8021/2011 ΕΙΡ ΘΕΣΣΑΛ
[Απόσπασμα]
ΕΠΕΙΔΗ κύρια παρέμβαση κατά το άρθρο 79 ΚΠολΔ είναι η διαδικαστική πράξη με την οποία τρίτος συμμετέχει σε εκκρεμή δική μεταξύ τρίτων. Απαραίτητη προϋπόθεση επομένως για την νομότυπη άσκηση της κύριας παρέμβασης είναι η ιδιότητα του παρεμβαίνοντα ως τρίτου. Άλλωστε η κύρια παρέμβαση κατ` αρ. 81 ΚΠολΔ ασκείται όπως η αγωγή με την κατάθεση δικογράφου στην Γραμμάτια του Δικαστηρίου, που απευθύνεται κατά αμφοτέρων των διάδικων πλευρών.
Ειδικότερα κύρια παρέμβαση κατ΄ άρθρο 752 παρ. 1 ΚΠολΔ στην εκούσια δικαιοδοσία νοείται η συμμετοχή τρίτου αυτοβούλως με αυτοτελές αίτημα, ενώ στις μη γνήσιες υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, δηλαδή όταν η διαδικασία διεξάγεται με αντιδικία, η κύρια παρέμβαση με την οποία ο παρεμβαίνων επιδιώκει την αναγνώριση ιδίου δικαιώματος, ασκείται με την κατάθεση δικογράφου στην Γραμματεία του Δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται χωρίς να απαιτείται η επίδοση του στο διάδικο κατά του οποίου απευθύνεται. Στην εκούσια δικαιοδοσία η κύρια παρέμβαση κατ` άρθρο 752 παρ 1 του ΚΠολΔ, ακόμη και ενώπιον του Ειρηνοδικείου, δεν μπορεί να ασκηθεί προφορικά ή με τις προτάσεις, αλλά απαιτείται οπωσδήποτε κατάθεση αυτοτελούς δικογράφου και τήρηση προδικασίας (βλ. σχόλια κάτω από αρθ. 81 & 752 ΚΩΔΙΚΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Χαρούλας Απαλλαγάκη σελ. 1520 και Π. Αρβανιτάκης σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα Ερμηνεία ΚΠολΔ σ. 1494).
Ακολούθως, η δικαστική διαδικασία της ρυθμίσεως των οφειλών κατά τον ν. 3869/2010 δημιουργεί εξ ορισμού αντιδικία μεταξύ του αιτούντος οφειλέτη και των πιστωτών του, που διαφώνησαν κατά το πρώτο στάδιο του εξωδικαστικού συμβιβασμού. Η δικαστική, επομένως, ρύθμιση των οφειλών, που ανοίγει με την αίτηση του αρθρ. 4 § 1 Ν.3869/2010, αποτελεί μη γνήσια υπόθεση της εκούσιας δικαιοδοσίας, δηλαδή γνήσια ιδιωτικού δικαίου διαφορά, που για λόγους σκοπιμότητας έχει υπαχθεί στη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η διαπλαστική ισχύς της ρυθμίσεως εκ μέρους του Δικαστηρίου, επέρχεται ως συνέπεια κατ` αντιδικία διαδικασίας, που προκλήθηκε από την μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων του αιτούντος οφειλέτη έναντι των συμμετεχόντων στη διαδικασία πιστωτών του.
Παρά την κοινή φορολογική εκφορά των υποκειμένων της δίκης σε αμφισβητούμενη και εκούσια δικαιοδοσία, ο όρος «διάδικοι» στην τελευταία ερμηνεύεται με την ευρύτερη έννοια των τυπικώς μετεχόντων στη διαδικασία προσώπων, στην οποία συμπεριλαμβάνονται όλα τα ενδιαφερόμενα yια την υπό έκδοση απόφαση πρόσωπα, εφόσον κατέστησαν υποκείμενα της δίκης τυπικά, δηλαδή μ` ένα από τους προβλεπόμενους στον νόμο τρόπους. Υπό την έννοια αυτή «τυπικώς μετέχοντες» στη διαδικασία, και επομένως υποκείμενα της δίκης της εκούσιας δικαιοδοσίας είναι, καταρχήν, ο αιτών, όσοι κλητεύονται με διαταγή του δικαστηρίου κατ` αρθρ. 748 § 3 ΚΠολΔ, οι προσεπικληθέντες και οι παρεμβαίνοντες, κυρίως και προσθέτως, καθώς και ο τρίτανακόπτων. Παρεμβαίνοντες δε μπορεί να είναι, όπως προαναφέρθηκε τρίτα πρόσωπα, τα οποία δεν έχουν προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στη δίκη.
Εκτός, όμως, από τις περιπτώσεις αυτές, όπου η ιδιότητα του διαδίκου αποκτάται διά της τυπικής συμμετοχής στη δίκη, διάδικοι στην εκούσια δικαιοδοσία καθίστανται και ορισμένα πρόσωπα απευθείας από τον νόμο, όταν αυτό κρίνεται σκόπιμο για την προστασία του δικαιώματος ακροάσεως τους ή για την προάσπιση του δημοσίου συμφέροντος. Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται λόγος για «εκ του νόμου διαδίκους». Το αυτό προβλέπει στο αρθρ. 5, ο ν. 3869/2010 με την υποχρέωση κοινοποιήσεως της αιτήσεως για τη ρύθμιση των οφειλών εντός μηνός από την κατάθεση της «στους πιστωτές» του αιτούντος, δηλαδή στα πρόσωπα εκείνα που συμμετείχαν στην υποχρεωτικώς προηγηθείσα διαδικασία εξωδικαστικού συμβιβασμού. Οι πιστωτές αυτοί στην περίπτωση του ν. 3869/2010, καθίστανται εκ του νόμου διάδικοι, αφού το επιτάσσει ο νομοθέτης. Η ταυτότητα των πιστωτών που πρέπει να κληθούν συγκεκριμενοποιείται από την περιλαμβανόμενη στην αίτηση κατάσταση, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 β` του νόμου. Η παραπάνω κλήτευση τους είναι υποχρεωτική. Στους κλητευόμενους πιστωτές παρέχεται όχι μόνο δικαίωμα ακροάσεως διά παραστάσεως τους στο ακροατήριο, αλλά και η δυνατότητα προγενέστερης υποβολής παρατηρήσεων στα προτεινόμενο από τον οφειλέτη σχέδιο βάσει σχετικής προσκλήσεως. Πάντως, η παράλειψη αναφοράς των πιστωτών στο δικόγραφο της αίτησης, ως καθ` ων, δεν την καθιστά απαράδεκτη, διότι αυτοί έχουν τη συγκεκριμένη ιδιότητα, έστω κι εάν ο αιτών δεν απηύθυνε την αίτηση εναντίον τους. (βλ. την εισήγηση του Πάρι Σ. Αρβανιτάκη, Καθηγητής Νομικής Α.Π.Θ. «Η εκούσια δικαιοδοσία ως διαδικαστικό πλαίσιο του Ν. 3869/2010 για τη ρύθμιση οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων», σεμινάριο επιμόρφωσης 29-30.9.2010 στην Εθνική Σχολή Δικαστών και Ε. Κιουπτσίδου Αρμεν./64-Ανάτυπο σελ. 1477).
Η μετέχουσα στη δίκη δεύτερη, καθ` ης-πιστώτρια Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία ………………………………», νομίμως εκπροσωπούμενη άσκησε δια του δικογράφου των προτάσεων της κύρια παρέμβαση. Σύμφωνα με τα εκτιθεμένα με τις νομικές σκέψεις της πρώτης παραγράφου στην εισαγωγή, η παρέμβαση αυτή, πρέπει να απορριφθεί, ως ανυπόστατη δικονομικώς και απαράδεκτη, αφού στην εκούσια δικαιοδοσία η κύρια παρέμβαση κατ` άρθρο 752 παρ. 1 του ΚΠολΔ, ακόμη και ενώπιον του Ειρηνοδικείου, δεν μπορεί να ασκηθεί προφορικά ή με τις προτάσεις, αλλά απαιτείται οπωσδήποτε κατάθεση αυτοτελούς δικογράφου και τήρηση προδικασίας. Εφόσον δε η διάδικος αυτή, δεν άσκησε το δικαίωμα της με την κατάθεση αυτοτελούς δικογράφου στην Γραμματεία του οικείου Δικαστηρίου, ώστε να αποκτήσει δικονομική υπόσταση το ασκούμενο δικαίωμα της, η κύρια παρέμβαση της είναι ανυπόστατη δικονομικά. Άλλωστε ακόμη και αν χαρακτηριστεί κατ` εκτίμηση, από το Δικαστήριο η δια των προτάσεων ασκηθείσα παρέμβαση ως «πρόσθετη παρέμβαση», η άνω παρεμβαίνουσα δεύτερη των καθ` ων πιστώτρια Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία, εντασσόμενη στην κατηγορία των εκ του νόμου διαδίκων (αρθρ. 5 πα. 1 του ν. 3869/2010) κατέστη διάδικος με μόνη τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κατ` άρθρο 748 παρ. 2 ΚΠολΔ, κλήτευση της και έτσι έχει προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στη δίκη αυτή της γνήσιες υπόθεσης εκούσιας δικαιοδοσίας. Επομένως, σύμφωνα και με τα εκτιθεμένα εισαγωγικά στις νομικές σκέψεις της πρώτης παραγράφου η παρέμβαση και στην περίπτωση αυτή, πρέπει να απορριφθεί, λόγω δικονομικού απαραδέκτου, αφού η δεύτερη των καθ` ων πιστώτρια Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία δεν είναι τρίτος.