Την επανεξέταση της υπόθεσης που αφορά την απαλλαγή με βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Ρόδου των δέκα μελών του διοικητικού συμβουλίου της Συνεταιριστικής Τράπεζας Δωδεκανήσου και των δύο συμβούλων, από την κατηγορία της κακουργηματικής απιστίας που είχε ασκηθεί σε βάρος τους, έχει ζητηθεί από την Εισαγγελία Εφετών Δωδεκανήσου.
Σύμφωνα με πληροφορίες της «Ροδιακής», ο ιδιώτης ο οποίος και είχε ξεκινήσει την όλη ιστορία και η υπόθεση πήρε το δρόμο της δικαιοσύνης, διά του δικηγόρου του κ. Σέργιου Αναστασιάδη έχει καταθέσει αίτηση στην Εισαγγελία Εφετών Δωδεκανήσου ζητώντας να επανεξεταστεί το όλο θέμα, το οποίο και έχει μπει στο αρχείο.
Στην αίτησή του ο ιδιώτης αναφέρει συγκεκριμένα στοιχεία και αιτιολογεί αναλυτικά τους λόγους για τους οποίους η υπόθεση θα πρέπει να ανασυρθεί από το αρχείο και να τεθεί εκ νέου στο «μικροσκόπιο» της εισαγγελικής και δικαστικής αρχής.
Όπως είναι γνωστό, η υπόθεση πήρε το δρόμο της δικαιοσύνης μετά από μήνυση που κατέθεσε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, συμπολίτης μας ο οποίος είχε αγοράσει μερίδες της τράπεζας αξίας άνω των 100.000 ευρώ.
Σύμφωνα με όσα ο ιδιώτης καταγγέλλει στη μήνυσή του, παρά το γεγονός ότι είχε ζητήσει να του ρευστοποιήσουν τις μετοχές, εντούτοις οι παράγοντες της τράπεζας δεν το έκαναν με αποτέλεσμα να υποστεί ζημία.
Η μήνυση διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου και μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, η υπόθεση τέθηκε αρχικά στο αρχείο, όμως ο ιδιώτης άσκησε τον Δεκέμβριο του 2014 προσφυγή και έτσι εκδόθηκε διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών Δωδεκανήσου με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή και παραγγέλθηκε η άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος των κατηγορουμένων για απιστία σε βαθμό κακουργήματος. Ακολούθησε η διενέργεια κύριας ανάκρισης από τον Ειδικό Ανακριτή Ρόδου τον Απρίλιο του 2017 οπότε και οι εμπλεκόμενοι αφέθηκαν ελεύθεροι χωρίς όρους.
Εν συνεχεία, η υπόθεση παραπέμφθηκε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου το οποίο και με το υπ. αρ. 18/2017 βούλευμα τέλη Νοεμβρίου 2017, αποφάσισε να μην γίνει κατηγορία σε βάρος των δώδεκα εμπλεκομένων καθώς κρίνει ότι «δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις ενοχής, ικανές να στηρίξουν δημόσια στο ακροατήριο κατηγορία σε βάρος τους για την αποδιδόμενη σ’ αυτούς αξιόποινη πράξη της απιστίας από κοινού και κατ’ εξακολούθηση εκ της οποίας η προξενηθείσα ζημία υπερβαίνει το ποσό των 30.000 ευρώ που φέρονται να τέλεσαν στη Ρόδο κατά το χρονικό διάστημα από τις 18-10-2011 έως 30-06-2013».