Υπήκοος κράτους εκτός ΕΕ που είναι μέλος οικογένειας πολίτη της ΕΕ, μπορεί να έχει δικαίωμα διαμονής στο κράτος στο οποίο διέμενε ο εν λόγω πολίτης, πριν αποκτήσει την ιθαγένεια του κράτους αυτού
Το Δικαστήριο της ΕΕ δημοσίευσε μία πολύ σημαντική απόφαση που αφορά τα απορρέοντα από το άρθρο 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ δικαιώματα για τους πολίτες της Ένωσης οι οποίοι μεταβαίνουν ή διαμένουν σε κράτος μέλος άλλο από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι και, ειδικότερα, το δικαίωμά τους να έχουν ομαλή οικογενειακή ζωή στο κράτος μέλος υποδοχής, έχοντας στο πλευρό τους τα μέλη της οικογένειάς τους.
Ειδικότερα, με την απόφασή του, το Δικαστήριο κρίνει ότι υπήκοος κράτους εκτός της ΕΕ, ο οποίος είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να έχει δευτερογενές δικαίωμα διαμονής δυνάμει της ως άνω διάταξης, όταν η παροχή του εν λόγω δικαιώματος είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική άσκηση από τον συγκεκριμένο πολίτη της Ένωσης του δικαιώματός του ελεύθερης κυκλοφορίας και των δικαιωμάτων που ο πολίτης αυτός αντλεί από αυτή την διάταξη.
Όπως επιπλέον επισημαίνει το ΔΕΕ, οι προϋποθέσεις παροχής αυτού του δικαιώματος διαμονής δεν πρέπει να είναι αυστηρότερες από τις προβλεπόμενες στην οδηγία 2004/38/ΕΚ σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών.
Ιστορικό της υπόθεσης
Ο Toufik Lounes, αλγερινής ιθαγένειας, εισήλθε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2010 με τουριστική θεώρηση εισόδου διάρκειας έξι μηνών. Στη συνέχεια, παρέμεινε παρανόμως στη βρετανική επικράτεια.
H P. N. García Ormazabal, Ισπανίδα υπήκοος, μετέβη για σπουδές στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1996. Έκτοτε διαμένει εκεί και, από το 2004, εργάζεται εκεί με πλήρες ωράριο. Το 2009 απέκτησε τη βρετανική ιθαγένεια με πολιτογράφηση, διατηρώντας παράλληλα την ισπανική της ιθαγένεια.
Το 2014, ο T. Lounes και η P. N. García Ormazabal συνήψαν γάμο. Μετά τον γάμο τους, ο T. Lounes ζήτησε, ως μέλος της οικογένειας υπηκόου του ΕΟΧ (Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου), να του χορηγηθεί άδεια διαμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Με έγγραφο της 22ας Μαΐου 2014, ο Βρετανός Υπουργός Εσωτερικών γνωστοποίησε στον T. Lounes ότι απέρριπτε το αίτημά του. Το έγγραφο αυτό ανέφερε ότι, σύμφωνα με τον βρετανικό νόμο για τη μεταφορά στην εσωτερική έννομη τάξη της ως άνω οδηγίας 2004/38/ΕΚ, η P. N. García Ormazabal δεν λογιζόταν πλέον ως «υπήκοος του ΕΟΧ», από τότε που απέκτησε τη βρετανική ιθαγένεια. Ο T. Lounes δεν μπορούσε, συνεπώς, να λάβει άδεια διαμονής ως μέλος της οικογένειας υπηκόου του ΕΟΧ.
Ο T. Lounes άσκησε προσφυγή κατά της αποφάσεως της 22ας Μαΐου 2014 ενώπιον του High Court of Justice (England and Wales) (ανώτερου δικαστηρίου, Αγγλία και Ουαλία). Το δικαστήριο αυτό, έχοντας αμφιβολίες σχετικά με τη συμβατότητα της αποφάσεως αυτής και της βρετανικής νομοθεσίας προς το δίκαιο της Ένωσης, υπέβαλε στο Δικαστήριο το υπό κρίση προδικαστικό ερώτημα.
Απόφαση του Δικαστηρίου
Με τη σημερινή απόφασή του, το Δικαστήριο υπενθυμίζει, καταρχάς, ότι η οδηγία δεν παρέχει κανένα αυτοτελές δικαίωμα στα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης που είναι υπήκοοι κράτους εκτός της ΕΕ, αλλά μόνο δευτερογενή δικαιώματα απορρέοντα από τα δικαιώματα που έχει ο συγκεκριμένος πολίτης της Ένωσης από την άσκηση του δικαιώματός του ελεύθερης κυκλοφορίας.
Στη συνέχεια, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την οδηγία, φορείς των παρεχόμενων με αυτή δικαιωμάτων είναι οι πολίτες της Ένωσης οι οποίοι μεταβαίνουν ή διαμένουν σε «κράτος μέλος άλλο από εκείνο του οποίου είναι υπήκοοι» καθώς και τα μέλη των οικογενειών τους που τους συνοδεύουν ή μεταβαίνουν στο κράτος αυτό για να εγκατασταθούν μαζί τους (άρθ. 3 παρ.1 οδηγίας 2004/38). Περαιτέρω, το Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι η οδηγία, η οποία καθορίζει τις προϋποθέσεις ασκήσεως του δικαιώματος των πολιτών της Ένωσης να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών, δεν διέπει τη διαμονή των πολιτών της Ένωσης στο κράτος μέλος του οποίου έχουν την ιθαγένεια, καθόσον οι πολίτες αυτοί έχουν, βάσει αρχής του διεθνούς δικαίου, δικαίωμα διαμονής στο κράτος αυτό, το οποίο δεν μπορεί να εξαρτηθεί από προϋποθέσεις. Συνεπώς, το Δικαστήριο εκτιμά ότι η οδηγία διέπει αποκλειστικώς και μόνον τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής πολίτη της Ένωσης σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο της ιθαγένειάς του και δεν μπορεί, συνεπώς, να στηριχθεί σ’ αυτήν δευτερογενές δικαίωμα διαμονής των υπηκόων κράτους εκτός της ΕΕ, που είναι μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, εντός του κράτους μέλους του οποίου την ιθαγένεια έχει ο πολίτης αυτός.
Επομένως, μολονότι εν προκειμένω δεν αμφισβητείται ότι η P. N. García Ormazabal άσκησε το δικαίωμά της ελεύθερης κυκλοφορίας όταν εγκατέλειψε την Ισπανία για να μεταβεί στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1996 και ότι είχε την ιδιότητα του «δικαιούχου», κατά την έννοια της οδηγίας, έως ότου απέκτησε τη βρετανική ιθαγένεια, το Δικαστήριο επισημαίνει ότι η P. N. García Ormazabal διαμένει έκτοτε σε κράτος μέλος του οποίου έχει την ιθαγένεια και ότι έχει στο συγκεκριμένο κράτος, βάσει του διεθνούς δικαίου, δικαίωμα διαμονής το οποίο δεν μπορεί να εξαρτηθεί από οποιαδήποτε προϋπόθεση.
Το Δικαστήριο αποφαίνεται, συνεπώς, ότι, από τη στιγμή που η P. N. García Ormazabal απέκτησε τη βρετανική ιθαγένεια, η οδηγία δεν είναι πλέον δυνατό να διέπει τη διαμονή της στο Ηνωμένο Βασίλειο και, επομένως, η οδηγία αυτή δεν έχει πλέον εφαρμογή στην περίπτωσή της. Το συμπέρασμα αυτό δεν κλονίζεται από το γεγονός ότι η P. N. García Ormazabal έκανε χρήση του δικαιώματός της ελεύθερης κυκλοφορίας, μεταβαίνοντας και διαμένοντας στο Ηνωμένο Βασίλειο και διατηρώντας παράλληλα την ισπανική ιθαγένειά της επιπλέον της βρετανικής ιθαγένειας, διότι, αφότου απέκτησε την ιθαγένεια αυτή, η P. N. García Ormazabal δεν διαμένει πλέον σε «κράτος μέλος άλλο από εκείνο του οποίου είναι υπήκο[ος]», κατά την έννοια της οδηγίας, και δεν εμπίπτει, συνεπώς, πλέον στην έννοια του «δικαιούχου» κατά την οδηγία αυτή. Κατά συνέπεια, ο σύζυγος της T. Lounes δεν μπορεί να έχει δευτερογενές δικαίωμα διαμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο βάσει της οδηγίας.
Εντούτοις, το Δικαστήριο εκτιμά ότι πρέπει να εξεταστεί εάν μπορεί να αναγνωριστεί στον T. Lounes δευτερογενές δικαίωμα διαμονής σ’ αυτό το κράτος μέλος βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει ότι κάθε πολίτης της Ένωσης έχει δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στο έδαφος των κρατών μελών. Συναφώς, υπενθυμίζει ότι υπήκοος κράτους εκτός της ΕΕ, ο οποίος είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, μπορεί, σε ορισμένες περιπτώσεις, να έχει δευτερογενές δικαίωμα διαμονής δυνάμει της διατάξεως αυτής, όταν η παροχή του εν λόγω δικαιώματος είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική άσκηση από τον συγκεκριμένο πολίτη της Ένωσης του δικαιώματός του ελεύθερης κυκλοφορίας και των δικαιωμάτων που ο πολίτης αυτός αντλεί από την ως άνω διάταξη.
Το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι, για να έχουν πρακτική αποτελεσματικότητα τα δικαιώματα που παρέχει στους πολίτες της Ένωσης το άρθρο 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ και, ειδικότερα, το δικαίωμά τους να έχουν ομαλή οικογενειακή ζωή στο κράτος μέλος υποδοχής, έχοντας στο πλευρό τους τα μέλη της οικογένειάς τους, επιβάλλεται ένας πολίτης ευρισκόμενος στη θέση της P. N. García Ormazabal να διατηρεί στο κράτος μέλος υποδοχής το δικαίωμα αυτό, μετά την κτήση της ιθαγένειας του εν λόγω κράτους μέλους επιπλέον της αρχικής του ιθαγένειας, και, ειδικότερα, να έχει τη δυνατότητα οικογενειακής ζωής με τον σύζυγό του υπήκοο τρίτου κράτους, διά της παροχής στον εν λόγω υπήκοο του δευτερογενούς δικαιώματος διαμονής.
Συναφώς, το Δικαστήριο εκτιμά ότι κάθε άλλη αντίθετη ερμηνεία, αφενός, θα κατέληγε στη μεταχείριση της P. N. García Ormazabal με τον ίδιο τρόπο όπως στην περίπτωση Βρετανού πολίτη ο οποίος ουδέποτε εγκατέλειψε το Ηνωμένο Βασίλειο, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι άσκησε το δικαίωμά της ελεύθερης κυκλοφορίας διά της εγκαταστάσεώς της στο συγκεκριμένο κράτος μέλος και ότι διατήρησε παράλληλα την ισπανική ιθαγένειά της. Αφετέρου, αν γινόταν δεκτό ότι ένας πολίτης της Ένωσης, ευρισκόμενος στη θέση της P. N. García Ormazabal, πρέπει να στερηθεί το δικαίωμά του να έχει μια ομαλή οικογενειακή ζωή στο κράτος μέλος υποδοχής, επειδή θέλησε διά της πολιτογραφήσεώς του σ’ αυτό το κράτος μέλος να ενσωματωθεί ακόμη περισσότερο σ’ αυτό, τούτο θα αντέβαινε στη λογική της προοδευτικής ενσωματώσεως στην κοινωνία του κράτους μέλους υποδοχής, την οποία ενθαρρύνει το άρθρο 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο αποφαίνεται ότι ένας υπήκοος κράτους εκτός της ΕΕ, ευρισκόμενος στn θέση του T. Lounes, μπορεί να έχει δευτερογενές δικαίωμα διαμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο βάσει του άρθρου 21, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ, υπό προϋποθέσεις οι οποίες δεν πρέπει να είναι αυστηρότερες από τις προβλεπόμενες στην οδηγία για την παροχή του δικαιώματος αυτού σε υπήκοο κράτους εκτός της ΕΕ, ο οποίος είναι μέλος της οικογένειας πολίτη της Ένωσης που άσκησε το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας εγκαθιστάμενος σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του οποίου έχει την ιθαγένεια.
Γίνεται υπόμνηση ότι η προδικαστική παραπομπή παρέχει στα δικαστήρια των κρατών μελών τη δυνατότητα, στο πλαίσιο της ένδικης διαφοράς της οποίας έχουν επιληφθεί, να υποβάλουν στο Δικαστήριο ερώτημα σχετικό με την ερμηνεία του δικαίου της Ένωσης ή με το κύρος πράξεως οργάνου της Ένωσης. Το Δικαστήριο δεν αποφαίνεται επί της διαφοράς που εκκρεμεί ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά σύμφωνα με την απόφαση του Δικαστηρίου. Η απόφαση αυτή δεσμεύει, κατά τον ίδιο τρόπο, τα άλλα εθνικά δικαστήρια που επιλαμβάνονται παρόμοιου προβλήματος.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA.