Συνέχιση της συγκέντρωσης που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια στον κλάδο των σούπερ μάρκετ «βλέπουν» οι ίδιοι οι άνθρωποι της αγοράς, προμηθευτές και λιανέμποροι. Η στασιμότητα που παρατηρείται στις πωλήσεις το 2017 και οι δυσοίωνες προβλέψεις του κλάδου για το 2018 ασκούν πιέσεις στις επιχειρήσεις, κυρίως αυτές που είναι μεσαίου μεγέθους και έχουν δυσανάλογα υψηλό λειτουργικό κόστος. Την ίδια ώρα οι λιανέμποροι δεν κρύβουν την ανησυχία τους για «κανόνια» προμηθευτών, καθώς και για την αποχώρηση από την Ελλάδα εμπορικών εταιρειών οι οποίες ανήκουν σε πολυεθνικούς ομίλους.
«Το λιανεμπόριο θα εξακολουθήσει να αλλάζει. Θα γίνουν και άλλες συγχωνεύσεις και θα επιβιώσει αυτός που θα καταφέρει να διαφοροποιηθεί», υποστήριξε χθες ο κ. Στ. Λιαδάκης, market manager της «ΑΒ Βασιλόπουλος», μιλώντας στην εκδήλωση «Σούπερ Μάρκετ Φόρουμ 2017», η οποία διοργανώθηκε από την Β&Β Εκδοτική Διαφημιστική και το περιοδικό «Ο κόσμος του σούπερ μάρκετ». «Οι κανόνες αλλάζουν με πολύ ταχείς ρυθμούς πλέον. Απαιτείται διορατικότητα και ψυχραιμία. Θα επιβιώσουν όσοι έχουν χαρτογραφήσει την αγορά και μιλούν διαφορετικά σε κάθε καταναλωτή και όχι μόνο μέσω των μαζικών προσφορών», ανέφερε από την πλευρά του ο κ. Σταμάτης Δαυίδ, διευθυντής μάρκετινγκ της «Μασούτης Α.Ε.».
Με την περιφέρεια και δη τις τουριστικές περιοχές να αποτελούν στην παρούσα φάση το «αντικείμενο του πόθου» για τις μεγάλες λιανεμπορικές αλυσίδες, ο στόχος τους είναι οι μεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου. Ο κ. Γιάννης Πηλίδης, γενικός διευθυντής της εταιρείας Συνεργαζόμενοι Παντοπώλες Α.Ε., εκτίμησε ότι οι μεσαίες αλυσίδες τείνουν προς εξαφάνιση, είτε διότι θα βάλουν λουκέτο είτε διότι θα ξεκουρασθούν από τις μεγάλες. Ο λόγος; «Έχουν λειτουργικό κόστος μεγάλης αλυσίδας, αλλά παροχές μικρής αλυσίδας», τόνισε χαρακτηριστικά. Ο ίδιος εκτίμησε ότι οι μικρότερες επιχειρήσεις του κλάδου, η λεγόμενη μικρή αγορά, θα επιβιώσει –όπως έχει γίνει και στις υπόλοιπες χώρες– αλλά υπό τη μορφή συνεργατικών σχημάτων, με μια κοινή ταυτότητα.
Ο μειωμένος τζίρος, η πληθώρα προωθητικών ενεργειών, το κόστος των οποίων πληρώνουν κατά τα 2/3 οι προμηθευτές, η καθυστέρηση στις πληρωμές από το λιανεμπόριο που φτάνει στην πλειονότητα των περιπτώσεων τις 160 ημέρες (μία μόνο αλυσίδα πληρώνει εντός 30 ημερών, ζητώντας βεβαίως πολλές εκπτώσεις και άλλη μία εντός 90 ημερών), καθώς και το «κούρεμα» κατά 50% των απαιτήσεων που είχαν από τη «Μαρινόπουλος» καθιστούν εξαιρετικά δύσκολο το περιβάλλον για τους προμηθευτές. Παράγοντες της αγοράς, μάλιστα, εκτιμούν ότι το επόμενο διάστημα θα ενταθούν οι πιέσεις από την πλευρά των τραπεζών, οι οποίες θέλουν να περιορίσουν σημαντικά τις επισφάλειές τους. Δεν είναι λίγοι, λοιπόν, εκείνοι που φοβούνται ότι εγχώριες βιομηχανίες βρίσκονται μπροστά στον κίνδυνο πτώχευσης. Επιπλέον, η διατήρηση των πωλήσεων σε χαμηλά επίπεδα καθιστά το κόστος διατήρησης στην Ελλάδα εμπορικών εταιρειών που είναι θυγατρικές ξένων ομίλων υψηλότερο από το να αναθέσουν το έργο αυτό σε τρίτους χονδρέμπορους και αυτές να αποχωρήσουν από την ελληνική αγορά.