Φαντάζει αδύνατο αλλά ωστόσο ισχύει παρά τη φετινή ανάκαμψη της οικονομίας. Επτά στα δέκα δάνεια (κυρίως στεγαστικά και επιχειρηματικά) για τα οποία οι κάτοχοί τους ζήτησαν από τις τράπεζες να υπαχθούν σε ευνοικές ρυθμίσεις αποπληρωμής τους, αδυνατώντας να τα εξυπηρετούσαν με τους αρχικούς όρους του συμβολαίου που είχαν συνάψει στο παρελθόν, «κοκκινίζουν» το πολύ μέσα σε ένα τρίμηνο.
Και αυτό παρότι οι δανειολήπτες τους εντάχθηκαν, σε συννενόηση με τις τράπεζες, σε ευνοϊκές βραχυχρόνιες ή μακροχρόνιες ρυθμίσεις αποπληρωμής των δανείων τους. Σύμφωνα με την ενδιάμεση έκθεση νομισματικής πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος, το 42% των δανείων που ρυθμίστηκαν σε βραχυχρόνιο ορίζοντα και το 32% που ρυθμίστηκαν σε μακροχρόνιο ορίζοντα έπαψαν να εξυπηρετούνται εντός του πρώτου τριμήνου από την ημερομηνία υπογραφής του ευνοϊκού διακανονισμού του δανείου.
Μάλιστα, αρκετές από τις ρυθμίσεις των τραπεζών είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές για τους δανειολήπτες, καθώς περιλαμβάνουν ακόμα και «πάγωμα» για τουλάχιστον μια 15ετία ενός σημαντικού μέρους του υπολοίπου ενός δανείου υπό τον όρο της εξόφλησης του υπολοίπου σε μακροχρόνιο ορίζοντα (15 ή 20 ετών) και με μεγάλο αριθμό δόσεων.
Την παραπάνω ρύθμιση άρχισε να εφαρμόζει η Εθνική Τράπεζα μη επιβάλλοντας όχι μόνο τόκους στο «παγωμένο» υπόλοιπο δανείου αλλά και «κούρεμα» 4% ετησίως αν το πρώτο κομμάτι του δανείου εξοφλείται αδιαλείπτως, γεγονός που στην πραγματικότητα ευνοεί ιδιαίτερα κάθε δανειολήπτη, καθώς σβήνεται στο μέλλον η υποχρέωση εξόφλησης ενός σημαντικού μέρους του σημερινού δανείου του.
Μια πρακτική που σχεδιάζουν να εφαρμόσουν προσεχώς κι άλλες τράπεζες, ενώ την ίδια ώρα ειδοποιούνται με προσωπικές επιστολές από την Alpha Bank και την Eurobank 220.000 δανειολήπτες παλαιών ανεξόφλητων καταναλωτικών δανείων και πιστωτικών καρτών να σπεύσουν για διακανονισμό στις Τράπεζες καταβάλλοντας σε δόσεις μόλις το 10% της αρχικής οφειλής με “κούρεμα” του υπολοίπου 90%.
Στόχος των συστημικών τραπεζών είναι, μέσω ευνοϊκών ρυθμίσεων ή διαγραφών δανειακών οφειλών, να καταφέρουν να εφαρμόσουν στο ακέραιο τις υποδείξεις του εποπτικού μηχανισμού της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για περιορισμό των πιστωτικών τους ανοιγμάτων από 100 δισ. ευρώ σήμερα στα 64,2 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019.
Εκτός των παραπάνω, θεσμοί και τράπεζες ζητούν να επιταχυνθεί με νομοθετικές διαδικασίες η δικαστική εκκαθάριση των δανείων που βρίσκονται υπό νομική προστασία (νόμος Κατσέλη), η οποία σήμερα καρκινοβατεί στη χώρα μας λόγω των πολύχρονων καθυστερήσεων στην απόδοση της δικαιοσύνης. Και αυτό γιατί, όπως λένε τραπεζικοί παράγοντες, η δικαστική εκκρεμότητα και οι πολύχρονες καθυστερήσεις έκδοσης δικαστικών αποφάσεων στις υποθέσεις δανείων οδηγεί σε απαξίωση των εξασφαλίσεων των τραπεζών που σε ποσοστό 88% είναι στεγαστικά, εμπορικά και βιομηχανικά ακίνητα, άρα και σε απομείωση κατά 50% των τιμών τους σε περιπτώσεις ρευστοποιήσεων μέσω πλειστηριασμών.
Ως επιχείρημα της συντόμευσης των δικαστικής εκκαθάρισης των δανείων είναι και το γεγονός ότι πίσω π.χ από το νόμο Κατσέλη κρύβονται και αρκετοί εύποροι δανειολήπτες πλην όμως κακοπληρωτές κι αυτό εξηγείται και από το γεγονός ότι μια στις δύο περιπτώσεις δανειοληπτών που εκδικάζονται στο ακροατήριο του δικαστηρίου απορρίπτεται.
Σύμφωνα με στοιχεία των τραπεζών, υπό την «ομπρέλα» νομικής προστασίας του νόμου Κατσέληβρίσκονται σήμερα δάνεια συνολικής αξίας 14,3 δισ. ευρώ που αντιστοιχούν στο 14,5% των υφιστάμενων μη εξυπηρετούμενων δανείων.