Γυναίκες που αποχώρησαν με τα κατώτατα όρια συνταξιοδότησης (15αετία), αλλά και άνδρες που έκαναν χρήση των ευνοϊκών διατάξεων του ασφαλιστικού, αλλά πριν από τη συνταξιοδότηση, ήταν άνεργοι, είναι οι κύριες κατηγορίες ασφαλισμένων που αφορά η εφαρμοστική εγκύκλιος για την ανταποδοτική σύνταξη.
Η εγκύκλιος στην ουσία επιδιώκει να… επαναφέρει στην κανονικότητα, μια στρέβλωση που είχε διαπιστωθεί στο νόμο Κατρούγκαλου (ν. 4387/16). Ο νόμος προβλέπει ότι όσοι υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης μετά την έναρξη ισχύος του, δηλαδή μετά τη 13ηΜαϊου 2016, η σύνταξή τους θα υπολογίζεται με το μέσο όρο αποδοχών από το 2002 και μετά. Ως ελάχιστος χρόνος ασφάλισης, βάσει του οποίου προσδιορίζεται η ανταποδοτική σύνταξη, είναι τα πέντε έτη από το 2002 και μέχρι την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.
Τώρα, δίνεται η δυνατότητα στους ασφαλισμένους αυτής της κατηγορίας, που δεν καταφέρνουν να συγκεντρώσουν τα παραπάνω πέντε έτης ασφάλισης, να ανατρέξουν προς τούτο και πριν από το 2002. Ο χρόνος ασφάλισης θα μπορεί να είναι πραγματικός, αλλά και πλασματικός ή χρόνος προαιρετικής ασφάλισης ή άλλος χρόνος που προσμετράται για την προσδιορισμό της σύνταξης. Αντίστοιχα, από το 2021 και μετά ο ελάχιστος χρόνος ασφάλισης για τον προσδιορισμό της ανταποδοτικής σύνταξης είναι τα δέκα έτη.
Με τον τρόπο αυτό, καθορίζεται με σαφήνεια το πλαίσιο για τον υπολογισμό των συντάξεων για μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα, αλλά και για αυτοαπασχολούμενους, οι οποίοι μπορεί να έμειναν άνεργοι ή να απώλεσαν την επαγγελματική τους ιδιότητα, για αρκετά έτη, από το 2002 και μετά.