Ενα Brexit χωρίς εναλλακτική εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε. θα ασκούσε ασφυκτικές πιέσεις στα φτωχότερα νοικοκυριά του Ηνωμένου Βασιλείου. Πρόκειται για δυσάρεστο ενδεχόμενο, το οποίο κάνει ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στο Λονδίνο και στις Βρυξέλλες όσον αφορά το κόστος του διαζυγίου. Πάνω από τρία εκατομμύρια νοικοκυριά στη Βρετανία θα έρθουν αντιμέτωπα με πρόσθετες δαπάνες 260 στερλινών τον χρόνο για ρουχισμό, τρόφιμα και μετακίνηση, συμπεραίνουν το βρετανικό Παρατηρητήριο Εμπορικής Πολιτικής (UK Trade Policy Observatory) και το κέντρο ερευνών Resolution Foundation.
Πάντως, το καλό κλίμα που κυριάρχησε στο προχθεσινό δείπνο ανάμεσα στη Βρετανίδα πρωθυπουργό Τερέζα Μέι και τον πρόεδρο της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ δεν εγγυάται και τη θερμή υποδοχή του Λονδίνου από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη στη διήμερη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. για το Brexit που αρχίζει αύριο στις Βρυξέλλες.
Η υπόλοιπη Ευρώπη έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα συζητήσει εναλλακτική εμπορική συμφωνία με τη Βρετανία αν δεν αποσαφηνιστούν οι όροι του διαζυγίου. Στο δείπνο που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα, ο επίτροπος για το Brexit Μισέλ Μπαρνιέ υπενθύμισε στην κ. Μέι και στον αρμόδιο υπουργό της Βρετανίας Ντέιβιντ Ντέιβις ότι «χρειάζονται δύο για να επιταχυνθούν οι διαπραγματεύσεις». «Ο χρόνος τρέχει πολύ γρήγορα. Εχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε», πρόσθεσε ο κ. Μπαρνιέ.
Ομως, εκπρόσωπος της βρετανικής κυβέρνησης δήλωσε χθες ότι το κόστος εξόδου της χώρας από την Ε.Ε. θα συζητηθεί στο πλαίσιο όλων των ζητημάτων που συσχετίζονται με το Brexit, μια θέση που δεν διαφοροποιείται από προηγούμενες του Λονδίνου και άρα δεν εκφράζει καμία υποχώρηση. Η ολιγωρία και η αοριστία της Βρετανίας να προσδιορίσει, μεταξύ άλλων, τις οικονομικές δεσμεύσεις απέναντι στην Ε.Ε., τις οποίες προτίθεται να εκπληρώσει ενόψει του Brexit, προκαλούν έντονες αντιδράσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους.
Η Γαλλία και η Γερμανία έχουν σκληρύνει τη γραμμή τους, ενώ οι Βρυξέλλες ζητούν από το Λονδίνο να ξεκαθαρίσει τη στάση του σε τρία μέτωπα: τα δικαιώματα παραμονής των πολιτών της Ε.Ε., τον λογαριασμό εξόδου από την Ε.Ε. και το ζήτημα της Βορείου Ιρλανδίας (που συνορεύει με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, μέλος της Ευρωζώνης). Ο Ολλανδός υπουργός Εξωτερικών Μπερτ Κούντερς δήλωσε χθες ότι «εμείς, τα 27 κράτη-μέλη, θεωρούμε πολύ σημαντικό να υπάρξει σημαντική πρόοδος και στα τρία μέτωπα».
Τον Μάρτιο του 2019 έχει προσδιοριστεί η καταληκτική ημερομηνία για την αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. Η κ. Μέι, η οποία επιθυμεί να δοθεί στη Βρετανία παράταση διετίας στο Brexit μέχρι το 2021, δέχεται πιέσεις από τις Βρυξέλλες αλλά και από το ίδιο το κόμμα της, ορισμένα μέλη του οποίου τάσσονται υπέρ ενός σκληρού Brexit. Ομως με ένα σκληρό Brexit, δηλαδή χωρίς εναλλακτική εμπορική συμφωνία με την Ε.Ε., τα φτωχότερα νοικοκυριά στη Βρετανία είναι αυτά που θα υποστούν το μεγαλύτερο οικονομικό πλήγμα. Ηδη η πτώση της στερλίνας έναντι του ευρώ έχει επηρεάσει την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, με τις τιμές καταναλωτή να έχουν αναρριχηθεί στο 3% τον Σεπτέμβριο, όταν η αύξηση των μισθών δεν είναι ικανοποιητική τα τελευταία χρόνια.
Υπέρ μεταβατικής συμφωνίας ο ΟΟΣΑ
O γενικός διευθυντής του ΟΟΣΑ Ανχελ Γκουρία προέτρεψε χθες την Ε.Ε. και το Λονδίνο να συμφωνήσουν σε μια μεταβατική περίοδο, ενόψει του Brexit, αν ανακύψει τέτοια ανάγκη από την πορεία των διαπραγματεύσεων.
Πιστεύει ακράδαντα ότι οι Ευρωπαίοι εταίροι επιθυμούν μια θετική έκβαση για το Brexit εξίσου με τους Βρετανούς. Στην έκθεση του ΟΟΣΑ για την οικονομία της Βρετανίας αναφέρεται ότι η έξοδος της χώρας από την Ε.Ε. χωρίς εναλλακτική εμπορική συμφωνία ή μια ομαλή μετάβαση θα ήταν το «λιγότερο ευνοϊκό αποτέλεσμα», τονίζοντας ότι η ανατροπή του Brexit θα είχε πολύ θετική επίδραση στην οικονομία. Ο ΟΟΣΑ διατήρησε αμετάβλητες στο 1% τις εκτιμήσεις για ανάπτυξη στην οικονομία από τον Σεπτέμβριο, όπου είχαν αναθεωρηθεί προς τα κάτω από το 1,6%. Για να περιοριστούν οι επιπτώσεις από το Brexit, ο ΟΟΣΑ προτείνει την αύξηση των δημόσιων επενδύσεων και τη συνέχιση της χαλαρής νομισματικής πολιτικής από την Τράπεζας της Αγγλίας. Σε ανάλογο μήκος κύματος, ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Ντέιβ Ράμσντεν δήλωσε χθες ότι δεν πιστεύει πως μια αύξηση του βασικού επιτοκίου είναι απαραίτητη μέσα στους επόμενους μήνες, διότι δεν είναι πολλές οι ενδείξεις που να σηματοδοτούν μια ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων στους μισθούς.
Στην έκθεσή του, τέλος, ο ΟΟΣΑ τόνισε την ανάγκη επίτευξης συμφωνίας για τα δικαιώματα παραμονής των πολιτών της Ε.Ε. στη Βρετανία, για να μην υπάρξει μείωση στην προσφορά εργασίας και πληγεί η παραγωγικότητα.