Το τελικό κείμενο του νομοσχεδίου για το Κοινωνικό Μέρισμα μετά την ολοκλήρωση της συζήτησης στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής παρουσιάζει η aftodioikisi.gr. Υπενθυμίζεται ότι το νομοσχέδιο θα συζητηθεί και θα ψηφισθεί από την Ολομέλεια του Κοινοβουλίου την Δευτέρα.
Σύμφωνα με το τελικό κείμενο, σε σχέση με το αρχικό έχουν γίνει αλλαγές στην παράγραφο 2 του άρθρου 1, σύμφωνα με τις οποίες: «Το Κοινωνικό Μέρισµα είναι αφορολόγητο και ακατάσχετο στα χέρια του Δηµοσίου ή τρίτων κατά παρέκκλιση κάθε άλλης αντίθετης διάταξης, δεν υπόκειται σε οποιαδήποτε κράτηση, δεν δεσµεύεται και δεν συµψηφίζεται µε βεβαιωµένα χρέη στη Φορολογική Διοίκηση και στο υπόλοιπο Δηµόσιο, τα ασφαλιστικά ταµεία ή τα πιστωτικά ιδρύµατα και δεν υπολογίζεται στα εισοδηµατικά όρια για την καταβολή οποιασδήποτε παροχής κοινωνικού ή προνοιακού χαρακτήρα».
Όπως έχει ήδη γράψει η aftodioikisi.gr, αρχικά στην παράγραφο 2 του άρθρου 1 διαγράφεται η λέξη «ήδη», ενώ στην συνέχεια οι λέξεις «προς το δημόσιο» αντικαθίστανται με τις λέξεις «Φορολογική διοίκηση και στο υπόλοιπο Δημόσιο».
Οι ενστάσεις της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής
Ωστόσο, επιμέρους ενστάσεις εγείρει η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής τόσο στο πρώτο όσο και για το δεύτερο άρθρ. Αναλυτικά:
-Για το άρθρο 1 παρ. 3 τονίζει μεταξύ άλλων ότι
«Με την προτεινόµενη διάταξη, παρέχεται νοµοθετική εξουσιοδότηση για την έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης, µε την οποία αφενός το καταβαλλόµενο, δυνάµει της παρ. 1, κοινωνικό µέρισµα, ύψους 720.000.000 ευρώ, «δύναται να αυξηθεί, εφόσον το επιτρέπουν οι δηµοσιονοµικές συνθήκες κατά το χρόνο έκδοσής της», και αφετέρου θα καθορισθούν «τα κριτήρια εισοδήµατος, περιουσίας, διαµονής ή άλλα για την καταβολή του κοινωνικού µερίσµατος, οι κατηγορίες των δικαιούχων, η βάση, ο τρόπος υπολογισµού και το ακριβές ποσό του διανεµοµένου Κοινωνικού Μερίσµατος ανά κατηγορία δικαιούχων, οι προϋποθέσεις, ο φορέας, οι εµπλεκόµενες υπηρεσίες και οι επιµέρους αρµοδιότητές τους, η διαδικασία, ο χρόνος και ο τρόπος καταβολής, ο χρόνος και ο τρόπος ελέγχου των εισοδηµατικών και περιουσιακών κριτηρίων για τη χορήγησή του ανά κατηγορία δικαιούχων, καθώς και κάθε άλλο ζήτηµα τεχνικού ή λεπτοµερειακού χαρακτήρα».
Σχετικώς παρατηρείται ότι µε τις διατάξεις του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγµατος παρέχεται στον κοινό νοµοθέτη η εξουσία να µεταβιβάζει την αρµοδιότητά του προς θέσπιση κανόνων δικαίου στην εκτελεστική εξουσία. Η νοµοθετική εξουσιοδότηση παρέχεται, κατ’ αρχήν, προς τον Πρόεδρο της Δηµοκρατίας, ως αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας, µε τη διάταξη, όµως, του δευτέρου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 43 Συντάγµατος προβλέπεται ότι φορείς της εξουσιοδότησης µπορεί να είναι και άλλα, εκτός του Προέδρου της Δηµοκρατίας, όργανα της Διοίκησης, εφ’ όσον πρόκειται περί «ειδικότερων», «τοπικού ενδιαφέροντος», «λεπτοµερειακών» ή «τεχνικών» θεµάτων. Ως «ειδικότερα» θέµατα θεωρούνται εκείνα τα οποία αποτελούν, κατά το περιεχόµενό τους και σε σχέση µε την ουσιαστική ρύθµιση που περιέχεται στο νοµοθετικό κείµενο, µερικότερη περίπτωση ορισµένου θέµατος που αποτελεί το αντικείµενο της νοµοθετικής ρύθµισης (βλ. ΣτΕ [Ολ] 3220/2010, 1210/2010). Απαιτείται, εποµένως, στην περίπτωση αυτή, να περιέχει το νοµοθετικό κείµενο όχι απλώς τον καθ’ ύλην προσδιορισµό του αντικειµένου της εξουσιοδότησης, αλλά, επί πλέον, και την ουσιαστική ρύθµισή του, έστω και σε γενικό, ορισµένο, όµως, πλαίσιο, συµφώνως προς το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση προκειµένου να ρυθµίσει τα µερικότερα θέµατα (βλ. ΣτΕ [Ολ] 1101/2002, 941/2008, 2116/2009). Εξ άλλου, λεπτοµερειακό είναι το ζήτηµα που αφορά τη θέσπιση δευτερευουσών ρυθµίσεων ή εκείνο, για την ρύθµιση του οποίου αρκεί η θέσπιση δευτερευόντων κανόνων δικαίου, δεδοµένου ότι οι κύριες και ουσιώδεις ρυθµίσεις πρέπει να έχουν τεθεί από τον ίδιο τον νοµοθέτη (ΣτΕ 2820/1999, 602/2002). Τεχνικού, τέλος, χαρακτήρα είναι τα θέµατα που αφορούν ρυθµίσεις για τις οποίες είναι κατ’ αρχήν απαραίτητη η παρέµβαση τεχνικού οργάνου (ΣτΕ 2820/1999, 2967/1999).
Δεδοµένου, κατ’ αρχάς, ότι στην παρ. 1 αναφέρονται, ως δικαιούχοι κοινωνικού µερίσµατος, «τ[α] οικονοµικά αδύναµ[α] προσώπ[α] και ευάλωτ[α] νοικοκυρι[ά]» προβληµατισµός υφίσταται ως προς το εάν η ανωτέρω ρύθµιση συνιστά, κατά το Σύνταγµα, ορισµένο, καθ’ ύλην προσδιορισµό του αντικειµένου της εξουσιοδότησης, έστω και σε γενικό πλαίσιο, συµφώνως το οποίο θα ενεργήσει η Διοίκηση προκειµένου να ρυθµίσει τα µερικότερα θέµατα.
Εξ άλλου, ενώ µε την ίδια απόφαση προβλέπεται η περαιτέρω κατηγοριοποίηση των δικαιούχων, καθώς και ο καθορισµός της βάσης και του τρόπου υπολογισµού, αλλά και του ακριβούς ποσού του διανεµοµένου Κοινωνικού Μερίσµατος, ανά κατηγορία των ως άνω δικαιούχων, µε «κριτήρια εισοδήµατος, περιουσίας [και] διαµονής», ο καθορισµός, διά της κοινής υπουργικής απόφασης, «άλλων» κριτηρίων δεν φαίνεται να αποτελεί επιτρεπτή, κατά το Σύνταγµα, νοµοθετική εξουσιοδότηση.
Τέλος, δεδοµένου ότι το διανεµόµενο ποσό Κοινωνικού Μερίσµατος «δύναται να αυξηθεί, εφόσον το επιτρέπουν οι δηµοσιονοµικές συνθήκες», πρέπει να τεθούν συγκεκριµένα δηµοσιονοµικά κριτήρια, τα οποία θα ληφθούν υπόψη για την τυχόν προσαύξησή του κατά την έκδοση της ως άνω κοινής υπουργικής απόφασης (πρβλ. άρθρο 15 ν. 4472/2017).
Παράλληλα, για το άρθρο 3 τονίζεται ότι «με την προτεινόµενη διάταξη ορίζεται ότι µε «απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών δύναται να καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισµό, πλήρως ή µερικώς, το κόστος παροχής Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας, µε αντίστοιχη πίστωση ως εισροή του ειδικού διαχειριστικού λογαριασµού για τις Υπηρεσίες Κοινής Ωφέλειας που τηρεί ο αρµόδιος διαχειριστής, σύµφωνα µε την παρ. 8 του άρθρου 55 του ν. 4001/2011 (Α’ 179)».