Τι προβλέπει το σχέδιο που σκοπεύουν να υιοθετήσουν οι τράπεζες έως το τέλος του 2019
Τη δυσκολία επίλυσης του σοβαρότατου προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που ταλαιπωρεί το ελληνικό τραπεζικό σύστημα επισήμανε πριν λίγες μέρες ο πρόεδρος της ΕΕΤ Ν. Καραμούζης, τονίζοντας χαρακτηριστικά ότι «Το ζήτημα των Ελληνικών μη εξυπηρετούμενων δανείων δεν μπορεί να επιλυθεί εν μία νυκτί. Μια τέτοια λύση δε θα ήταν αξιόπιστη». Όμως ποιος είναι ο άλλος δρόμος για να μπορέσουν οι ελληνικές συστημικές τράπεζες να περιορίσουν ή ακόμα και να μηδενίσουν πιθανές μελλοντικές κεφαλαιακές ανάγκες, μετά την διενέργεια των stress test που θα ξεκινήσουν τον Φεβρουάριο; Η απάντηση έρχεται επί της ουσίας από τις ίδιες τις τράπεζες και προβλέπει, πέραν της πώλησης των προβληματικών τους δανείων ονομαστικής αξίας 20 δισεκατομμυρίων ευρώ έως το τέλος του 2019:
- την επίσπευση των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών για ακίνητα αξίας άνω των 300.000 ευρώ. Αυτή η κίνηση θεωρείται αναγκαία για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι διότι είναι το σημαντικότερο προαπαιτούμενο για να κλείσει η αξιολόγηση, επισήμανση που έγινε σε έντονους τόνους και από τα στελέχη του ΔΝΤ πριν λίγες μέρες στην Ουάσινγκτον. Ο δεύτερος λόγος είναι η άσκηση πίεσης στους στρατηγικούς κακοπληρωτές που ανέρχονται περίπου στο 20% των «κόκκινων» δανειοληπτών, προκειμένου να πληρώσουν.
- την διαγραφή δανείων. Μπορεί οι θεσμοί να συστήνουν περιορισμό των διαγραφών , ωστόσο με βάση τα τελευταία στοιχεία που ανακοινώθηκαν από την ΤτΕ, τα 3 και πλέον δισεκατομμύρια ευρώ που διέγραψαν οι τράπεζες το τελευταίο διάστημα, είναι αυτά που έσωσαν την παρτίδα και επιτεύχθηκαν οι στόχοι μείωσης των NPLs που έχουν τεθεί από τον SSM.
- την αναδιάρθρωση, μέσω ρυθμίσεων, προβληματικών δανείων . Οι θεσμοί είναι κάθετοι. Υποστηρίζουν ότι οι ρυθμίσεις δεν αποδίδουν. Και δεν έχουν άδικο, αφού με βάση τα στοιχεία tο πρώτο τρίμηνο του 2017 τα δάνεια με καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών αυξήθηκαν κατά 1,5 δισ. ευρώ, μετά τη μείωσή τους κατά 3,9 δισ. ευρώ το 2016, μεταβολή που προήλθε κυρίως από ρυθμισμένα δάνεια που «κοκκίνισαν» εκ νέου. Δηλαδή οχτώ στα δέκα δάνεια που έχουν ήδη ρυθμιστεί, απαιτούν νέο διακανονισμό δεδομένου ότι δεν εξυπηρετούνται ξανά. Ωστόσο αποτελεί μέρος των εσόδων των τραπεζών. Και
- την εντατικοποίηση των ρυθμών πώλησης θυγατρικών τους στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και τον μηδενισμό των συμμετοχών τους σε εταιρίες μη τραπεζικού ενδιαφέροντος. Η τελευταία πολύ «φρέσκια» εξέλιξη σε αυτό το μέτωπο είναι η συμφωνία της τράπεζας Πειραιώς για την πώληση των τραπεζικών και leasing δραστηριοτήτων της στη Σερβία, στη Direktna Banka A.D.. Το συνολικό τίμημα σε μετρητά θα διαμορφωθεί από €58 εκατ έως €61 εκατ, ανάλογα με την οικονομική απόδοση των πωληθέντων περιουσιακών στοιχείων μέχρι την ολοκλήρωση της συναλλαγής, με συνδυασμό πώλησης και ταυτόχρονης μείωσης κεφαλαίου στην Τράπεζα Πειραιώς AD Beograd. Η πώληση αναμένεται να ολοκληρωθεί το πρώτο τρίμηνο του 2018. Η συγκεκριμένη κίνηση έρχεται μετά την πώληση των τραπεζικών θυγατρικών της στην Αίγυπτο (Piraeus Bank Egypt) και τις ΗΠΑ (Marathon Bank) και την μεταβίβαση τον Δεκέμβριο του 2016 πλειοψηφικού ποσοστού της Τράπεζας Πειραιώς Κύπρου ΛΤΔ. H τράπεζα Πειραιώς προχώρησε επιτυχώς στην πώληση της θυγατρικής της Avis Rent a Car, έχει συμφωνήσει την μεταβίβαση του 40% της Hellenic Seaways στην Αttica Συμμετοχών ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η αποεπένδυση από τις συμμετοχές της σε Νηρέα και Σελόντα.
Τα ανοίγματα των τραπεζών
Οι ελληνικές τράπεζες σήμερα, με βάση τα αποτελέσματα του δευτέρου τριμήνου του 2017, όπως υποστήριξε ο πρόεδρος της ΕΕΤ, έχουν 102 δισεκ. σε NPEs (μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα), 73 δισεκ. NPLs (δάνεια σε οριστική καθυστέρηση), επί συνόλου δανειακού χαρτοφυλακίου προς τον ιδιωτικό τομέα ύψους 190 δισεκ. Επομένως, σχεδόν τα μισά από τα συνολικά δάνεια ανήκουν στην κατηγορία είτε των NPLs είτε των NPEs, τα οποία εμπίπτουν επίσης κατά την ευρεία του όρου έννοια στην κατηγορία των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Για την αντιμετώπιση αυτού του μεγάλου όγκου προβληματικών δανείων, οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες έχουν ήδη διενεργήσει προβλέψεις 53 δισ., καλύπτοντας κατά μέσο όρο το 50% των NPEs και το 69% των NPLs. Τα ποσοστά αυτά κάλυψης είναι πάνω από το μέσο όρο των λοιπών χωρών της Ευρωζώνης. Περίπου το 60% των NPEs εξασφαλίζονται με εμπράγματη ασφάλεια επί ακινήτων, τα οποία αποτιμώνται σήμερα σε πολύ χαμηλές τιμές (κάποια από αυτά σε τιμές κατά 40% χαμηλότερες από τα υψηλά επίπεδα που είχαν στην αρχή της κρίσης). Επίσης, και σε αντίθεση με τις Ιταλικές τράπεζες, οι Ελληνικές έχουν υψηλά επίπεδα εσόδων προ προβλέψεων στα 4,2 δισ. σε ετήσια αναγωγή, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου του 2017. Αυτό, όπως είπε, είναι ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος, γιατί σε ένα ορίζοντα τριετίας αυτό σημαίνει ένα πρόσθετο απόθεμα ύψους 12,6 δισεκ προβλέψεων για NPEs/NPLs, χωρίς να επηρεαστεί η κεφαλαιακή βάση των Ελληνικών τραπεζών.