ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σακκά, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Καπελούζο, Δημήτριο Γεώργα – Εισηγητή, Δημήτριο Τζιούβα και Γεώργιο Παπαηλιάδη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Φεβρουαρίου 2017, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ιωάννη Κωνσταντινόπουλου (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου A. S. του A., κατοίκου …, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιχαήλ Μαραγκάκη, για αναίρεση της υπ’ αριθ. 911/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πειραιά.
Το Τριμελές Εφετείο Πειραιά με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ’ αυτή, και o αναιρεσείων – κατηγορούμενος ζητά την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 21 Απριλίου 2016 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό ….
Αφού άκουσε
Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Από τις διατάξεις των άρθρων 349 και 501 παρ.1 ΚΠΔ, όπως το πρώτο ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 20 παρ.1 Ν.3904/2010, προκύπτει ότι παρέχεται δικαίωμα στον εκκαλούντα κατηγορούμενο να ζητήσει την αναβολή της δίκης, όταν δεν μπορεί να εμφανισθεί στο δικαστήριο και να υποστηρίξει την έφεσή του, για σοβαρούς λόγους υγείας ή λόγους ανώτερης βίας. Εξ άλλου, η κατά τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Δ’ ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, απαιτείται όχι μόνον για την απόφαση περί της ενοχής, δηλαδή την καταδικαστική ή απαλλακτική για την κατηγορία απόφαση του Δικαστηρίου, αλλά για όλες τις αποφάσεις, ανεξάρτητα αν αυτές είναι οριστικές ή παρεμπίπτουσες ή αν η έκδοσή τους αφήνεται στη διακριτική, ελεύθερη ή ανέλεγκτη κρίση του δικαστή που τις εξέδωσε. Έτσι, η παρεμπίπτουσα απόφαση που απορρίπτει την αίτηση του κατηγορουμένου περί αναβολής της δίκης για σοβαρούς λόγους υγείας ή ανώτερης βίας, κατά το άρθρο 349 ΚΠοινΔ πρέπει να είναι ιδιαίτερα αιτιολογημένη, παρά το ότι η παραδοχή ή απόρριψη τέτοιας αιτήσεως έχει αφεθεί στην ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου. Συνίσταται δε η κατά τις προαναφερόμενες διατάξεις, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της παρεμπίπτουσας αυτής απόφασης στην αναφορά των πραγματικών περιστατικών που αποδείχθηκαν κατά την διαδικασία στο ακροατήριο, των αποδείξεων που τα θεμελιώνουν, καθώς και τους συλλογισμούς με τους οποίους κατέληξε το δικαστήριο στην απορριπτική του αιτήματος κρίση του (Ολ.ΑΠ 7/2005).
Στην προκειμένη περίπτωση από την παραδεκτή επισκόπηση των πρακτικών της προσβαλλόμενης απόφασης προκύπτει ότι προσήλθε στο Δικαστήριο ως άγγελος ο δικηγόρος Αθηνών Μιχαήλ Μαραγκάκης και αιτήθηκε την αναβολή της δίκης σε μεταγενέστερη ημερομηνία, ισχυριζόμενος ότι ο κατηγορούμενος βρίσκεται στη Αλβανία, ότι παρέτεινε τη διανομή του εκεί διότι η μητέρα του αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας και έχει αναλάβει τη φροντίδα της. Επίσης, είπε, ότι δεν έχει εξουσιοδότηση προκειμένου να εκπροσωπήσει τον αιτούντα κατηγορούμενο. Ο εισαγγελέας πρότεινε την απόρριψη του αιτήματος αναβολής και μετά την εμμονή του αγγέλου στο αίτημα για αναβολή της δίκης, το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα με την κάτωθι αιτιολογία. “Το αίτημα περί αναβολής της δίκης που υποβλήθηκε από τον συνήγορο Μιχ.Μαραγκάκη, που δήλωσε ότι τυγχάνει συνήγορος του κατηγορουμένου και που οφείλεται (η αιτούμενη αναβολή) στην αδυναμία εμφάνισης του κατηγορουμένου ενώπιον του Δικαστηρίου διότι φροντίζει την ασθενή μητέρα του στην Αλβανία τυγχάνει απορριπτέο διότι από τα προσκομιζόμενα αποδεικτικά στοιχεία δεν αποδεικνύεται η ουσιαστική βασιμότητα της προεκτιθεμένης αιτίας μη εμφανίσεως του κατηγορουμένου”. Η απόφαση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα αναβολής, είναι ειδική και εμπεριστατωμένη, όπως απαιτούν οι διατάξεις των άρθρων 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 ΚΠΔ, αφού εκτίθενται σ’ αυτή με σαφήνεια και πληρότητα οι λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο οδηγήθηκε, στην απορριπτική του παραπάνω αιτήματος του κατηγορουμένου παρεμπίπτουσα απόφασή του, λαμβάνοντας υπόψη ότι, έτσι όπως διαπιστώθηκε, ήταν εντελώς αόριστο (δεν ανέφερε την πάθηση της μητέρας του, το χρόνο νοσηλείας και παραμονής του στην Αλβανία) και ορθά απορρίφθηκε, ως ουσιαστικά αβάσιμο, αφού ο αναιρεσείων εκτός του προσδιορισμού της παθήσεως της μητρός του, δεν προσκόμισε και κάποιο σχετικό έγγραφο, είτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο υποστηρικτό της βασιμότητάς του. Επομένως ο πρώτος λόγος αναίρεσης που ερείδεται στο άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ’ ΚΠοιΔ είναι απορριπτέος ως αβάσιμος ενώ υπό τα’ ανωτέρω αναφερόμενα δεν υπάρχει υπέρβαση εξουσίας και ο επιχειρούμενος να στοιχειοθετηθεί λόγος στο άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Η’ ΚΠΔ, είναι επίσης απορριπτέος.
Περαιτέρω κατά το άρθρο 61 του Ν.4194/2013 “Κώδικας Δικηγόρων” ορίζεται στις παρ.1 και 4, όπως αντικαταστάθηκαν αυτές με το άρθρο 7 παρ.8 α’ και γ’ του Ν.4205/2013, ότι “1.Ο δικηγόρος για την άσκηση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων και για την παράσταση του ενώπιον των δικαστηρίων και των δικαστικών συμβουλίων….υποχρεούται να προκαταβάλει στον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο εισφορές, αποκλειστικά και μόνο στις περιπτώσεις που προβλέπονται στο Παράρτημα
ΙΙΙ…..4)Ο δικηγόρος για την κατάθεση κάθε είδους ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων, καθώς και για την παράστασή του κατά τη συζήτηση των ανωτέρω ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων ενώπιον των δικαστηρίων και δικαστών οφείλει, στο πλαίσιο της υποχρεώσεως προκαταβολής της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, να καταθέσει το σχετικό γραμμάτιο καταβολής, αλλιώς η αντίστοιχη διαδικαστική πράξη είναι απαράδεκτη. Επίσης, για την παρασταση ενώπιον των ποινικών δικαστηρίων κάθε βαθμού, των ανακριτών ή ανακριτικών υπαλλήλων ή δικαστικών συμβουλίων, οφείλει να καταθέσει το σχετικό γραμμάτιο καταβολής, αλλιώς η παράσταση του δεν γίνεται δεκτή. Δεν υπάρχει υποχρέωση της προκαταβολής της παραγράφου 1 σε περίπτωση αναβολής ή ματαίωσης της συζήτησης τυχόν δε καταβληθείσα προκαταβολή αναζητείται από τον δικηγόρο που προέβη σε αυτήν, άλλως αυτή ισχύει για τη νέα συζήτηση”. Από τις διατάξεις αυτές, συνάγεται ότι αν ο δικηγόρος που παρίσταται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 501 παρ.3 ΚΠοινΔ κατά την εκπροσώπηση απόντος κατηγορουμένου δυνάμει εξουσιοδοτήσεως του εκκαλούντος εντολέα του ενώπιον δικαστηρίου, δεν έχει καταθέσει το σχετικό γραμμάτιο, η παράστασή του δεν γίνεται δεκτή και ο εκκαλών θεωρείται ότι δεν έχει εμφανιστεί και η έφεση του απορρίπτεται κατ’ αρθρον 501 παρ.1 του ΚΠοινΔ, εφόσον έχει κλητευθεί νομότυπα από τον Εισαγγελέα (αρθρ.500 ΚΠοινΔ), σύμφωνα με τα άρθρα 155-161 και μέσα στην προθεσμία του άρθρου 166 του ίδιου κώδικα.
Στην προκειμένη περίπτωση ο αναιρεσείων μετά την απόρριψη του αιτήματος περί αναβολής δήλωσε δια του δικηγόρου του Μιχαήλ Μαραγκάκη ότι εκπροσωπεί τον κατηγορούμενο, δυνάμει της από 1-6-2015 εξουσιοδοτήσεως του και ανέφερε ότι δεν έχει τα χρήματα προκειμένου να εκδώσει γραμμάτιο προείσπραξης από τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο. Ο εισαγγελέας πρότεινε την απόρριψη της παράστασης του δικηγόρου, το δε δικαστήριο απέρριψε ως απαράδεκτη την εκπροσώπηση δεχόμενο “ότι στην προκειμένη περίπτωση ο δικηγόρος Μιχαήλ Μαραγκάκης δήλωσε ότι εκπροσωπεί τον κατηγορούμενο δυνάμει της από 1-6-2015 εξουσιοδοτήσεως, πλην όμως αδυνατεί να προσκομίσει γραμμάτιο καταβολής. Σύμφωνα όμως με όσα προεκτέθηκαν η παράσταση του εν λόγω συνηγόρου τυγχάνει ως μη δεκτή λόγω αδυναμίας προσκομίσεως του γραμματίου καταβολής”. Εν συνεχεία δε απέρριψε ως ανυποστήρικτη την υπ’ …2014 έφεσή του κατά της ΑΤ 1093/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Πειραιώς. Οι αιτιολογίες που περιέλαβε ως προς την απόρριψή της ως άνω εκπροσώπησης και της έφεσης ως ανυποστήρικτης είναι ειδικές και εμπεριστατωμένες, αφού όπως προκύπτει, από την επισκόπηση των εγγράφων της δικογραφίας ο εκκαλών είχε κληθεί νομίμως και εμπροθέσμως για να παρασταθεί κατά τη συζήτηση της έφεσής του, με το να απορρίψει δε το δικαστήριο την εκπροσώπηση λόγω έλλειψης καταβολής παραβόλου και την έφεση λόγω της μη εμφάνισης του αναιρεσείοντος, δεν επήλθε ουδεμία ακυρότητα ούτε υποβλήθηκε αίτημα διορισμού δικηγόρου κατά το άρθρο 6 παρ.3 της ΕΣΔΑ, ούτε εξετέθηκαν οι προϋποθέσεις διορισμού δηλ., οικονομική αδυναμία και συμφέρον της δικαιοσύνης για τον διορισμό δικηγόρου υπερασπίσεως και επομένως δεν υπάρχει παράβαση της ως άνω διατάξεως σε συνδυασμό με το αρθρ.340 και 171 ΚΠΔ και εντεύθεν παραβίαση του αρθρ.510 παρ.1 στοιχ. Α’ ΚΠοινΔ. Επομένως ο λόγος της αναιρέσεως που ερείδεται στο άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Α’ ΚΠΔ είναι αβάσιμος και απορριπτέος.
Συνεπώς πρέπει να απορριφθεί και η κρινόμενη αναίρεση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (αρθ. 583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Απορρίπτει την με …/2016 έκθεση αναίρεσης του αναιρεσείοντα A. S. του A. και της E. για αναίρεση της με αριθμό 911/2015 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Πειραιώς.
Και
Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στην καταβολή των δικαστικών εξόδων που ορίζει στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 15 Φεβρουαρίου 2017.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 2 Μαρτίου 2017.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ