταδιακά μέχρις ότου φτάσει στο 90% το 2021. Εν συνεχεία, το EDIS θα καλύπτει άμεσα τις ζημίες που θα έχουν υποστεί οι καταθέτες μόνον μερικώς, και τη μεγαλύτερη ευθύνη θα εξακολουθούν να φέρουν οι εθνικές αρχές.
Σε ό,τι αφορά τη χρονική στιγμή έναρξης της δεύτερης φάσης, θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα θα εξυγιάνουν οι τράπεζες τους ισολογισμούς τους και θα απαλλαγούν από τα κόκκινα δάνεια. Η αντίδραση ήταν άμεση από το γερμανικό τραπεζικό λόμπι DK, που χαρακτήρισε τις προτάσεις της Κομισιόν «οριακή πρόοδο» και ζήτησε να έχουν ληφθεί μέτρα για την εξυγίανση των ισολογισμών των τραπεζών προτού τεθεί σε εφαρμογή η πρώτη φάση του σχήματος.
Σε ό,τι αφορά το ακανθώδες θέμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, που ανέρχονται σε περίπου 1 τρισ. ευρώ, η Κομισιόν προτίθεται να παρουσιάσει τις προτάσεις της την άνοιξη του 2018. Σε αυτές θα συμπεριλαμβάνονται και τα μέτρα για την αναμόρφωση της δευτερογενούς αγοράς κόκκινων δανείων, αλλά και τη δική της θέση για τις προβλέψεις που πρέπει να κάνουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες, ώστε να περιφρουρηθούν έναντι της μη εξυπηρέτησης δανείων τους στο μέλλον. Γι’ αυτό το θέμα έχει πάρει θέση το ευρωπαϊκό τραπεζικό λόμπι AFME, εκφράζοντας την ανησυχία του ότι αν οι προβλέψεις είναι δυσβάσταχτα μεγάλες, θα αυξηθεί υπερβολικά το κόστος για τις τράπεζες και μοιραία θα μειωθεί η προσφορά πιστώσεων. Η πρόταση της Κομισιόν για υψηλότερες προβλέψεις ενδέχεται να την οδηγήσει σε τροχιά σύγκρουσης με την ΕΚΤ.
Σύμφωνα με την ΕΚΤ, οι προβλέψεις των ευρωπαϊκών τραπεζών για τα κόκκινα δάνεια από την 1η Ιανουαρίου πρέπει να καλύπτουν το 100% της αξίας του δανείου και οι τράπεζες να συγκεντρώνουν τα απαιτούμενα κεφάλαια σε χρονικό διάστημα δύο μόνον ετών όταν πρόκειται για ανασφάλιστα δάνεια και σε διάστημα επτά ετών για τα ενυπόθηκα δάνεια.
Το πρόβλημα είναι ότι η ΕΚΤ σκοπεύει να επιβάλει τους σχετικούς κανόνες αρχής γενομένης από το επόμενο έτος, αλλά η παράλληλη διαδικασία που εγκαινιάζει η Κομισιόν είναι νομοθετικής φύσεως και απαιτεί την έγκριση όλων των εθνικών κοινοβουλίων των χωρών-μελών. Αυτό σημαίνει ότι μπορεί να προκαλέσει καθυστερήσεις πολλών μηνών στην εφαρμογή των νέων κανόνων. Σημειωτέον ότι ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις κάλεσε την ΕΚΤ να λάβει υπ’ όψιν τις θέσεις άλλων θεσμών και παραγόντων της αγοράς.