Συγκεκριμένα, ο διεθνής Οργανισμός σημειώνει ότι όσοι γεννήθηκαν από τη δεκαετία του 1960 και εντεύθεν θα βρεθούν αντιμέτωποι με «δραματικές αλλαγές» όταν θα φθάσουν στην τρίτη ηλικία. Επιπλέον, με τις οικογένειες να γίνονται όλο και πιο ολιγομελείς, με τις εισοδηματικές ανισότητες κατά τη διάρκεια του εργατικού τους να οξύνονται και με τις μεταρρυθμίσεις που ροκανίζουν τα εισοδήματα των συνταξιούχων, κάποιες κοινωνικές ομάδες ηλικιωμένων θα βυθιστούν στη φτώχεια.
Τα στοιχεία που καταγράφει ο ΟΟΣΑ και αφορούν τις 35 χώρες-μέλη του (ο διεθνής Οργανισμός ιδρύθηκε το 1961 και συγκεντρώνει «τις ανεπτυγμένες χώρες που υποστηρίζουν τις αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και της οικονομίας της ελεύθερης αγοράς») είναι καταλυτικά. Τη δεκαετία του 1980 για κάθε 100 άτομα που βρίσκονταν σε εργάσιμη ηλικία αντιστοιχούσαν μόνο 20 άτομα άνω των 65 ετών. Το 2015 ο αριθμός των ηλικιωμένων έφθασε τους 28. Και το 2050 αναμένεται σχεδόν να διπλασιαστεί και να φθάσει τους 53.
Κάθε γενιά και χειρότερα
Ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι η γήρανση του πληθυσμού πολλών ανεπτυγμένων αλλά και αναπτυσσόμενων χωρών αυξάνεται με ρυθμούς πολύ ταχύτερους συγκριτικά με τους ρυθμούς άλλων χωρών – τι να πει κανείς για χώρες που βιώνουν μια δραματική αφαίμαξη του πιο εξειδικευμένου και ανταγωνιστικού εργατικού τους δυναμικού, όπως είναι η Ελλάδα…
«Ταυτόχρονα, οι ανισότητες οξύνονται από γενιά σε γενιά», σημειώνει στην έκθεσή του ο ΟΟΣΑ. Και τις ανισότητες αυτές τις βιώνουν περισσότερο όσοι ξεκινούν τώρα τον εργασιακό τους βίο. Το αποτέλεσμα θα είναι οι μελλοντικοί ηλικιωμένοι να βρίσκονται σε πολύ διαφορετική κατάσταση μεταξύ τους.
«Οι άνθρωποι θα ζουν μεν περισσότερο, αλλά θα έχουν περάσει και περισσότερα χρόνια της παραγωγικής τους ηλικίας ως άνεργοι ή ως μερικώς απασχολούμενοι με πολύ χαμηλές αποδοχές», υπογραμμίζει ο ΟΟΣΑ. Κάποιοι, ασφαλώς, θα απολαύσουν έναν εργασιακό βίο με αδιάλειπτες και υψηλές αποδοχές, θα είναι όμως ελάχιστοι συγκριτικά με τους πρώτους.
«Οι ανισότητες στην εκπαίδευση, στην υγεία, στην απασχόληση και στα εισοδήματα ξεκινούν και οικοδομούνται από τις πολύ μικρές ηλικίες», σύμφωνα με την έκθεση. Έτσι, κατά μέσον όρο στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ (η Ελλάδα είναι ιδρυτικό μέλος), ένας άνδρας 25 ετών με πανεπιστημιακή εκπαίδευση έχει προσδόκιμο ζωής κατά 8 έτη μεγαλύτερο συγκριτικά με ένα συνομήλικό του με χαμηλότερη εκπαίδευση. Για τις γυναίκες πτυχιούχους η διαφορά στο προσδόκιμο ζωής είναι 4,6 χρόνια.
Ένσημα δίχως αντίκρισμα
«Σε όλες τις ηλικίες οι άνθρωποι με κακή υγεία εργάζονται λιγότερο και μορφώνονται λιγότερο. Και κατά τη διάρκεια της καριέρας τους, η κακή υγεία μειώνει τις αποδοχές των ανθρώπων με χαμηλή μόρφωση κατά 33%, ενώ οι αποδοχές των μορφωμένων με εύθραυστη κατάσταση της υγείας τους είναι μόνο κατά 17% μειωμένες», παρατηρεί η έκθεση. Εξυπακούεται ότι όσο οι κυβερνήσεις παρατείνουν τον εργάσιμο βίο των ασφαλισμένων, τόσο διευρύνονται οι οικονομικές ανισότητες εις βάρος όσων είχαν ως εργαζόμενοι χαμηλές αποδοχές.
Ο ΟΟΣΑ προβλέπει επίσης διατήρηση σε υψηλό βαθμό των ανισοτήτων μεταξύ των συνταξιούχων ανδρών και γυναικών. Σήμερα οι ετήσιες συντάξεις που εισπράττουν οι γυναίκες άνω των 65 ετών είναι περί το 27% χαμηλότερες συγκριτικά με τις συντάξεις των ανδρών – και η φτώχεια εξάλλου μεταξύ των ηλικιωμένων είναι πολύ υψηλότερη για τις γυναίκες.
Ο Οργανισμός σημειώνει ότι οι ανισότητες σε ό,τι αφορά τους ηλικιωμένους είναι πολύ πιο οξυμένες στις αναπτυσσόμενες οικονομίες (αναφέρονται η Βραζιλία, η Κίνα και η Ινδία) σε κάποιες από τις οποίες παρατηρείται και μεγάλο δημογραφικό πρόβλημα. Στις χώρες αυτές παρατηρούνται «μεγαλύτερες ανισότητες σε ό,τι αφορά την υγεία συγκριτικά με τις χώρες του ΟΟΣΑ και ένα λιγότερο αποτελεσματικό δίκτυ κοινωνικής ασφάλειας».
Και τώρα τι κάνουμε;
Για να αντιμετωπίσουν οι χώρες και οι κυβερνήσεις τα προβλήματα αυτά ο ΟΟΣΑ τούς προτείνει να υιοθετήσουν πιο μακρόπνοες πολιτικές και να εστιάσουν τις προσπάθειές τους σε τρεις βασικές κατευθύνσεις, που καθεμιά τους απευθύνεται σε διαφορετική ηλικιακή κατηγορία:
Πρώτον να αναστρέψουν την πορεία δημιουργίας και όξυνσης των ανισοτήτων σε βάθος χρόνου. Ο Οργανισμός προτείνει μέτρα για τον σκοπό. Να παρέχει υψηλής ποιότητας ιατρική φροντίδα στα παιδιά και εκπαίδευση επίσης εκπαίδευση στις πρώτες βαθμίδες. Να βοηθά τους νέους να μπαίνουν στην αγορά εργασίας και να αυξήσει τις δαπάνες για την υγεία, κυρίως στον τομέα της πρόληψης, για τις πληθυσμιακές ομάδες που είναι πιο ευάλωτες.
Δεύτερον να μετριάσουν τις ήδη εδραιωμένες ανισότητες. Οι ιατρικές υπηρεσίες θα πρέπει να εστιάσουν περισσότερο στον ασθενή. Οι αρμόδιες για την απασχόληση υπηρεσίες πρέπει να βοηθούν περισσότερο τους ανέργους να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας. Να δώσουν κίνητρα οι κυβερνήσεις στις επιχειρήσεις προκειμένου να μην απολύουν και να προσλαμβάνουν μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζομένους.
Τρίτον να αντιμετωπίσουν τις ανισότητες στις μεγάλες ηλικίες. Οι μεταρρυθμίσεις στα συστήματα συνταξιοδότησης δεν μπορούν να καταργήσουν τις ανισότητες μεταξύ των ηλικιωμένων, αλλά μπορούν να τις μετριάσουν. «Ένα καλά σχεδιασμένο σύστημα απονομής συντάξεων μπορεί να περιορίσει τις επιπτώσεις που έχουν στο ύψος των αποζημιώσεων οι κοινωνικοοικονομικές διαφορές που καθορίζουν το προσδόκιμο ζωής», αναφέρει ο ΟΟΣΑ και σημειώνει ότι κάποιες χώρες έχουν ήδη υιοθετήσει συστήματα εξασφάλισης της επάρκειας των συντάξεων, ειδικά για τις γυναίκες.
Ο διεθνής Οργανισμός θεωρεί επίσης ότι αν γίνουν πιο προσιτές για τους ηλικιωμένους οι υπηρεσίες μιας κατ’ οίκον φροντίδας και αν οι κυβερνήσεις παράσχουν μεγαλύτερη στήριξη στα πρόσωπα (συγγενικά ή όχι) που προσφέρουν ανεπίσημα φροντίδα στους ηλικιωμένους, θα περιορίζονταν οι ανισότητες στην τρίτη ηλικία.