Ενα ακόμη βήμα προς την απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος έκανε χθες η κυβέρνηση Τραμπ, όταν δημοσίευσε, μέσω του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, σειρά μεταρρυθμίσεων που αφορούν την αγορά κεφαλαίου, την αγορά μετοχών, ομολόγων και παραγώγων. Παρουσίασε με έγγραφο του υπουργείου Οικονομικών τις προτάσεις της για τη χαλάρωση ή και την πλήρη άρση σειράς ρυθμίσεων που αφορούν τις προϋποθέσεις για τη δημόσια εγγραφή επιχειρήσεων, την πρόσβαση των επιχειρήσεων στις αγορές κεφαλαίου αλλά και γενικότερα τη ρύθμιση των επενδύσεων.
Σχολιάζοντας σχετικά, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν τόνισε ότι «η αμερικανική οικονομία έχει σημειώσει αργή οικονομική ανάπτυξη για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα» και, δικαιολογώντας τις κινήσεις απορρύθμισης, προσέθεσε ότι «εναρμονίζοντας το ρυθμιστικό πλαίσιο, μπορούμε να καταστήσουμε τις αμερικανικές αγορές κεφαλαίου πραγματική πηγή οικονομικής ανάπτυξης που θα προωθήσει το αμερικανικό δαιμόνιο και θα επιτρέψει στις μικρές επιχειρήσεις να αναπτυχθούν».
Στην ανακοίνωση του υπουργείου τονίζεται πως οι ΗΠΑ πρέπει να θέσουν «πρώτα την Αμερική» στα διεθνή ρυθμιστικά φόρουμ, κάτι που ενδέχεται να φέρει τις ΗΠΑ σε τροχιά σύγκρουσης με τις διεθνείς ρυθμίσεις ενόψει της συνόδου του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον την επόμενη εβδομάδα. Είχε προηγηθεί τον Ιούνιο ανάλογο έγγραφο που προέβλεπε την απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος με την άρση όσων προβλέψεων επιβλήθηκαν μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση της διετίας 2007-2009 και ειδικότερα τις ασφαλιστικές δικλίδες που επιβάλλει στον τραπεζικό τομέα ο νόμος Ντοτ-Φρανκ.
Οπως επισημαίνει το Reuters, η νέα κίνηση του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, που παρουσιάζεται ως προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης με την κατάργηση της γραφειοκρατίας, αναμένεται να προκαλέσει αντιδράσεις τόσο σε επιχειρηματικούς κύκλους όσο και μεταξύ των επενδυτών.
Οι κύκλοι αυτοί εκφράζουν φόβους ότι με την απορρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των αγορών κεφαλαίων καθίσταται πολύ πιο εύκολη η εξαπάτηση των επενδυτών, αλλά προπαντός υπονομεύεται η ασφάλεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Ανάλογες αντιδράσεις ενδέχεται, άλλωστε, να εκφραστούν από πλευράς του αμερικανικού Κογκρέσου, καθώς έχει προβάλει σθεναρή αντίσταση σε κάθε προσπάθεια να αφαιρεθούν όσες ασφαλιστικές δικλίδες εφαρμόστηκαν μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση και στόχευαν στην αποτροπή νέας ανάλογης κρίσης.
Σε αντίθεση, πάντως, με τις προβλέψεις των προτάσεων που παρουσιάστηκαν τον Ιούνιο και αφορούν τον τραπεζικό τομέα, αυτήν τη φορά οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις απευθύνονται αποκλειστικά σε ρυθμιστικές αρχές που διάκεινται φιλικά προς την ατζέντα του Ντόναλντ Τραμπ. Πρόκειται για έγγραφο έκτασης 232 σελίδων που ουσιαστικά απευθύνεται στην αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς και την Επιτροπή Αγοράς Προθεσμιακών Συμβολαίων.
Σύμφωνα, πάντα, με το Reuters, τα δύο αυτά σώματα αναμένεται να λάβουν σοβαρά υπ’ όψιν τις συγκεκριμένες προτάσεις, μολονότι το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών δεν έχει άμεση αρμοδιότητα για τη ρύθμιση των χρηματαγορών.
Αλλωστε στα δύο αυτά ρυθμιστικά σώματα έχουν αναλάβει επικεφαλής στελέχη διορισμένα από τον Αμερικανό πρόεδρο, τα οποία αντιμετωπίζουν ευνοϊκά την ατζέντα και το πρόγραμμα του Ντόναλντ Τραμπ για χαλάρωση των ρυθμίσεων.
Είναι ενδεικτική η σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Οικονομικών, στην οποία τονίζεται ότι έχει προηγηθεί διαβούλευση με αυτά τα δύο σώματα τα οποία αντιμετωπίζουν ευνοϊκά τη φορολογική του ατζέντα.