Μοιάζει με τον τετραγωνισμό του κύκλου: Συγκρότηση μιας κυβέρνησης συνεργασίας, διόλου θελκτικής για τους συμβαλλόμενους, μόνο και μόνο επειδή η εναλλακτική λύση της διεξαγωγής εκλογών φαντάζει ακόμη λιγότερο θελκτική. Συσπείρωση γύρω από μία καγκελάριο, η οποία έχει εμφανώς χάσει την αυθεντία της – χωρίς όμως να έχει προβάλει στον ορίζοντα αυτός που θα μπορούσε να την αντικαταστήσει. Προσπάθεια συνέχισης μιας αποϊδεολογικοποιημένης πολιτικής χαμηλού ρίσκου, την ώρα που ο περίγυρος επενδύει σε ελπίδες για μεγάλες τομές χάριν της Ευρώπης.
Αυτό είναι το φόντο, στο οποίο διοργανώνεται, σήμερα Πέμπτη, η συνάντηση υπό τον πρόεδρο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας Frank-Walter Steinmeier ανάμεσα στους ηγέτες των Χριστιανοδημοκρατών, Angela Μerkel, των Βαυαρών Χριστιανοδημοκρατών, Horst Seehofer και των Σοσιαλδημοκρατών, Μartin Schulz, με αντικείμενο τον σχηματισμό νέας κυβέρνησης – δέκα ημέρες μετά την κατάρρευση των συνομιλιών για σχηματισμό συνασπισμού τύπου “Τζαμάικα”.
Τα όσα συνέβησαν την εβδομάδα αυτήν στους κόλπους του απερχόμενου “μεγάλου συνασπισμού”, δείχνουν βέβαια το προβληματικό κλίμα που περιβάλλει την προσπάθεια συγκρότησης ενός νέου. Προτού καν τα δύο μεγάλα κόμματα μπουν σε επίσημες συνομιλίες, ο Χριστιανοδημοκράτης υπουργός Γεωργίας Christian Schmidt ανέτρεψε, με μονομερή του απόφαση, τη στάση αποχής της Γερμανίας στα ευρωπαϊκά όργανα ως προς τη χρήση της γλυφοσάτης, με αποτέλεσμα να νομιμοποιηθεί, για άλλη μία πενταετία, η χρήση του δυνάμει καρκινογόνου αυτού εντομοκτόνου. Η προερχόμενη από τους Σοσιαλδημοκράτες υπουργός Περιβάλλοντος Barbara Hendricks εξεμάνη, αλλά το όλο θέμα τελείωσε με παρατηρήσεις της καγκελαρίου στον Schmidt.
Το σημερινό ραντεβού είναι κρίσιμο, αλλά όχι τελειωτικό. Ακόμη και αν σημειωθεί πρόοδος, η διαδικασία των διαβουλεύσεων εξαρχής προβλέπεται μακρά, καθώς οι Σοσιαλδημοκράτες προσπαθούν να “εκπαιδεύσουν” στην προοπτική της συγκυβέρνησης τη βάση τους, η οποία και θα έχει τον καθοριστικό λόγο σε κομματικό συνέδριο στις 7 και 8 Δεκεμβρίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε έρευνα του ινστιτούτου Forsa που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη, μόλις το 36% των μελών των Σοσιαλδημοκρατών επικροτεί την ιδέα ενός νέου “μεγάλου συνασπισμού” (έναντι 40% για τον γενικό πληθυσμό), αν και μόνο το 13% θα προτιμούσε την εκ νέου προσφυγή στις κάλπες.
Ήδη, πάντως, οι γραπτές εισηγήσεις για το συνέδριο, απαλείφουν προηγούμενες αναφορές στη στροφή του κόμματος στον ρόλο της αντιπολίτευσης, αλλά ταυτόχρονα αφήνουν ανοικτό το ενδεχόμενο συμμετοχής στην κυβέρνηση. Το SPD δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να προσφέρει εξωτερική στήριξη σε μία, δίχως προηγούμενο στα γερμανικά πράγματα, κυβέρνηση μειοψηφίας – αντί να επωμισθεί το βάρος (όπως συνέβη στα 8 από τα 12 προηγούμενα χρόνια) της συμμετοχής, από θέση ελάσσονος εταίρου, σε έναν “μεγάλο συνασπισμό”, με τίμημα την αδιάκοπη εκλογική συρρίκνωση του κόμματος. Ενδεχομένως λοιπόν η διαπραγματευτική τακτική Schulz να αποβλέπει στο να συρθεί η Merkel ακριβώς στην επιλογή του σχηματισμού κυβέρνησης μειοψηφίας.
Ο πρόεδρος των Σοσιαλδημοκρατών φρόντισε, πάντως, να ενισχύσει τις απαιτήσεις του την παραμονή του σημερινού ραντεβού, με ομιλία του προς την εργοδοτική ένωση BGA. Από τη μία, τόνισε ότι έχει επίγνωση των ευθυνών του, υπαινισσόμενος την ετοιμότητά του να συμβάλει στον σχηματισμό κυβέρνησης, από την άλλη όμως τόνισε ότι ότι απαιτείται ένα “τολμηρό όραμα” και ότι η έκβαση των συνομιλιών δεν μπορεί να προδικασθεί. Ο ίδιος τάχθηκε υπέρ της θέσπισης προϋπολογισμού της Ευρωζώνης, ώστε να προωθηθούν οι επενδύσεις, της δημιουργίας θέσης υπουργού Οικονομικών της νομισματικής ένωσης, με κύριο στόχο τον μετριασμό του φορολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών-μελών, καθώς και την καθιέρωση ενός “ευρωπαϊκού πλαισίου” για τον κατά τόπους κατώτατο μισθό.
Ασφαλώς οι προτάσεις αυτού του τύπου αποτελούν μουσική για τα αυτιά του Γάλλου προέδρου Emmanuel Macron. Προφανώς ο Schulz εκτιμά ότι ο τρόπος, με τον οποίο εξελίχθηκαν τα πράγματα μετεκλογικά, επιβάλλει στο κόμμα του να διεκδικήσει το μέγιστο των ανταλλαγμάτων για τη σύμπραξή του με τη Merkel.
Το σκληρό παζάρι Schulz δεν αποτελεί όμως τη μοναδική πρόκληση που αντιμετωπίζει η καγκελάριος το τελευταίο 24ωρο. Στο αδελφό βαυαρικό κόμμα, η ηγεσία του Seehofer αμφισβητείται από την ομάδα των βουλευτών που πρόσκεινται στον υπουργό Οικονομικών του κρατιδίου Markus Söder και προβληματίζονται, ενόψει των βαυαρικών εκλογών σε έναν χρόνο, από τις μεγάλες απώλειες που υπέστη η Χριστιανοκοινωνική Ένωση στις ομοσπονδιακές εκλογές του Σεπτεμβρίου υπέρ της ακροδεξιάς Εναλλακτικής για τη Γερμανία. Μάλιστα, οι “αντάρτες” φέρονται να απεργάζονται την καθαίρεση του Seehofer από την πρωθυπουργία της Βαυαρίας σε ψηφοφορία που θα διεξαχθεί τη Δευτέρα – και η Merkel κινδυνεύει έναν στενό της σύμμαχο. Μολονότι ο Seehofer είχε στο πρόσφατο παρελθόν πρωταγωνιστήσει στις επικρίσεις κατά της καγκελαρίου για την προσφυγική της πολιτική, το τελευταίο διάστημα έχει σαφώς χαμηλώσει τους τόνους.