Το άνοιγμα της αγοράς προμήθειας ρεύματος καρκινοβατεί, η ΔΕΗ υφίσταται οικονομική αιμορραγία και ο καταναλωτής βλέπει ένα μικρό μόνο μέρος από τα οφέλη που θα μπορούσε να φέρει ο ανταγωνισμός. Και όχι μόνο αυτό αλλά ο ρυθμός μείωσης του μεριδίου της ΔΕΗ υστερεί έναντι των συμφωνηθέντων με τους δανειστές.
Αυτή είναι εν ολίγοις η εικόνα της αγοράς ηλεκτρισμού, ένα χρόνο μετά την εφαρμογή των πρώτων δημοπρασιών ΝΟΜΕ, που ξεκίνησαν τον Οκτώβριο του 2016.
Αυτή η αποτυχία των δημοπρασιών να ανοίξουν την αγορά, οφείλεται σε καθοριστικό βαθμό στο γεγονός ότι το ρεύμα που διατίθεται από τη ΔΕΗ σε τιμή μεταβλητού κόστους (προκαλώντας σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της διοίκησής της απώλειες δεκάδων εκατομμυρίων), κατευθύνεται όχι στην ελληνική αγορά και τους Έλληνες καταναλωτές αλλά στο εξωτερικό για εξαγωγές.
Οι μεσάζοντες άλλωστε, είτε πρόκειται για τις λαϊκές αγορές, είτε για το εμπόριο αγαθών όπως η ηλεκτρική ενέργεια, “φουσκώνουν” τις τιμές και οδηγούν σε επιβαρύνσεις για τον τελικό καταναλωτή.
Έτσι και στην περίπτωση της ελληνικής αγοράς ηλεκτρισμού, στις δημοπρασίες ρεύματος που έγιναν μέχρι τώρα, πάνω από το 10% των ποσοτήτων κατευθύνθηκε σε εξαγωγές.
Και δεν είναι μόνο η “διαρροή” φθηνής ενέργειας, που φεύγει από το ελληνικό σύστημα και ευνοεί γειτονικές αγορές, όπως της Βουλγαρίας.
Ένα ακόμη ζήτημα δημιουργείται από το γεγονός ότι οι traders “χτύπησαν” τις δημοπρασίες ΝΟΜΕ και ανέβασαν τις τιμές σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα, γεγονός που δεν επέτρεψε στις εταιρείες προμήθειας να διαθέσουν ρεύμα σε Έλληνες καταναλωτές με φθηνότερα τιμολόγια. Αντί λοιπόν η φθηνή ενέργεια από λιγνίτη και υδροηλεκτρικά να “ξεφουσκώσει” τους λογαριασμούς που τα τελευταία χρόνια έχουν εξελιχθεί σε ένα από τα μεγαλύτερα κόστη για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, σημαντικό μέρος της κατευθύνθηκε στη … Βουλγαρία και την Ιταλία, προς όφελος των εκεί αγορών ενώ ακόμη και η ενέργεια που έφτασε στην ελληνική αγορά ήρθε με… καπέλο. Με απλά λόγια, οι traders έκαναν παιχνίδι στην πλάτη των ελλήνων καταναλωτών…
Σοβαρότατη στρέβλωση
Εδώ βεβαίως θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ισχύει ο νόμος της αγοράς. Όμως αυτό δεν ισχύει γιατί η διαρροή ενέργειας από τα ΝΟΜΕ στο εξωτερικό στηρίχθηκε σε μια σοβαρότατη στρέβλωση της αγοράς και των δημοπρασιών.
Τι ακριβώς συνέβη και πως μπόρεσαν οι μεσάζοντες της αγοράς να χτυπήσουν τιμές και ποσότητες από τις δημοπρασίες ΝΟΜΕ;
Από το 2016 έχει εισαχθεί με το νόμο 4414/2016 η χρέωση προμηθευτή για την κάλυψη του ελλείμματος του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ. Η συγκεκριμένη χρέωση, η οποία σημειωτέον μέχρι τέλος του έτους θα έχει εκπληρώσει το μνημονιακό στόχο της για εξάλειψη του ελλείμματος του ειδικού λογαριασμού, πληρώνεται μόνο από τις εταιρείες προμήθειας και όχι από τους traders που εξάγουν ρεύμα στην Ιταλία, τη Βουλγαρία και άλλες γειτονικές χώρες.
Έχουμε δηλαδή ένα πλεονέκτημα των εμπόρων ρεύματος, που ως επί το πλείστον είναι εταιρείες από το εξωτερικό με γραφεία σε χώρες όπως η Ελβετία και η Αυστρία και οι οποίες καρπώνονται τεράστια οφέλη.
Ενώ λοιπόν το διασυνοριακό εμπόριο ενέργειας ως λειτουργία μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μιας πιο ισορροπημένης περιφερειακής αγοράς ενέργειας, εντούτοις στην Ελλάδα υπάρχει δυσλειτουργία καθώς οι έμποροι αποκτούν πλεονέκτημα αγοράζοντας ενέργεια από τις δημοπρασίες χωρίς να επιβαρύνονται με τη χρέωση προμηθευτή ΕΛΑΠΕ. Πόσο είναι αυτό το ποσό; 7 έως 8 ευρώ η μεγαβατώρα μετά τις αλλαγές που έγιναν από τη ΡΑΕ και εισηγήθηκε ο ΛΑΓΗΕ, ειδάλλως η χρέωση θα ήταν πολύ μεγαλύτερη.
Σε κάθε περίπτωση, οι έμποροι που συμμετέχουν στις δημοπρασίες ΝΟΜΕ ξεκινούν με ένα αβαντάζ 7 -8 ευρώ η μεγαβατώρα ενώ πέραν τις συγκεκριμένης απαλλαγής, οι εξαγωγείς απαλλάσσονται και από άλλες χρεώσεις της χονδρεμπορικής αγοράς που βαρύνουν τους άλλους προμηθευτές που διαθέτουν την ενέργεια που αγοράζουν στους Έλληνες καταναλωτές.
“Καραμπινάτη” κρατική ενίσχυση
Εδώ υπάρχει και μια άλλη παράμετρος, η οποία αφορά στον ορατό κίνδυνο η Ελλάδα να καταδικαστεί για παράνομη κρατική ενίσχυση. Με βάση αντίστοιχες υποθέσεις και δεδικασμένα αλλά και σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η απαλλαγή των εξαγωγέων από τη χρέωση προμηθευτή για τον ΕΛΑΠΕ συνιστά κατ’ αρχήν κρατική ενίσχυση, η οποία θα έπρεπε να είχε κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί με αποτέλεσμα οι εξαγωγείς να έχουν αποκτήσει αθέμιτο πλεονέκτημα έναντι των προμηθευτών που στοχεύουν στη διάθεση της ενέργειας με ανταγωνιστικές τιμές στον Έλληνα καταναλωτή.
Το γεγονός δε ότι υπάρχει “αβάντα” της τάξης των 8 ευρώ, εξηγεί εν μέρει και την εκτίναξη της τιμής των δημοπρασιών, οι οποίες ξέφυγαν ακριβώς μετά την εφαρμογή της χρέωσης προμηθευτή, στις αρχές του έτους.
Αποτέλεσμα: ενώ το ρεύμα από τις δημοπρασίες ΝΟΜΕ θα έπρεπε να έχει οδηγήσει σε άνοιγμα της αγοράς με επιπλέον μειώσεις προς όφελος των καταναλωτών, των επιχειρήσεων και της βιομηχανίας, στην πραγματικότητα εκείνο που έγινε ήταν η φθηνή ελληνική υδροηλεκτρική και λιγνιτική παραγωγή της ΔΕΗ να επιδοτήσει τον καταναλωτή ρεύματος της Βουλγαρίας και να φουσκώσει τα πορτοφόλια των εμπόρων εξαγωγέων.
Η κρίσιμη δημοπρασία που θα κρίνει το μέλλον
Κλείνοντας ένα χρόνο λοιπόν δημοπρασιών ΝΟΜΕ, έχουμε το εξής παράδοξο: εξαιτίας της στρέβλωσης αλλά και της έμμεσης ενίσχυσης των εξαγωγέων ρεύματος, η αγορά να μην παρουσιάζει επαρκή πρόοδο και να διατίθενται στις δημοπρασίες επιπλέον ποσότητες ως penalty. Την επόμενη Τετάρτη, στη μεγάλη δημοπρασία, κατά την οποία θα διατεθούν 718MWh/h, αναμένεται να κριθεί το μέλλον της αγοράς προμήθειας και η πορεία της το 2018.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη ποσότητα που έχει δημοπρατηθεί και η οποία ξεκινά από χαμηλή τιμή εκκίνησης στα 32,05 ευρώ η μεγαβατώρα. Βεβαίως η χαμηλή τιμή δεν ήταν αρκετή για την προηγούμενη δημοπρασία όταν η τιμή εκτινάχθηκε στα 43,05 ευρώ η μεγαβατώρα σε επίπεδα που το μεικτό περιθώριο για την προμήθεια μετριέται σε ελάχιστα ευρώ. Η αγορά είναι σαφές ότι δεν αντέχει άλλο πισωγύρισμα και νέα καθυστέρηση. Η ευθύνη των αρμοδίων που έχουν σχεδιάσει και επιβλέπουν τους διαγωνισμούς είναι καθοριστική για το τι θα επακολουθήσει.