Σύμφωνα με τον διευθυντή του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής & Τοξικολογίας του ΑΠΘ, που κατέθεσε σήμερα στη δίκη του ακαδημαϊκού, ο 45χρονος έδινε αρσενικό στη σύζυγό του ακόμη κι ενώ νοσηλευόταν
Σε εγκληματική ενέργεια απέδωσε τη δηλητηρίαση των δύο γυναικών από αρσενικό το καλοκαίρι του 2013 ο πραγματογνώμονας ιατροδικαστής ο οποίος κατέθεσε σήμερα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης.
Στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθεται ο 45χρονος λέκτορας Γεωλογίας του ΑΠΘ, που κατηγορείται ότι δολοφόνησε την 34χρονη σύζυγό του και την 85χρονη γιαγιά της, το καλοκαίρι του 2013.
Ο μάρτυρας διευθυντής του Εργαστηρίου Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του ΑΠΘ εμφανίστηκε βέβαιος ότι «δεν πρόκειται για ατύχημα» και επισήμανε ότι η σύζυγος του λέκτορα δηλητηριάστηκε ακόμη και κατά τη νοσηλεία της, μέσα στο νοσοκομείο Παπανικολάου. Αυτό προέκυψε από τα δείγματα αίματος και ούρων που εξετάστηκαν μετά θάνατον.
Ο πραγματογνώμονας μίλησε για λανθασμένα αποτελέσματα εξετάσεων κατονομάζοντας συγκεκριμένη ιατροδικαστή που εξέτασε δείγμα αίματος ενώ η 34χρονη βρισκόταν στη ζωή και εντόπισε υψηλές συγκεντρώσεις καδμίου αντί για αρσενικό.
«Ήταν απόμακρος και δεν αγωνιούσε για την υγεία της»
Υπενθυμίζεται ότι, χθες, καταθέτοντας ενώπιον του δικαστηρίου, η τραγική 67χρονη μητέρα της 34χρονης και κόρη της 85χρονης, μάρτυρας στην υπόθεση, εξιστόρησε τη δική της εκδοχή για τους θανάτους τους, ξεκινώντας από τα πρώτα σημάδια ασθένειας που εμφάνισε η κόρη της, τον Δεκέμβριο του 2012.
Όπως υποστήριξε η ίδια, το ζευγάρι αντιμετώπιζε προβλήματα.
«Δεν είχαν καλή σχέση, αλλά καβγάδες. Ήταν (σ.σ. ο κατηγορούμενος) άνθρωπος εσωστρεφής. Μάλιστα, την είχε διώξει μία φορά από το σπίτι, ενώ ήταν λεκτικά βίαιος απέναντί της», είπε χαρακτηριστικά η 67χρονη, τονίζοντας πως η ίδια ήταν αντίθετη στη σχέση τους.
Σύμφωνα με τη μάρτυρα, από τον Δεκέμβριο του 2012, η 34χρονη είχε τάσεις λιποθυμίας και ατονία. «Ξάπλωνε συνέχεια και ο οργανισμός της εξασθενούσε», είπε και πρόσθεσε: «Μετά τον Ιανουάριο του 2013 οι αδιαθεσίες ήταν όλο και πιο συχνές, συνοδευόμενες από λιποθυμικές τάσεις και τάσεις για εμετό».
Στις 25 Ιουλίου του ίδιου έτους, συνέχισε η 67χρονη, εισήχθη στο νοσοκομείο Παπανικολάου. «Της έβαλαν ορό και αργότερα οδηγήθηκε στη ΜΕΘ, όπου η κατάστασή της παρουσίαζε σταδιακά βελτίωση», επισήμανε. Εκεί την επισκεπτόταν και ο άνδρας της, τον οποίο, σύμφωνα με τη μάρτυρα, η ίδια άφηνε μόνο του με την κόρη της και ασθενή.
«Κάποια στιγμή, με εντολή των γιατρών, άρχισαν να της δίνουν φαγητό και έπινε συνεχώς νερό. Κατά 90%, αυτός της έφερνε νερό από το κυλικείο του νοσοκομείου και της το έδινε με καλαμάκι γιατί τα χέρια της τρέμανε και δεν μπορούσε μόνη της», συμπλήρωσε και χαρακτήρισε τον κατηγορούμενο απόμακρο, υποστηρίζοντας πως «έδειχνε να μην ενδιαφέρεται πολύ για την κατάσταση της υγείας της, ποτέ δεν εξέφρασε αγωνία».
Όπως είπε η ίδια, πληροφορήθηκε μετά θάνατον, από τις πραγματογνωμοσύνες, ότι η κόρη της είχε δηλητηριαστεί από αρσενικό.
Ολοκληρώνοντας την κατάθεσή της και απαντώντας σε ερώτηση της εισαγγελέως της έδρας, η 67χρονη επισήμανε ότι αν και δεν έχει δει τίποτε με τα μάτια της, «πιστεύω ότι ο δολοφόνος της κόρης και της μητέρας μου είναι ο κατηγορούμενος».
Το ιστορικό
Υπενθυμίζεται ότι ο κατηγορούμενος κρίθηκε προφυλακιστέος τον Ιανουάριο του 2017. Η έρευνα των διωκτικών αρχών διήρκησε περισσότερο από τρία χρόνια. Ο κατηγορούμενος για «ανθρωποκτονία από πρόθεση, κατά συρροή» ξεκίνησε να απολογείται από τον περασμένο Νοέμβριο.
Η απολογία του ελήφθη σε δόσεις καθώς ο κατηγορούμενος εμφανίστηκε τέσσερις φορές ενώπιον του ανακριτή για να απολογηθεί.
Ο 45χρονος αρνείται την κατηγορία και υποστηρίζει την εκδοχή της δηλητηρίασης από σωληνώσεις, σύμφωνα με τον δικηγόρο του. Κατά την προανάκριση ο τότε ύποπτος ακαδημαϊκός κατέθεσε ανωμοτί στην Ασφάλεια Θεσσαλονίκης, κάνοντας λόγο για ατύχημα. Παρουσιάστηκε, μετα τη εκταφή και τις τοξικολογικές εξετάσεις στις σορούς γιαγιάς και εγγονής που αποκάλυψαν υψηλές συγκεντρώσεις αρσενικού.
Οι διωκτικές αρχές πιστεύουν ότι η 34χρονη σύζυγος δηλητηριάστηκε σταδιακά σε μεγάλο χρονικό διάστημα ακόμη μέσα στο νοσοκομείο «Παπανικολάου», όπου νοσηλευόταν.
Ο κατηγορούμενος φέρεται να δηλητηρίασε τη γυναίκα του και μητέρα του ανήλικου παιδιού τους, κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της.
Η 31χρονη παθούσα εργαζόταν ως διοικητική υπάλληλος στη βιβλιοθήκη της Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ. Τέλη Ιουλίου 2013 εισήχθη εσπευσμένα στο Νοσοκομείο Παπανικολάου, με συμπτώματα μυϊκής αδυναμίας. Μεταφέρθηκε στην Εντατική και ύστερα από νοσηλεία 7 ημερών η υγεία της βελτιώθηκε και επέστρεψε στην Παθολογική Κλινική του νοσοκομείου. Εκεί την επισκέπτονταν συχνά οι γονείς της, η γιαγιά της και ο σύζυγός της.
Τον επόμενο μήνα και η γιαγιά εισήχθη στο ίδιο νοσοκομείο με οξεία νεφρική ανεπάρκεια και έχασε τη μάχη με τη ζωή, ύστερα από ολιγοήμερη νοσηλεία. Η εγγονή επέστρεψε στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και κατέληξε από πολυοργανική ανεπάρκεια, τρεις ημέρες αργότερα. Η κατάσταση της υγείας της επιδεινώθηκε ραγδαία, την ώρα που όλα έδειχναν να πηγαίνουν καλά. Κάπου εκεί άρχισαν να κινούνται υποψίες ότι πίσω από τους δύο θανάτους υπάρχει ένας δολοφόνος.