Ασφυκτιά η αγορά εργασίας από την κατάρρευση των αμοιβών και της απασχόλησης
Κακοπληρωμένοι εργαζόμενοι και – ως εκ τούτου – …φτωχοί. Τριπλάσιοι υποαπασχολούμενοι με μισθούς πείνας. Απογοητευμένοι και αποθαρρυμένοι άνεργοι, που σταματούν ακόμα και την αναζήτηση εργασίας. Πρόκειται για τη σημερινή εικόνα της αγοράς εργασίας και της κοινωνίας που ασφυκτιά από την κατάρρευση των αμοιβών αλλά και της απασχόλησης.
Στην εμφάνιση της κοινωνικής ομάδας των «φτωχών εργαζομένων» (working poor) στη χώρα μας, που περιέγραψε πρόσφατα το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel», πρωτοαναφέρθηκε ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ κ. Γ. Παναγόπουλος κατά την παρουσίαση της ενδιάμεσης μελέτης του Ινστιτούτου Εργασίας της οργάνωσης για την ελληνική οικονομία, τον προηγούμενο Οκτώβριο. «Πλέον η φτώχεια συναντάται και στους εργαζομένους, ενώ σε παλαιότερες μελέτες καταγραφόταν μόνο στους ανέργους» είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ.
Αποθάρρυνση
Ταυτοχρόνως τα στοιχεία δείχνουν υψηλή πραγματική ανεργία, πολλαπλάσια ποσοστά υποαπασχολουμένων και εκτόξευση της μακροχρόνιας ανεργίας, η οποία οδηγεί σε αποθάρρυνση τους ανέργους, οι οποίοι παύουν – πλέον – να αναζητούν δουλειά.
Παρότι η κυβέρνηση επιχειρεί να αντιστρέψει την εικόνα, εμφανίζοντας στοιχεία μείωσης των επισήμων ποσοστών ανεργίας, με τα μελανότερα χρώματα περιγράφει την εικόνα της αγοράς και ο ΣΕΒ. Συγκεκριμένα χαρακτηρίζει «απογοητευτική» την κατάσταση στην ελληνική αγορά εργασίας και σημειώνει ότι οι αλλαγές που υπέστη η χώρα και οδήγησαν σε αυτή την εικόνα ήταν μεν «πρωτόγνωρες», αλλά «σύμφωνες με τις διεθνείς πρακτικές». Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, τα οποία επικαλείται ο ΣΕΒ, η Ελλάδα κατέχει το θλιβερό πρωτείο της χώρας με το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας στις χώρες του Οργανισμού, ενώ οι νέοι, οι γέροι, οι μητέρες με μικρά παιδιά, τα άτομα με ειδικές ανάγκες και οι μετανάστες έχουν μικρότερο ποσοστό απασχόλησης.
Οι μισθοί
Επίσης, οι αμοιβές όσων εργάζονται είναι χαμηλότερες από τον μέσο όρο των χωρών του Οργανισμού και ξεπερνούν μόνο τις αντίστοιχες αμοιβές των πρώην κομμουνιστικών χωρών, της Τουρκίας και της Πορτογαλίας.
Η κάθετη πτώση των μισθών και η έκρηξη των ευέλικτων μορφών απασχόλησης – από το 2010 και εντεύθεν – οδήγησαν τη χώρα μας σε αμοιβές… Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Το 2012 με το δεύτερο μνημόνιο οι δανειστές επέβαλαν μειώσεις στον κατώτατο μισθό ύψους 22% (από 751 σε 583 ευρώ) και κατά 32% του μισθού για τους νέους κάτω των 25 ετών (511 ευρώ), ενώ ταυτόχρονα κατάργησαν την πυραμίδα των συμβάσεων, πάνω στην οποία είχε οικοδομηθεί το σύστημα των αμοιβών.
Τότε η τρόικα στα κείμενά της ζητούσε «να ευθυγραμμιστούν οι αμοιβές της χώρας μας με τις ανταγωνιστικές χώρες», υπονοώντας τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία (μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης).
Σήμερα – πέντε χρόνια μετά – οι μειώσεις των αμοιβών, σε συνδυασμό με την πλήρη κυριαρχία στην αγορά της ευέλικτης απασχόλησης (μερική και εκ περιτροπής εργασία), δημιούργησαν και στη χώρα μας τη γενιά των αμειβομένων με… βαλκανικούς μισθούς.
Οι εργαζόμενοι με ευέλικτες μορφές απασχόλησης, σε χαμηλά αμειβόμενες θέσεις, αποτελούν την πλειονότητα των προσφερόμενων θέσεων κάθε μήνα (μερική απασχόληση 47,86% και εκ περιτροπής εργασία 13,81%), σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ το πρώτο εξάμηνο του 2017.
Αποτέλεσμα αυτού είναι ο μέσος μισθός των νεοπροσλαμβανόμενων νέων να είναι κάτω από τα 400 ευρώ, και συγκεκριμένα 397,67 ευρώ, όπως τον προσδιορίζει η ενδιάμεση έκθεση για την οικονομία του Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ. Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου το 34,7% των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση και το 42,13% των εργαζομένων με μερική απασχόληση λαμβάνουν μισθό χαμηλότερο του κατώτατου.
Μηχανισμός λιτότητας
«Η εξέλιξη αυτή λειτουργεί ουσιαστικά ως κρυφός μηχανισμός λιτότητας» σημειώνει το Ινστιτούτο διαπιστώνοντας ότι ένας αυξανόμενος αριθμός εργαζομένων κινείται γύρω ή και κάτω από το όριο της φτώχειας. Στα στοιχεία αυτά στηρίζεται η δήλωση του προέδρου της ΓΣΕΕ για τους «φτωχούς υποαπασχολουμένους και υποαμειβόμενους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα».
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΓΣΕΕ συνολικά 343.760 εργαζόμενοι (περίπου το 10% των απασχολουμένων) αμείβονται με μηνιαίους μισθούς από 100 ως και 400 ευρώ μεικτά, ενώ 126.956 εργαζόμενοι αμείβονται με μεικτό μηνιαίο μισθό ως 100 ευρώ. Να ληφθεί υπόψη ότι οι κατώτατες αμοιβές σε Ρουμανία και Βουλγαρία το 2016 ήταν 276 ευρώ και 215 ευρώ αντίστοιχα.
Ο ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Σ. Ρομπόλης εκτιμά ότι τα επόμενα χρόνια όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι θα βρεθούν κάτω από το όριο της φτώχειας, καθώς θα υποχρεώνονται να εργάζονται με ευέλικτες μορφές απασχόλησης και οι αμοιβές τους θα κυμαίνονται από 200 ως 300 ευρώ τον μήνα.
Από την πλευρά του ο ΣΕΒ αποδίδει ευθύνες για την εικόνα της αγοράς εργασίας στη «βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή» και στην «υπερφορολόγηση» του ιδιωτικού τομέα, ενώ υπεραμύνεται των αλλαγών, δηλαδή της προώθησης της ευελιξίας, της μερικής απασχόληση και της μείωσης των κατώτατων αμοιβών. «Χωρίς τις αλλαγές αυτές η ανεργία θα είχε φθάσει σε υψηλότερα ποσοστά του 27% που ήταν το 2013, ενώ η ύφεση θα συνεχιζόταν με αμείωτους ρυθμούς» τονίζει ο ΣΕΒ.