ΑΡΕΙΟΣ ΠΑΓΟΣ
– Νόμιμη μοίρα. Υπολογισμός.
– Κατά τις διατάξεις των άρθρων 1710, 1820 και 1825 ΑΚ δικαίωμα νόμιμης μοίρας στην κληρονομιά έχουν οι κατιόντες και οι γονείς του κληρονομουμένου, καθώς και ο επιζών σύζυγος, οι οποίοι θα καλούνταν ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι, κατά το ποσοστό δε της νόμιμης μοίρας, που συνίσταται στο ήμισυ της εξ αδιαθέτου μερίδας, ο μεριδούχος συντρέχει αυτοδικαίως εκ του νόμου, ως κληρονόμος στο σύνολο της κληρονομιάς και έχει εμπράγματο δικαίωμα, κατά το ανωτέρω ποσοστό, εφ’ όλων των στοιχείων της κληρονομιαίας περιουσίας, το οποίο ασκεί με την περί κλήρου αγωγή, εκτός αν δια παροχών στη ζωή έχει καλυφθεί το ως άνω ποσοστό της νόμιμης μοίρας. Ειδικότερα, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827, 1831 και 1833 ΑΚ, όπως ισχύουν μετά το Ν. 1329/1983, για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας οποιουδήποτε μεριδούχου, λαμβάνεται ως βάση η κατάσταση και η αξία της κληρονομιάς κατά το χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, δηλαδή συνυπολογίζονται όλα τα δεκτικά κληρονομικής διαδοχής περιουσιακά στοιχεία που υπάρχουν κατά το χρόνο αυτό στην κληρονομιά (πραγματική κληρονομική ομάδα), από την οποία αφαιρούνται τα χρέη της κληρονομιάς και οι δαπάνες της κηδείας του κληρονομουμένου και της απογραφής της κληρονομιάς. Ακολούθως, προστίθενται και θεωρούνται ότι υπάρχουν στην κληρονομιά (πλασματική κληρονομική ομάδα), με την αξία που είχαν κατά το χρόνο της παροχής, οτιδήποτε ο κληρονομούμενος παραχώρησε, όσο ζούσε, χωρίς αντάλλαγμα σε μεριδούχο είτε με δωρεά είτε με άλλο τρόπο και επίσης οποιαδήποτε δωρεά που ο κληρονομούμενος έκανε στα τελευταία δέκα χρόνια πριν από το θάνατο του, εκτός αν την επέβαλαν λόγοι ευπρέπειας ή ιδιαίτερο ηθικό καθήκον. Στη νόμιμη μοίρα καταλογίζονται οι παροχές σε μεριδούχο, με την αξία που είχαν όταν έγιναν, εφόσον προστίθενται στην κληρονομιά, σύμφωνα με το άρθρο 1831, εκτός αν ο κληρονομούμενος όρισε διαφορετικά όταν έδωσε την παροχή. Η εξαίρεση, δηλαδή, του μη καταλογισμού προβλέπεται μόνο για τις καταλογιστέες στη νόμιμη μοίρα παροχές (άρθρο 1833 §1) και όχι για τις συνυπολογιστέες στην κληρονομιά.
Συνεπώς, όταν δεν υπάρχει διαφορετική βούληση του κληρονομουμένου, στη νόμιμη μοίρα καταλογίζεται και η δωρεά προς το μεριδούχο που έγινε από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας, αφού και αυτή δεν παύει να είναι παροχή από ελευθεριότητα, που δόθηκε, δηλαδή, από τον κληρονομούμενο χωρίς νόμιμη υποχρέωση. Ενόψει αυτών, στις προστιθέμενες, κατά το άρθρο 1831 παρ. 2 ΑΚ, στην κληρονομιά παροχές του κληρονομουμένου προς τους μεριδούχους, περιλαμβάνονται οι χωρίς αντάλλαγμα γενόμενες προς αυτούς παροχές, έστω και αν έγιναν από λόγους ευπρέπειας ή από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον, όπως επίσης και οι δωρεές προς τρίτους, εφόσον οι τελευταίες αυτές έγιναν στα τελευταία δέκα χρόνια πριν πεθάνει ο κληρονομούμενος, αν δεν αποδείξει ο τρίτος δωρεοδόχος ότι αυτές έγιναν από λόγους ευπρέπειας ή από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον (ΑΠ 171/2003). Για τις χαριστικές όμως παροχές εν ζωή του κληρονομουμένου που έγιναν πριν από τη ισχύ του Ν. 1329/1983, για τον καταλογισμό τους στη νόμιμη μοίρα του νόμιμου μεριδούχου, απαιτείται να έχουν γίνει αυτές, με εξαίρεση την προίκα, με τον όρο του καταλογισμού τους στη νόμιμη μοίρα, σύμφωνα με το άρθρο 1833 παρ. 1 του ΑΚ, όπως ίσχυε πριν τροποποιηθεί με το άρθρο 26 του Ν. 1329/1983 (ΟλΑΠ 1404/1984, ΑΠ 560/2008, ΑΠ 1996/2006, ΑΠ 27/2005). Ο όρος του καταλογισμού πρέπει να έχει γίνει είτε συνάμα με την παροχή και ως στοιχείο αυτής, είτε και πριν από αυτή, αλλά πάντως εν αναφορά προς την επικείμενη παροχή, ενώ η δήλωση του διαθέτη που γίνεται μετά την παροχή, καθώς και η θέλησή του, η οποία εκδηλώνεται για πρώτη φορά στη διαθήκη, για τον καταλογισμό της στη νόμιμη μοίρα, κατά την έννοια του νόμου δεν έχει ενέργεια. Επομένως, ο σχετικός ισχυρισμός για καταλογισμό στη νόμιμη μοίρα, δωρεάς, προίκας ή παροχής εν ζωή του κληρονομουμένου, πριν από την τροποποίηση της ανωτέρω διατάξεως του ΑΚ με το άρθρο 26 του Ν. 1329/1983, είναι αόριστος, αν ο προτείνων αυτόν εναγόμενος δεν επικαλείται ότι έγινε με τον όρο του καταλογισμού σε αυτήν.