Ο Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς Α.Ε. (ΟΛΠ) είναι δημόσια εταιρία κοινής ωφέλειας η οποία έχει το αποκλειστικό δικαίωμα χρήσεως και εκμεταλλεύσεως των γηπέδων, κτιρίων και άλλων εγκαταστάσεων που βρίσκονται εντός της λιμενικής ζώνης του λιμένα Πειραιώς, δυνάμει συμβάσεως παραχωρήσεως διάρκειας 40 ετών που συνήφθη με το Ελληνικό Δημόσιο το 2002.
Ο λιμένας του Πειραιά χωρίζεται σε δύο τμήματα: τον εμπορευματικό λιμένα και τον επιβατικό λιμένα. Ο εμπορευματικός λιμένας έχει 3 τερματικούς σταθμούς: τον τερματικό σταθμό εμπορευματοκιβωτίων, τον τερματικό σταθμό διακινήσεως συμβατικού φορτίου και τον τερματικό σταθμό αυτοκινήτων. Ο τερματικός σταθμός εμπορευματοκιβωτίων διαθέτει δύο προβλήτες. Ο ΟΛΠ αποφάσισε να επεκτείνει την υποδομή του σταθμού εμπορευματοκιβωτίων.
Το 2008, ο ΟΛΠ προκήρυξε ευρωπαϊκό δημόσιο διαγωνισμό για την παραχώρηση της εκμεταλλεύσεως των προβλητών ΙΙ και ΙΙΙ στο πλαίσιο του οποίου επελέγη η Cosco Pacific Limited η οποία και συνέστησε θυγατρική ειδικού σκοπού, τη Σταθμός Εμπορευματοκιβωτίων Πειραιά Α.Ε. (ΣΕΠ). Το ίδιο έτος, ο ΟΛΠ υπέγραψε σύμβαση παραχωρήσεως με τον ΣΕΠ η οποία κυρώθηκε με τον νόμο 3755/2009.
Στις 23 Μαρτίου 2015, η Επιτροπή εξέδωσε την απόφαση (ΕΕ) 2015/1827, σύμφωνα με την οποία τα ακόλουθα μέτρα κρατικής ενίσχυσης προς όφελος του ΣΕΠ δεν συμβιβάζονται με την εσωτερική αγορά:
Απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος επί δεδουλευμένων τόκων μέχρι την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας του προβλήτα III.
Δικαίωμα για την επιστροφή του πιστωθέντος ΦΠΑ.
Μεταφορά ζημιών εις νέον χωρίς χρονικό περιορισμό.
Επιλογή μεταξύ τριών μεθόδων απόσβεσης.
Απαλλαγή από τέλη χαρτοσήμου επί των συμφωνιών δανειοδότησης.
Η Ελλάδα όφειλε να ανακτήσει άμεσα τη χορηγηθείσα μη συμβιβάσιμη ενίσχυση από τον ΣΕΠ και τη μητρική του εταιρεία Cosco, περιλαμβανομένων των τόκων, υπολογιζομένων με τη μέθοδο του ανατοκισμού.
Στις 2 Ιουνίου 2015, η Ελλάδα άσκησε την παρούσα προσφυγή ακυρώσεως της αποφάσεως της Επιτροπής, προβάλλοντας τους εξής λόγους:
– προσβολή των δικαιωμάτων άμυνάς της,
– εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 107, ΣΛΕΕ, ως προς την έννοια της κρατικής ενισχύσεως,
– εσφαλμένη, ελλιπή και αντιφατική αιτιολογία ως προς τη στοιχειοθέτηση της κρατικής ενισχύσεως,
– εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 107, ΣΛΕΕ, σχετικά με το συμβατό των ενισχύσεων με την εσωτερική αγορά,
– εσφαλμένη ποσοτικοποίηση των προς ανάκτηση ποσών και παραβίαση των γενικών αρχών του δικαίου της ΕΕ.
Με τη σημερινή του απόφαση το Γενικό Δικαστήριο δεν κάνει δεκτά τα επιχειρήματα της Ελλάδας και απορρίπτει όλους τους λόγους ακυρώσεως ως αβάσιμους. Η προσφυγή απορρίπτεται στο σύνολό της.