Είναι μοναχά ένας βράχος, κι όμως έχει δώσει το όνομά του στο ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της χώρας. Πάνω του έχουν σταθεί διαβόητοι δολοφόνοι της αρχαίας Αθήνας και εκεί λέγεται ότι έκανε το πρώτο του κήρυγμα στην Αθήνα ο Απόστολος Παύλος. Πόσοι όμως γνωρίζουν την ιστορία του λοφίσκου – ύψους μόλις 115 μ. – που βρίσκεται στο δεξί χέρι όσων απολαμβάνουν τη θέα από τα Προπύλαια, στη βορειοδυτική πλευρά του Ιερού Βράχου;
Ο κατηγορούμενος στην πρώτη δίκη ανθρωποκτονίας έδωσε το όνομά του στον Αρειο Πάγο: ο θεός του πολέμου Αρης, που σκότωσε τον γιο του Ποσειδώνα Αλιρρόθιο. Το σφάλμα του θύματος; Είχε βιάσει την κόρη του δράστη Αλκίππη. Οι ολύμπιοι θεοί πήραν τον ρόλο του δικαστή και ως χώρος δικαστηρίου ορίστηκε τούτος ο βράχος ανάμεσα στην Ακρόπολη και την Πνύκα.
Αίμα μεν, αλλά όχι φόνο, κρύβει μια άλλη δοξασία για το πώς ο βράχος πήρε το όνομά του. Εκεί θέλει ο μύθος να θυσίασαν οι Αμαζόνες προς τιμήν του πατέρα τους, του θεού Αρη, και μάλιστα οι θυσίες αυτές ήταν οι πρώτες που έγιναν στην Αττική προς τιμήν του συγκεκριμένου θεού.
Μια τρίτη εκδοχή θέλει τον βράχο να βαφτίζεται όχι από τον πολεμόχαρο θεό, αλλά από το ιερό των Αρών, των χθόνιων θεοτήτων που εκδικούνταν τους φονιάδες και συνήθως αποκαλούνταν Ερινύες, Σεμνές ή και Ευμενίδες σε μια προσπάθεια εξευμενισμού τους και κατοικούσαν στις σπηλιές και τα ανοίγματα του βράχου.
Οποιος κι αν ήταν ο «νονός» του βράχου, το θέμα είναι ότι φιλοξένησε την Αθηναϊκή Βουλή, το όργανο δηλαδή που αποτελούσε την εξέλιξη του συμβουλίου το οποίο περιστοίχιζε κάποτε τους μυκηναίους βασιλείς και είχε τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας. Αποτελούνταν δε από ισόβια μέλη της αριστοκρατίας που είχαν δοκιμαστεί με επιτυχία στην άσκηση της εξουσίας. Ολα αυτά βεβαίως ώς τις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις του 462 π.Χ., οπότε ο έλεγχος των αρχόντων πέρασε στα χέρια της Εκκλησίας του Δήμου. Ο Αρειος Πάγος έχει πλέον μόνο δικαστική εξουσία. Και ο υποβιβασμός του προκαλεί την μήνιν όσων έχασαν πολιτική δύναμη με αποτέλεσμα ο εμπνευστής της μεταρρύθμισης, Εφιάλτης, να δολοφονηθεί.
Ιδανικός τόπος για δίκες φόνων – υπαίθριος ώστε να μη βρεθούν δικαστές και δράστης ταυτοχρόνως σε κλειστό χώρο και κινδυνεύσουν να μολυνθούν από τον μιασμένο δολοφόνο – υποδέχτηκε και τον Ορέστη, ο οποίος κατέφυγε στον Αρειο Πάγο για να δικαστεί για τον φόνο της συζυγοκτόνου μητέρας του Κλυταιμνήστρας. Αθωώθηκε δε χάρη στην ψήφο της θεάς Αθηνάς.
Δύο αλάξευτες πέτρες αποτελούσαν τον βασικό εξοπλισμό του δικαστηρίου. Στη μία – της ύβρεως – στεκόταν ο δράστης. Στην άλλη – της αναιδείας – πατούσε ο κατήγορος, διότι αναίδεια σημαίνει ασπλαγχνία και ο κατήγορος ζητούσε τιμωρία χωρίς έλεος για τον δολοφόνο.
Εκτός των ανθρωποκτονιών όμως στον Αρειο Πάγο εκδικάζονταν και υποθέσεις που σχετίζονταν με ξένες λατρείες. Οι δικαστές καλούνταν τότε να αποφανθούν κατά πόσο αντιτάσσονταν οι καινούργιες θεωρίες με την ισχύουσα παράδοση. Αυτή είναι και η αιτία που ο Απόστολος Παύλος κλήθηκε να παρουσιαστεί στον Αρειο Πάγο περί το 50 μ.Χ. για να μιλήσει για τον χριστιανισμό (αν και άλλη άποψη υποστηρίζει πως παρουσιάστηκε στην Αρχαία Αγορά), ομιλία που δεν είχε και ιδιαίτερη απήχηση καθώς μόνο δύο από όσους τον άκουσαν ασπάστηκαν τη νέα θρησκεία: ο πρόεδρος του δικαστηρίου Διονύσιος Αρεοπαγίτης – πρώτος επίσκοπος και πολιούχος της Αθήνας – και μία γυναίκα ονόματι Δάμαρις.
Στα χρόνια των Ρωμαίων ο βράχος γίνεται έδρα πολυτελών επαύλεων, που είχαν χαρακτήρα και φιλοσοφικών σχολών, ενώ πολλούς αιώνες αργότερα – γύρω στον 16ο αιώνα – την κορυφή του στέφει μια τρίκλιτη βασιλική προς τιμήν του Διονυσίου Αρεοπαγίτη. Ωστόσο καθοριστικός για την εικόνα του φαίνεται πως υπήρξε ένας σεισμός που έπληξε την Αθήνα το 1701. Τότε εκτιμάται πως ο ναός γκρεμίστηκε, τα ιερά που βρίσκονταν στις παρυφές του εξαφανίστηκαν και το τοπίο άλλαξε άρδην, αποκτώντας την εικόνα που έχουμε σήμερα.
– Πάγος σημαίνει βράχος. Προέρχεται από το ρήμα «πήγνυμι» που σημαίνει «στερεώνω, παγώνω».
– Η σχέση του Αρη με τον βράχο δεν αποκλείεται να προκύπτει και από τη στρατηγικής σημασίας θέση που είχε σε σχέση με την άμυνα της Ακρόπολης.
– Στη βόρεια κλιτύ του λόφου έχει εντοπιστεί νεκροταφείο που χρονολογείται περί το 1600 π.Χ. και εικάζεται πως πρόκειται για το αρχαιότερο της αρχαίας Αθήνας.