Κίνηση δηλωτική της πρόθεσης της κυβέρνησης να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη με την έγκαιρη ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης, συνιστά η περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών, ειδικά στο σκέλος της δυνατότητας εξ ολοκλήρου ανάληψης των χρημάτων που θα επιστρέψουν από το εξωτερικό στις ελληνικές τράπεζες.
Την ίδια στιγμή, σηματοδοτείται η πρόθεση κυβέρνησης και τραπεζών να “κυνηγήσουν” τον “θησαυρό” των καταθέσεων που βρίσκονται εκτός τραπεζικού συστήματος και δη στο εξωτερικό.
Η περαιτέρω χαλάρωση των κεφαλαιακών περιορισμών έρχεται παράλληλα με το επικείμενο swap των ομολόγων, ύψους περίπου 30 δισ. ευρώ, που προέρχονται από το PSI και λήγουν μέχρι το 2042, – μία κίνηση που θα βελτιώσει τη ρευστότητα των ομολόγων στη δευτερογενή αγορά και θα διευκολύνει την επόμενη έξοδο στις αγορές.
Πρόκειται για μία αλληλουχία κινήσεων στην οποία οι τράπεζες θα βασίσουν τον αγώνα ανάκτησης καταθέσεων που θα ενταθεί το προσεχές διάστημα ώστε να αρχίσει να καλύπτεται το μεγάλο αποταμιευτικό κενό της χώρας. Οι τραπεζίτες εκτιμούν ότι υπάρχει η “πρώτη ύλη” για να καλυφθεί το κενό αυτό, καθώς παρά την κρίση οι καταθέσεις στην Ελλάδα (πόσω μάλλον αυτές που βρίσκονται στο εξωτερικό) είναι διπλάσιες από αυτές που διαθέτουν άλλα κράτη των Βαλκανίων με διπλάσιο πληθυσμό από αυτόν της Ελλάδας (π.χ. η Ρουμανία με πληθυσμό 20 εκατομμυρίων και καταθέσεις 60 δισ. ευρώ).
Σημειώνεται ότι η εγχώρια αποταμίευση βρέθηκε πέρυσι στο 10% του ΑΕΠ από περίπου 17% που ήταν στις αρχές του 2000, την ώρα που στην ευρωζώνη το αντίστοιχο ποσοστό ανέρχεται σε 35%. Πρόσφατα, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, Ν. Καραμούζης ανέφερε ότι δεδομένου του τεράστιου αποταμιευτικού κενού, η χώρα χρειάζεται καθαρές επενδύσεις 75 – 80 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια προκειμένου να επανέλθει στα επίπεδα του ΑΕΠ του 2010.
Οι καταθέσεις που έχουν χαθεί από τις ελληνικές τράπεζες στην οκταετή κρίση ανέρχονται σε 115 δισ. ευρώ. Συγκριτικά με τα ευρωπαϊκά μεγέθη, ο άθλος της επιστροφής τους στις ελληνικές τράπεζες είναι μεγαλύτερος αναλογικά. Ειδικότερα, ενώ στο πανευρωπαϊκό “στοκ” μη εξυπηρετούμενων δανείων, ύψους περίπου 1 τρισ. ευρώ, τα 100 δις. ευρώ αναλογούν στην Ελλάδα, οι ελληνικές καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών ανέρχονται σε 122,5 δισ. ευρώ έναντι καταθέσεων 15,9 τρισ. ευρώ στην Ε.Ε. και 11,8 τρισ. ευρώ στην ευρωζώνη.
Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων, αν και έχουν σταθεροποιηθεί και πλέον δεν υπάρχουν οι εκροές που σημειώνονταν μέχρι τον Ιούνιο του 2015 και την επιβολή των capital controls, εντούτοις παραμένουν αναιμικές: στα 122,577 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2017 από 120,833 δις. ευρώ τον Ιούλιο του 2015.
Σημειώνεται ότι τον Ιανουάριο του 2010, οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων ανέρχονταν σε 237,531 δισ. ευρώ, δηλαδή περίπου 115 δισ. ευρώ υψηλότερα από τα σημερινά επίπεδα. Από τον Δεκέμβριο του 2014 (160,285 δισ. ευρώ) μέχρι τον Ιούλιο του 2015 (120,833 δισ. ευρώ) χάθηκαν καταθέσεις περίπου 40 δισ. ευρώ, καταφέροντας στις τράπεζες το “τελειωτικό χτύπημα” και κρατώντας την Οικονομία δέσμια της ελλιπούς χρηματοδότησης.