Οι μάχες στη Βέργα, το Διρό και τον Πολυάραβο – Το Βατερλό του Ιμπραήμ στη Μάνη
Η γενναία απάντηση του Γεωργάκη Μαυρομιχάλη στον Ιμπραήμ – Η αποτυχημένη προσπάθεια των Αιγυπτίων να πατήσουν τη Μάνη – Οι ατρόμητες Μανιάτισσες – Η σημασία των επιτυχιών των Μανιατών
Στα μέσα του 1826, η Επανάσταση φαινόταν ότι πνέει τα λοίσθια. Μετά την κατάληψη της πόλης του Μεσολογγίου και τις επιτυχίες του στη Ρούμελη, ο Ιμπραήμ κατέβηκε στον Μοριά με σκοπό να αλώσει και την Μάνη που ήταν η μόνη περιοχή που αντιστεκόταν σθεναρά. Στην υπόλοιπη Πελοπόννησο, οι προσκυνημένοι αυξάνονταν συνεχώς, παρά τις εναγώνιες προσπάθειες του Κολοκοτρώνη και άλλων οπλαρχηγών να αποτρέψουν τις προσχωρήσεις Ελλήνων στο αιγυπτιακό στρατόπεδο.
Όπου περνούσαν οι Αιγύπτιοι του Ιμπραήμ, σκότωναν, λεηλατούσαν, έκαιγαν… Οι “καταδρομικές” επιθέσεις του Νικηταρά και άλλων, ναι μεν είχαν σαν αποτέλεσμα να σκοτώνονται αρκετοί εχθροί, όμως τα πλήγματα στις δυνάμεις του Ιμπραήμ δεν ήταν σε καμία περίπτωση τέτοια που θα έγερναν την πλάστιγγα προς τη μεριά των Ελλήνων.
Πριν τη μάχη της Βέργας
Όταν έπεσε το Νεόκαστρο, ο Ιμπραήμ κράτησε, παρά τη συμφωνία που είχε γίνει, τον Γεωργάκη Μαυρομιχάλη και τον Γιατράκο τους οποίους άφησε ελεύθερους όταν απελευθερώθηκαν οι δύο πασάδες που κρατούνταν στο Ναύπλιο, επειδή δεν είχαν συνυπογράψει τη συνθήκη κατά την πτώση του. Ο Μαυρομιχάλης, ακολουθώντας παρελκυστική τακτική, είχε ζητήσει προσκυνοχάρτια για τον ίδιο και τους συγγενείς του, πριν ο Ιμπραήμ αναχωρήσει για την Αιτωλία (Σπυρίδων Τρικούπης, “Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης”).
Οι Μανιάτες παρέμειναν στην περιοχή τους, προκαλώντας εκνευρισμό στους υπόλοιπους Έλληνες. Αλλά κι ο Ιμπραήμ, έχοντας χάσει την υπομονή του, έστειλε στις 29 Μαΐου, από τη Μεθώνη, επιστολή στον Γ. Μαυρομιχάλη που βρισκόταν στη Μάνη. Σ’ αυτή, τον επέκρινε αυστηρά γιατί δεν τηρούσε όσα είχαν συμφωνήσει και τον διέτασσε (!) να πάει μαζί με τους υπόλοιπους πρόκριτους να τον προσκυνήσουν γιατί διαφορετικά θα κατέστρεφε την πατρίδα του. Έδινε δε στους Μανιάτες χρονικό περιθώριο 10 ημερών για να κάνουν αυτό που τους προστάζει.
Ο Μαυρομιχάλης έλαβε την επιστολή, την κοινοποίησε στους συμπατριώτες του και με τη σύμφωνη γνώμη τους απάντησε στον Ιμπραήμ τα εξής:
“Από ημάς τους ολίγους Έλληνας της Μάνης και λοιπούς Έλληνας ευρισκομένους εις αυτήν.
Προς τον Ιμβαήμπασαν της Αιγύπτου.
Ελάβαμεν το γράμμα σου, εις το οποίον είδαμεν να μας φοβερίζεις ότι, αν δε σου προσφέρομεν την υποταγήν μας, θέλεις εξολοθρεύσει τους Μανιάτας και την Μάνην. Δια τούτο και ημείς σε περιμένομεν με όσας δυνάμεις θελήσεις. Οι κάτοικοι της Μάνης γράφομεν και σε περιμένομεν”.
Έξαλλος ο Ιμπραήμ, θεώρησε “casus belli” όπως θα λέγαμε σήμερα, την απάντηση των Μανιατών και ετοιμάστηκε να επιτεθεί στη Μάνη την ίδια ώρα που οι κάτοικοί της ετοίμαζαν την άμυνά τους.
Η μάχη της Βέργας (Ιούνιος 1826)
Στις 21 Ιουνίου 1826 ξεκίνησαν 7.000-8.000 τακτικοί και άτακτοι πεζοί για να καταλάβουν τη Μάνη, την οποία υπεράσπιζαν λιγότεροι από 2.500 Μανιάτες, Μεσσήνιοι, κυρίως Καλαματιανοί και πρόσφυγες από άλλα μέρη της Ελλάδας. Παράλληλα, για αντιπερισπασμό, ο Ιμπραήμ έστειλε στον Μεσσηνιακό Κόλπο δύο πολεμικά μπρίκια και μερικά φορτηγά πλοία. Στόχος του ήταν να κατευθυνθούν εκεί οι Μανιάτες και να μπορέσουν απερίσπαστοι οι πεζοί και οι ιππείς του να εισβάλλουν στη Μάνη.
Στις 22 Ιουνίου, οι άνδρες του Ιμπραήμ έφτασαν στους πρόποδες των βουνών όπου βρίσκεται η Βέργα κοντά στο λιμάνι του Αρμυρού. Τη Βέργα υπεράσπιζαν 1.000 γενναίοι Μανιάτες που έτρεψαν τρεις φορές τους Αιγύπτιους σε φυγή. Μετά από 10 ώρες σκληρών συγκρούσεων, οι Αιγύπτιοι υποχώρησαν αφήνοντας πίσω τους 100 νεκρούς. Οι Μανιάτες έχασαν 4 άνδρες. Οι Αιγύπτιοι, βλέποντας ότι οι περισσότεροι Μανιάτες είχαν συγκεντρωθεί στη Βέργα, κατευθύνθηκαν στο λιμάνι του Αρμυρού με πλοία. 1.500 από αυτούς αποβιβάστηκαν, πήγαν στο Διρό, κατέλαβαν τα χωριά Πύργο και Χαριά τα οποία έκαψαν και προχώρησαν προς την κωμόπολη της Τσίμοβας.
Οι κανονιές που δέχθηκαν από τον πύργο του Πικουλάκη, τους ανάγκασαν να οπισθοχωρήσουν προς τα Τσαλαπιανά με σκοπό να ανέβουν από εκεί προς την Τσίμοβα. Οι Μανιάτες όμως κατέλαβαν τους πύργους που βρισκόταν έξω από τα Τσαλαπιανά και ανάγκασαν τους Αιγύπτιους να φύγουν προς τον Διρό.
Ο Ιμπραήμ εξοργισμένος, έστειλε πάλι τους άνδρες του στα Τσαλαπιανά. Στη Μάνη σήμανε γενικός συναγερμός. Με κωδωνοκρουσίες καλούνταν όλοι και όλες να υπερασπιστούν την Τσίμοβα. Αρχιερείς, ιερείς, ηλικιωμένοι, γυναίκες που θέριζαν τα χωράφια μεταξύ Τσίμοβας και Χαριάς με τα δρεπάνια τους, επιτέθηκαν στους εχθρούς. Σε λίγο έφτασε και ο Κωνσταντίνος Μαυρομιχάλης με τους άνδρες του. Οι Αιγύπτιοι οπισθοχώρησαν στην παραθαλάσσια οχυρή θέση Τσουμπάρι. Και εκεί όμως νικήθηκαν και κατέφυγαν κακήν κακώς στα πλοία για να σωθούν. Πολλοί απ’ αυτούς έχασαν τότε τη ζωή τους (25 Ιουνίου 1826).
Στο μεταξύ, στις 24 Ιουνίου, έγινε μία τελευταία προσπάθεια από τους Αιγύπτιους να εξουδετερώσουν όσους ήταν οχυρωμένοι στη Βέργα. Πάλι όμως νικήθηκαν. Τελικά, ο Ιμπραήμ και οι άνδρες του έφυγαν ταπεινωμένοι και με πολλές απώλειες για την Καλαμάτα.
2.000 Πελοποννήσιοι που εκστράτευσαν στη Μάνη υπό την ηγεσία του Θ. Κολοκοτρώνη γύρισαν πίσω όταν έμαθαν τις επιτυχίες των Μανιατών.
Όπως αναφέραμε, οι γυναίκες της Μάνης είχαν μεγάλη συμβολή στην απόκρουση των Αιγυπτίων. Κορυφαίο παράδειγμα η Πανωραία (ή Πανώρια) Βοζίκη. Ο γέρος πατέρας της θέριζε στο παραλιακό χωράφι του. Ξαφνικά του επιτέθηκαν δύο Αιγύπτιοι. Καθώς προσπαθούσαν να τον δέσουν, η Πανωραία με το δρεπάνι της έκοψε το λαρύγγι του ενός και στη συνέχεια με τη βοήθεια του πατέρα της, σκότωσε και τον άλλον.
Η δεύτερη προσπάθεια του Ιμπραήμ να καταλάβει τη Μάνη
Τους επόμενους δύο μήνες, ο Ιμπραήμ με τις δυνάμεις του, συνέχισαν την καταστροφική δράση τους στον Μοριά, έχοντας να αντιμετωπίσουν τον κλεφτοπόλεμο των Ελλήνων. Βασικός πρωταγωνιστής του κλεφτοπόλεμου αυτού που είχε σαν αποτέλεσμα εκατοντάδες Αιγύπτιοι να χάσουν τη ζωή τους, ήταν ο Νικηταράς.
Ο Ιμπραήμ, παρά τις απώλειες αυτές, δεν μπορούσε να ξεχάσει το διπλό στραπάτσο στη Μάνη και αποφάσισε, για μια ακόμη φορά, να την πολιορκήσει.
Έτσι στις 21 Αυγούστου 1826, αιγυπτιακές δυνάμεις, έφτασαν στα χωριά Αναβρυτή και Στορτσά. Ανέβηκαν την Κακή Σκάλα του Ταΰγετου, όπου συνάντησαν αντίσταση και υποχώρησαν στην κοιλάδα του Μαχμούτμπεη όπου και διανυκτέρευσαν. Την επόμενη μέρα, έφτασαν στις εκβολές του Ευρώτα. Αφού έμειναν εκεί δύο μέρες, ανέβηκαν στα Μπαρδουνοχώρια και μπήκαν στην περιοχή του Μαλευρίου καίγοντας πολλά σπίτια από τα γύρω χωριά.
Στις 27 Αυγούστου 1826, ξεκίνησαν για το εσωτερικό της Μάνης, με πρώτο “σταθμό” το χωριό Μανιάκοβα.
Εκεί, ο Παναγιώτης Κοσονάκος με τους άνδρες του και ο Γεωργάκης Μαυρομιχάλης που έσπευσε να τον βοηθήσει, καθυστέρησαν την προέλαση των Αιγυπτίων. Οι Έλληνες όμως, ήταν μόλις 300 (οι Αιγύπτιοι υπολογίζονται στις 4.000).
Έτσι, οι Μανιάτες εγκατέλειψαν τη Μανιάκοβα και πήγαν σε νέα, πιο καλά οχυρωμένη θέση. Ο ερχομός του Ηλία Κατσάκου με 300 δεινούς πολεμιστές που χτύπησαν τους Αιγύπτιους από τα νώτα τους, είχε σαν αποτέλεσμα αυτοί να οπισθοχωρήσουν προς την πεδιάδα του Πασαβά, με σκοπό να πάνε στα χωριά Σκυφιάνικα και Πολυάραβο. Δίσταζαν όμως, καθώς φοβόταν ότι θα δεχτούν ελληνική επίθεση στη διάρκεια της διαδρομής τους.
Τότε, ένας μικροκαπετάνιος της Μάνης, ο Μποσινάς, που είχε, προσκυνήσει τον Ιμπραήμ, εμφανίστηκε πρόθυμος, “σαν άλλος Εφιάλτης” γράφει ο Σ. Τρικούπης, να οδηγήσει τους εχθρούς από ένα άγνωστο μονοπάτι στα παραπάνω χωριά. Το μονοπάτι αυτό, περνούσε από το χωριό Δεσφίνα, στον πύργο του οποίου ήταν κλεισμένοι οι άνδρες του Θοδωρή Σταθάκου. Ο Σταθάκος, παραπλανώντας τον Μποσινά τον σκότωσε. Οι Αιγύπτιοι, έβαλαν φωτιά στον πύργο καίγοντας όσους ήταν κλεισμένοι εκεί. Στη συνέχεια, καθυστερημένα κατευθύνθηκαν προς τον Πολυάραβο. Έφτασαν εκεί στις 28 Αυγούστου 1826. Το χωριό υπεράσπιζαν ο Τσαλαφατίνος, ο Γιατράκος, ο Ηλίας Κατσάκος και ο Γεωργάκης Μαυρομιχάλης με 2.000 άνδρες. Οι Μανιάτες κατατρόπωσαν τους Αιγύπτιους σκοτώνοντας διακόσιους και αιχμαλωτίζοντας εφτά. Εννιά Έλληνες σκοτώθηκαν και άλλοι τόσοι τραυματίστηκαν. Και πάλι οι γυναίκες της Μάνης είχαν σημαντική συμβολή στην ελληνική επιτυχία. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Ελένης Αναειπόνυμφης που έσωσε το παιδί και τα χρήματα της, σκοτώνοντας έναν Αιγύπτιο.
Είναι πάρα πολλά τα περιστατικά απίστευτης γενναιότητας από τις Μανιάτισσες που αναφέρονται, τόσο κατά τη μάχη της Βέργας όσο και στη μάχη του Πολυάραβου. Ντροπιασμένοι ο Ιμπραήμ και οι άνδρες του, μετά τη νέα ήττα τους, ξαναγύρισαν στην Τριπολιτσά μέσω του Μυστρά.
Η σημασία των επιτυχιών των Μανιατών
Με τις νίκες τους επί του Ιμπραήμ, οι Μανιάτες κράτησαν αλώβητη την πατρίδα τους από κάθε εχθρική επιδρομή.
Το ηθικό των υπόλοιπων Ελλήνων αναπτερώθηκε. Φάνηκε περίτρανα ότι ο Ιμπραήμ δεν ήταν ανίκητος. Και τέλος, η Επανάσταση “ανέπνευσε”, σε μία πολύ κρίσιμη και δραματική καμπή της.
Πηγή: Σπυρίδωνος Τρικούπη, “ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ”, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ