Τη μεγάλη πρόκληση για τις τράπεζες συνιστούν τα χαρτοφυλάκια των στεγαστικών δανείων, καθώς συνεχίζουν να παράγουν νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Παρά τη γενικότερη τάση αρνητικής παραγωγής νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, η οποία έχει ως αποτέλεσμα τη μικρή, αλλά σταθερή, αποκλιμάκωση των NPEs, οι τράπεζες αδυνατούν ακόμη να θέσουν υπό έλεγχο την κατάσταση στα “κόκκινα” στεγαστικά δάνεια. Το γεγονός αυτός αναμένεται να αποτυπωθεί στα στοιχεία που θα ανακοινώσει μέσα στην πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου η Τράπεζα της Ελλάδος για την πορεία των επιχειρησιακών στόχων των τραπεζών για τα NPEs και NPLs.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του Capital.gr, ο βαθμός redefault στα στεγαστικά χαρτοφυλάκια των τραπεζών κινείται στο 30%, δηλαδή το 30% των στεγαστικών δανείων που έχουν χορηγηθεί και έχουν υποστεί ρύθμιση ξαναγίνονται “κόκκινα”. Οι τράπεζες ελπίζουν ότι θα επιστρέψουν σε αρνητικό σχηματισμό NPL (μη εξυπηρετούμενα δάνεια άνω των 90 ημερών) στα στεγαστικά δάνεια στο α΄ τρίμηνο του 2018.
Θα έχει, δηλαδή, περάσει ένας ολόκληρος χρόνος από τον “εκτροχιασμό” των στεγαστικών δανείων, τα οποία μέχρι και τα τέλη του 2016 δεν παρουσίαζαν πρόβλημα είτε στην αποπληρωμή είτε στην εξυπηρέτηση των ρυθμίσεων που είχαν συμφωνήσει οι δανειολήπτες με τις τράπεζες. Η αναστροφή στη θετική πορεία αποπληρωμής των στεγαστικών δανείων ξεκίνησε το α΄ τρίμηνο του 2017 και ήταν ο κύριος λόγος για την αστοχία των τραπεζών σε επίπεδο NPLs.
Πέραν της σημαντικής εισροής νέων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στο στεγαστικό χαρτοφυλάκιο των τραπεζών, προβληματίζει το γεγονός ότι στο συγκεκριμένο χαρτοφυλάκιο το ένα στα τρία μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα αφορά σε δανειολήπτη που έχει κάνει αίτηση για υπαγωγή σε καθεστώς νομικής προστασίας.
Όπως επισημαίνουν τραπεζίτες στο Capital.gr, τα “κόκκινα” στεγαστικά δάνεια που έχουν βρει καταφύγιο στον νόμο Κατσέλη ανέρχονται στο ποσό των 9,3 δισ. ευρώ, αντιστοιχώντας στο 1/3 των υπολοίπων μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των τραπεζών στη συγκεκριμένη κατηγορία. Συνολικά τα δάνεια που τελούν σε καθεστώς νομικής προστασίας και τα οποία, σύμφωνα με τις τράπεζες, περιλαμβάνουν μεγάλη μερίδα στρατηγικών κακοπληρωτών, ανέρχονται σε 15 δισ. ευρώ.
Σημειώνεται ότι το υπόλοιπο (πριν από τις προβλέψεις) στεγαστικών ανοιγμάτων των τραπεζών που δεν εξυπηρετούνται διαμορφώθηκε στα τέλη Ιουνίου 2017 στα 27,8 δισ. ευρώ (στα τέλη Μαρτίου το ποσό αυτό ανερχόταν σε 27,7 δισ. ευρώ), όταν ο στόχος που είχε τεθεί για το τέλος του α΄ εξαμήνου 2017 ήταν μείωσή τους στα 27 δισ. ευρώ. Κατόπιν αυτού, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στη συγκεκριμένη κατηγορία δανείων διαμορφώθηκε στο 42,8% έναντι στόχου να υποχωρήσει στο 41,2% (τα αντίστοιχα ποσοστά για το α΄ τρίμηνο ήταν 42,2% και 41,4%).
Αντιστοίχως, τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών (υπόλοιπο των τραπεζών πριν από τις προβλέψεις) διαμορφώθηκαν στα 21,1 δισ. ευρώ (21 δισ. ευρώ ήταν στο τέλος του α΄ τριμήνου) από στόχο για μείωση στα 20,2 δισ. ευρώ (20,6 δισ. ευρώ ήταν ο στόχος του α΄ τριμήνου) και ο αντίστοιχος δείκτης διαμορφώθηκε στο 32,5% (32% ήταν στο α΄ τρίμηνο) αντί για στόχο 30,8% (31,3% ο στόχος του α΄ τριμήνου).