Άρειος Πάγος αρ.απόφασης 1059/2017 (πολ):Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης επιδικάζεται ακόμη και στην περίπτωση που ο δικαιούχος δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον του, βρίσκεται δηλαδή σε κατάσταση άγρυπνου κώματος και χαρακτηρίζεται ως “φυτό” διότι δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο το αν αυτός (παθών – ζημιωθείς) είναι υποκειμενικά σε θέση να αισθανθεί ψυχικό πόνο ή συγκίνηση από την προσβολή, αλλά για την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης σε τέτοια πρόσωπα που, σε κάθε περίπτωση, υφίστανται βλάβη στην προσωπικότητά τους αρκεί η αντικειμενική αντίληψη της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης, ανεξάρτητα από υποκειμενικά στοιχεία και χωρίς διείσδυση του δικαστή στον ψυχικό κόσμο του παθόντος, προκειμένου να κρίνει αν αυτός αισθάνθηκε, πράγματι, πόνο, λύπη κ.λπ.
«Σύμφωνα με το άρθρο 932 ΑΚ, “σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο μπορεί να επιδικάσει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Αυτό ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής ή της αγνείας του ή στερήθηκε την ελευθερία του. Σε περίπτωση θανάτωσης προσώπου η χρηματική αυτή ικανοποίηση μπορεί να επιδικαστεί στην οικογένεια του θύματος λόγω ψυχικής οδύνης”.
Κατά την έννοια του άρθρου αυτού, το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι, εξαιτίας αδικοπραξίας, προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή, σε περίπτωση θανάτου, ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι’ αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας, ιδίως, υπόψη, ως κριτήρια, το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υπόχρεου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του παθόντος ή του θύματος, αντίστοιχα και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διάδικων μερών.
Η πρόβλεψη χρηματικής ικανοποίησης για την ηθική βλάβη, κατά τα εδάφια α’ και β’ του πιο πάνω άρθρου, σκοπεί στην ηθική παρηγοριά και την ψυχική ανακούφιση του ζημιωθέντος από τη λύπη, τη στεναχώρια ή τον πόνο που του προκάλεσε η προσβολή του αγαθού του και όχι στην τιμωρία (κύρωση) εκείνου που τον ζημίωσε και, συνακόλουθα, προκειμένου να επιδικαστεί χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης στον ίδιο τον παθόντα – ζημιωθέντα, ανακύπτουν, κατ’ αρχήν, δύο υποκειμενικά στοιχεία που τον αφορούν, ήτοι α) αν αισθάνθηκε ή όχι τον ψυχικό πόνο, τη λύπη, τη στεναχώρια κ.λπ. και β) αν “ικανοποιείται” με την καταβολή της χρηματικής ικανοποίησης λόγω της ηθικής βλάβης, δηλαδή αν αισθάνεται χαρά και ανακούφιση τέτοια, ώστε να εξισορροπηθεί η ψυχική ταλαιπωρία του κ.λπ.
Όμως, κάθε φορά που οφείλεται χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, υπάρχει, ταυτόχρονα, προσβολή της προσωπικότητας του παθόντος – ζημιωθέντος (άρθρα 57 και 59 ΑΚ), οπότε, επειδή αυτή γίνεται αντιληπτή αντικειμενικά, είναι αδιάφορο, τελικά, αν ο τελευταίος αισθάνθηκε ή όχι τη ζημία του κ.λπ.
Εφόσον έχει μεσολαβήσει προσβολή της προσωπικότητάς του, ιδίως μάλιστα στην περίπτωση κατά την οποία αυτός ήταν ικανός πριν από την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος και κατέστη οριστικά ανίκανος, εξαιτίας τούτου, μετά από αυτό, έστω και αν είναι βέβαιο ότι δεν αισθάνεται ψυχικό πόνο και ότι δεν πρόκειται ούτε στο μέλλον να αισθανθεί (αν η βλάβη είναι οριστική), η ηθική βλάβη πρέπει να αποκαθίσταται, δεδομένου ότι η προσβολή της προσωπικότητας, για την οποία επικρατούν, όπως προαναφέρθηκε, αντικειμενικά κριτήρια, έχει συντελεστεί, ακόμη και αν δεν την αντιλαμβάνεται ο παθών. Διαφορετικά, εκείνος που τον ζημίωσε ωφελείται από το συμπτωματικό γεγονός ότι ο δικαιούχος της χρηματικής ικανοποίησης δεν μπορεί, επί του παρόντος ή και μόνιμα, να αντιληφθεί τη βλάβη που υπέστη.
Αντίθετη άποψη ότι για την κατάφαση της αξίωσης για καταβολή χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης απαιτείται, κατά το άρθρο 932 ΑΚ, να συντρέχει και το υποκειμενικό στοιχείο, δηλαδή να πρέπει ο παθών να έχει την ικανότητα να αισθανθεί την ηθική βλάβη και να ικανοποιηθεί από τη χρηματική ικανοποίηση γι’ αυτήν, θα κατέληγε σε μη ανεκτά για την έννομη τάξη αποτελέσματα, αφού το ίδιο εξωτερικό γεγονός θα έχει διαφορετική μεταχείριση στον υγιή και π.χ. στον πνευματικά ανάπηρο, ενώ θα ήταν και ασυνεπές από τη στιγμή που γίνεται πάγια δεκτό ότι είναι δυνατό να επιδικαστεί τέτοια χρηματική ικανοποίηση και στα νομικά πρόσωπα.
Εκτός τούτου θα παραβιάζονταν και οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 21 παρ. 2 και 3 του Συντάγματος, με τις οποίες επιβάλλεται ειδική μέριμνα για τους αναπήρους, με αποτέλεσμα την περαιτέρω προσβολή της προσωπικότητάς τους, άρα απαιτείται και η ερμηνεία των γενικών διατάξεων προς την ίδια κατεύθυνση της προστασίας των προσώπων αυτών. Να σημειωθεί ακόμη ότι και ένας άλλος λόγος (μεθοδολογικός) συνηγορεί στο ότι η ηθική βλάβη πρέπει να αποκαθίσταται πάντοτε στην περίπτωση που το ίδιο το ζημιογόνο γεγονός προκάλεσε την πνευματική αναπηρία.
Ειδικότερα, με βάση μια από τις αρχές του δικαίου της αποζημίωσης που διέπει το ελληνικό δίκαιο, κανείς δεν μπορεί να επικαλεστεί μία δική του παρανομία για να απαλλαγεί από την υποχρέωσή του να αποκαταστήσει τη ζημία που προήλθε από αυτήν την παρανομία.
Συνεπώς, και αν ακόμη στο πραγματικό του κανόνα δικαίου για οφειλή χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, περιλαμβάνεται ως στοιχείο η πνευματική ικανότητα, όταν η έλλειψή της οφείλεται στο ίδιο το ζημιογόνο γεγονός, δεν πρέπει να παρεμποδίζεται η εφαρμογή του κανόνα δικαίου, έστω και αν πρόκειται για αδικοπραξία μόνο.
Με βάση όσα αναπτύχθηκαν, χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης επιδικάζεται ακόμη και στην περίπτωση που ο δικαιούχος δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον του, βρίσκεται δηλαδή σε κατάσταση άγρυπνου κώματος και χαρακτηρίζεται ως “φυτό”, διότι δεν μπορεί να αποτελέσει κριτήριο το αν αυτός (παθών – ζημιωθείς) είναι υποκειμενικά σε θέση να αισθανθεί ψυχικό πόνο ή συγκίνηση από την προσβολή, αλλά για την επιδίκαση της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης σε τέτοια πρόσωπα που, σε κάθε περίπτωση, υφίστανται βλάβη στην προσωπικότητά τους αρκεί η αντικειμενική αντίληψη της εν λόγω χρηματικής ικανοποίησης, ανεξάρτητα από υποκειμενικά στοιχεία και χωρίς διείσδυση του δικαστή στον ψυχικό κόσμο του παθόντος, προκειμένου να κρίνει αν αυτός αισθάνθηκε, πράγματι, πόνο, λύπη κ.λπ. Αν ο δικαιούχος – παθών έχει υποβληθεί σε καθεστώς πλήρους δικαστικής συμπαράστασης, αντί γι’ αυτόν ενεργεί και διεξάγει τη δίκη ο νόμιμος αντιπρόσωπός του – δικαστικός συμπαραστάτης…
Στην προκείμενη περίπτωση, το Μονομελές Εφετείο Θεσσαλονίκης, με την προσβαλλόμενη 1635/2015 απόφασή του, που εκδόθηκε κατά τη διαδικασία των άρθρων 666, 667 και 670 έως 676 (681Α) ΚΠολΔ, όπως ίσχυαν τότε, αναφορικά με το κεφάλαιο χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης, στον παθόντα – αναιρεσίβλητο, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον οριστικό δικαστικό συμπαραστάτη του, δέχθηκε τα ακόλουθα: […χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης επιδικάζεται ακόμη και στην περίπτωση που ο δικαιούχος δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον του, βρίσκεται δηλαδή σε κατάσταση άγρυπνου κώματος και χαρακτηρίζεται ως “φυτό”, κατά την προκρινόμενη από το παρόν Δικαστήριο άποψη ως ορθοτέρα και γι’ αυτό την ακολουθεί, διότι δεν πρέπει να απαλλάσσεται ο υπόχρεος από το συμπτωματικό γεγονός ότι ο δικαιούχος της χρηματικής ικανοποιήσεως δεν μπορεί, επί του παρόντος, να αντιληφθεί τη σημασία της αδικοπραξίας, για κάποια αιτία πρόσκαιρη ή διαρκή, αφού μελλοντικά δεν αποκλείεται να βελτιωθεί η θέση του παθόντος σε ικανοποιητικό βαθμό ώστε να μπορεί να συναισθανθεί τη σημασία της αδικοπραξίας…
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως προελέχθη, ο ενάγων λόγω του σοβαροτάτου τραυματισμού του βρίσκεται σε αφασία (άγρυπνο κώμα) και δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον, πλην όμως το γεγονός αυτό, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην αμέσως πιο πάνω νομική σκέψη, δεν του στερεί το δικαίωμα να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν κονδύλιο τέτοιο. Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες το ενδίκου ατυχήματος, το βαθμό πταίσματος του πρώτου εναγομένου, οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, τον βαθμό πταίσματος του ενάγοντος στην πρόκληση του τραυματισμού του, την ηλικία αυτού (26 ετών) κατά το χρόνο του ατυχήματος, το είδος, την έκταση και τη βαρύτητα των σωματικών κακώσεών του, το χρόνο νοσηλείας του στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, το χρόνο νοσηλείας του στα νοσοκομεία, αλλά και στο ανωτέρω κέντρο αποκατάστασης, και τον τρόπο αλλά και το είδος συνεχίσεως πλέον της ζωής του και την κοινωνική και οικονομική κατάσταση των διαδίκων φυσικών προσώπων, επισημαινομένου ότι η ευθύνη της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρίας είναι εγγυητική… κρίνει ότι πρέπει το ποσό αυτής (χρηματικής ικανοποιήσεως) να καθορισθεί σε 90.000 ευρώ, ποσό που κρίνεται, κατά τα αναφερόμενα στην οικεία θέση της μείζονας σκέψης της ως άνω μη οριστικής αποφάσεως του παρόντος Δικαστηρίου και με βάση τα ανωτέρω κατά νόμο στοιχεία (άρθρο 932 ΑΚ), εύλογο…]. Κρίνοντας, έτσι, το Εφετείο και, συγκεκριμένα, με το να επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλάβης, στον αναιρεσίβλητο – παθόντα, ο οποίος, κατά τις αναιρετικά ανέλεγκτες παραδοχές της πληττόμενης απόφασης, βρίσκεται σε αφασία (άγρυπνο κώμα) και δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον, δεν παραβίασε, ευθέως, με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή, την, ουσιαστικού δικαίου, διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ που προπαρατέθηκε, ούτε τα διδάγματα της κοινής πείρας, με την περαιτέρω επισήμανση ότι, εν πάση περιπτώσει, στην απόφαση αυτή δεν περιέχεται παραδοχή ότι αποκλείεται μελλοντικά η βελτίωση της υγείας του παθόντος ώστε να μην μπορέσει ποτέ να συναισθανθεί τη σημασία της σε βάρος του αδικοπραξίας (πρβλ. ΑΠ 477/2001). Κατά συνέπεια, είναι αβάσιμος ο πρώτος λόγος της αναίρεσης, με τον οποίο αποδίδεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση η από τον αριθμό 1 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια…» (areiospagos.gr)