Μνήμες από το φιάσκο της AirFastTickets, της εταιρείας διαδικτυακών κρατήσεων αεροπορικών εισιτηρίων που κατέρρευσε αφήνοντας μεγάλα χρέη στην αγορά το 2015, ζωντανεύει η ανακοίνωση περί επιβολής προστίμου 60.000 ευρώ από τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας Καταναλωτή στην εταιρεία διαδικτυακών πωλήσεων προϊόντων και υπηρεσιών Dealber. Κοινός παρονομαστής και στις δύο εταιρείες φέρεται να είναι ο επιχειρηματίας Νίκος Κοκλώνης. Ο τελευταίος, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Εμπορικού Μητρώου (ΓΕΜΗ), εμφανιζόταν ως διαχειριστής της εταιρείας από τις 29 Σεπτεμβρίου 2016, ενώ από τις 31 Ιουλίου 2017 διαχειριστής εμφανίζεται ο Αλβανός υπήκοος Meta Armando Kiersto. Σύμφωνα με τον δικηγόρο του κ. Κοκλώνη, ο τελευταίος προ ολίγων μηνών μεταβίβασε τη συμμετοχή του στην Dealber. Πάντως, σύμφωνα με την τελευταία τροποποίηση καταστατικού που έχει καταχωρισθεί στο ΓΕΜΗ και συγκεκριμένα στις 2 Αυγούστου 2017, ο κ. Κοκλώνης εξακολουθεί να εμφανίζεται ως εταίρος της Dealber.
Η υπόθεση ξεκίνησε από τις αρχές του χρόνου, όταν στη Γενική Γραμματεία Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή καθώς και στον Συνήγορο του Καταναλωτή άρχισαν να φτάνουν καταγγελίες από καταναλωτές –περί τις 70 συνολικά– ότι η εταιρεία είτε δεν έχει παραδώσει προϊόντα που είχαν παραγγελθεί είτε ότι δεν τηρούσε τις υποχρεώσεις της σε περίπτωση υπαναχώρησης του καταναλωτή είτε ότι παρέδιδε τις παραγγελίες έπειτα από 6-8 μήνες. Θα πρέπει εδώ να διευκρινιστεί ότι αν και η υποχρέωση βάσει του νόμου ορίζει τις 30 ημέρες ως προθεσμία παράδοσης των παραγγελιών, στους όρους στους οποίους συναινούσαν οι πελάτες της Dealber προβλεπόταν μεγαλύτερη προθεσμία, για παράδειγμα 40 ημέρες. Ωστόσο, βάσει των καταγγελιών, οι παραγγελίες δεν παραδίδονταν ούτε ύστερα από την προθεσμία αυτή. Επίσης, σύμφωνα με όσα καταγγέλθηκαν, υπήρχαν περιπτώσεις διάθεσης από την Dealber εκπτωτικών κουπονιών για την αγορά προϊόντων από δύο κορυφαίες πολυεθνικές εταιρείες επίπλων και ηλεκτρικών συσκευών. Οταν πήγαιναν οι καταναλωτές στα καταστήματα των εταιρειών, συναντούσαν τα εξής: πρώτον, οι δύο εταιρείες δήλωναν άγνοια, ότι δεν είχαν καμία συνεργασία με την Dealber και, δεύτερον, συχνά δεν ήταν διαθέσιμα τα προϊόντα που θα μπορούσαν υποτίθεται να αγοράσουν οι καταναλωτές με το εκπτωτικό κουπόνι.
Με τις πρώτες καταγγελίες ξεκίνησε η διερεύνηση της υπόθεσης και –σύμφωνα με τον γενικό γραμματέα Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Αντ. Παπαδεράκη που μίλησε στην «Κ»– το πρώτο πρόστιμο ύψους 15.000 ευρώ επιβλήθηκε τον Φεβρουάριο. Η εταιρεία δεν έστειλε, σύμφωνα με τον κ. Παπαδεράκη, κανένα απαντητικό υπόμνημα. Ανάλογη αντιμετώπιση συνάντησαν στην αρχή και οι επιστολές που έστελνε στην εταιρεία ο Συνήγορος του Καταναλωτή. Στη συνέχεια, σύμφωνα με υπηρεσιακούς παράγοντες του υπουργείου, υπήρξε για κάποιες από τις καταγγελίες ικανοποίηση των καταναλωτών από την εταιρεία.
Οι καταγγελίες συνεχίστηκαν και η Γενική Γραμματεία Εμπορίου προχώρησε στην επιβολή δεύτερου προστίμου ύψους 30.000 ευρώ. Σύμφωνα με τον κ. Παπαδεράκη, οι αποφάσεις των προστίμων επιδόθηκαν στην εταιρεία βάσει της προβλεπόμενης διαδικασίας και δεν εστάλησαν ταχυδρομικώς. Πριν από την επιβολή του τρίτου προστίμου ύψους 60.000 ευρώ, εστάλη επιστολή στην εταιρεία με την οποία η ΓΓΕ την ενημέρωνε ότι πρόκειται να προχωρήσει στη δημοσιοποίηση της απόφασης και της επωνυμίας της εταιρείας, όπως προβλέπει ο νόμος. Επιπλέον, πριν από την επιβολή του τρίτου προστίμου, η ΓΓΕ ενημέρωσε σχετικά και τις εισαγγελικές αρχές.
Διαφορετική είναι η εκδοχή της εταιρείας. Ο εκπρόσωπος και δικηγόρος της Dealber Στυλιανός Σούρλας, απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της «Κ», υποστήριξε πως έχει παραστατικά που θα προσκομίσει στην ΓΓΕ και τα οποία αποδεικνύουν πως τα προϊόντα έχουν όλα παραδοθεί. Επιπλέον, χαρακτηρίζει απαράδεκτη και παράνομη την ενέργεια της ΓΓΕ να δημοσιεύσει την επιβολή προστίμου πριν παρέλθει η προθεσμία δύο μηνών που προβλέπεται για να δοθούν επαρκείς εξηγήσεις στις καταγγελίες.
Ο ίδιος προσθέτει πως στην προβλεπόμενη διαδικασία προσβολής της απόφασης θα αποδειχθεί πως η Dealber δεν προέβη σε παραβίαση των διατάξεων περί προστασίας καταναλωτή, και ειδικότερα αυτών που διέπουν τις συναλλαγές από απόσταση, και τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές και σχετικά με τη διάθεση καταναλωτικών προϊόντων στην αγορά, όπως ισχυρίζεται η γενική γραμματεία. Επιπλέον επισημαίνει πως η όλη δημοσιότητα έχει προκαλέσει βλάβη στη φήμη της εταιρείας η οποία ήδη, μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης, δέχεται ακυρώσεις.
Πρωτοφανείς παραβάσεις για τα ελληνικά δεδομένα
Πρωτοφανές περιστατικό για τα ελληνικά χρονικά χαρακτηρίζει την υπόθεση της Dealber ο γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή κ. Αντώνης Παπαδεράκης, ενώ σε ανάλογες επισημάνσεις προβαίνουν και αρμόδιες πηγές από τον Συνήγορο του Καταναλωτή. Κι αυτό διότι, αν και οι δύο υπηρεσίες έχουν δεχθεί καταγγελίες από καταναλωτές και για άλλες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο ηλεκτρονικό εμπόριο, καμία έως τώρα δεν αφορά σε τόσο βαριές παραβάσεις της νομοθεσίας όσο αυτές για την εταιρεία Dealber. Οι συχνότερες καταγγελίες για άλλα ηλεκτρονικά καταστήματα αφορούν στην παράδοση ελαττωματικών προϊόντων, ή προϊόντων αποσυσκευασμένων ή στην παράδοση διαφορετικού μοντέλου από αυτό που έχει παραγγελθεί. Στη συντριπτική πλειονότητα, ωστόσο, των περιπτώσεων επέρχεται ικανοποίηση του καταναλωτή από τις εταιρείες, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό δεν διακινδυνεύουν τη φήμη τους, ειδικά καθώς πλέον οι καταναλωτές τείνουν να αξιολογούν τις εταιρείες σε εξειδικευμένες ιστοσελίδες, σε ειδικά φόρα, καθώς και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Το 2016 ο Συνήγορος του Καταναλωτή δέχθηκε συνολικά 579 αναφορές που αφορούν στο ηλεκτρονικό εμπόριο, αριθμός ο οποίος αντιπροσωπεύει το 8,2% επί του συνόλου των αναφορών στην εν λόγω αρχή. Σε σύγκριση με το 2015 υπάρχει αύξηση των αναφορών κατά 32,6%, η οποία αποδίδεται στην αύξηση των συναλλαγών ηλεκτρονικού εμπορίου –λόγω και της επιβολής των capital controls– καθώς και του αριθμού των ηλεκτρονικών καταστημάτων.
Σύμφωνα με την έκθεση του Εργαστηρίου Ηλεκτρονικού Εμπορίου και Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ), το 2016 υπολογίζεται ότι ο τζίρος του ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ελλάδα έφτασε τα 5,1 δισ. ευρώ με την κατά κεφαλήν δαπάνη ετησίως να υπολογίζεται σε 1.700 ευρώ.
Σε παγκόσμιο επίπεδο εκτιμάται ότι το ηλεκτρονικό εμπόριο θα σημειώσει ρυθμό ανάπτυξης 17% το 2017. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της Ecommerce Europe (το συλλογικό όργανο εκπροσώπησης των επιχειρήσεων του ηλεκτρονικού εμπορίου στην Ευρώπη), ο τζίρος των ηλεκτρονικών πωλήσεων αναμένεται να κλείσει στο τέλος του 2017 σε 1,84 τρισεκατ. δολάρια, με το 50% αυτού να πραγματοποιείται στην Ασία. Τούτο οφείλεται κατά βάση στην αγορά της Κίνας, τη μεγαλύτερη αγορά ηλεκτρονικού εμπορίου στον κόσμο, με τζίρο 681 δισεκατομμύρια δολάρια. Ακολουθούν οι ΗΠΑ με τζίρο 438 δισεκατομμύρια δολάρια και το Ηνωμένο Βασίλειο με 196 δισεκατομμύρια δολάρια.