Ενας από τους λόγους που «άστραψε και βρόντηξε» κατά της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών & Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) την περασμένη Τρίτη, ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου ΟΤΕ, Μιχάλης Τσαμάζ, ήταν το θέμα της αποζημίωσης της καθολικής υπηρεσίας στις τηλεπικοινωνίες, δηλαδή η υποχρέωση του ΟΤΕ να παράσχει τηλεπικοινωνιακές υπηρεσίες σε όλη τη χώρα, ακόμα και στις πιο απομακρυσμένες περιοχές.
Ο ΟΤΕ έχει αιτηθεί την αποζημίωση των υπηρεσιών του για όλα τα προηγούμενα έτη μέχρι και το 2016, αρχής γενομένης από το 2010, αλλά μέχρι σήμερα αυτό δεν έχει καταστεί εφικτό. Επιπλέον, φαίνεται ότι η αποζημίωσή που θα λάβει, ανέρχεται περίπου στο 1/4 του ποσού που ο ίδιος αρχικά είχε υπολογίσει.
Βάσει της ελληνικής νομοθεσίας, o πάροχος της καθολικής υπηρεσίας (Κ.Υ.) στις τηλεπικοινωνίες αποζημιώνεται από το ταμείο αποζημίωσης της υπηρεσίας στο οποίο συμβάλλουν οι τηλεπικοινωνιακές επιχειρήσεις, με βάση το μερίδιό τους στην αγορά. Ως συνέπεια, το μεγαλύτερο μέρος της αποζημίωσης –περίπου στο 55%– αφορά τη συμβολή του ΟΤΕ. Το υπόλοιπο 45% αφορά τους ανταγωνιστές του με τις δύο εταιρείες κινητής τηλεφωνίας Vodafone και Wind ν’ αντιστοιχούν στο 35% έως 40%.
Ο ΟΤΕ το 2011 εκτίμησε το κόστος της Κ.Υ. για τα έτη 2010 και 2011 πάνω από 140 εκατ. ευρώ. Το συνολικό κόστος μέχρι και το 2016, ο ΟΤΕ το εκτίμησε σε περίπου 386 εκατ. ευρώ.
Η ΕΕΤΤ, αφού εξέτασε τη μεθοδολογία του ΟΤΕ, αντιπρότεινε το 2013 ένα διαφορετικό μοντέλο υπολογισμού του κόστους Κ.Υ., που «ψαλίδιζε» τις απαιτήσεις του ΟΤΕ. Κι επειδή το μοντέλο αυτό αποτέλεσε επίσημη απόφαση της ΕΕΤΤ, ο ΟΤΕ δεν μπορούσε παρά να το αποδεχθεί και να το εφαρμόσει. Η νέα μεθοδολογία περιόρισε το κόστος της Κ.Υ. περίπου κατά 35% για τα έτη 2010-11. Ωστόσο και το ποσό αυτό δεν έγινε αποδεκτό από τη ρυθμιστική αρχή.
Η ΕΕΤΤ για ν’ αποφασίσει την αποζημίωση του ΟΤΕ για τις υπηρεσίες του, προσέλαβε δύο εταιρείες συμβούλων. Η πρώτη ήταν η Grant Thornton που ανέλαβε να υπολογίσει το κόστος για το 2010 και η Mazars που ανέλαβε να υπολογίσει το κόστος για το 2011. Οι εταιρείες ανέλαβαν το έργο, αλλά όταν τέλειωσαν, η χώρα είχε μπει σε προεκλογική περίοδο και η ΕΕΤΤ παρέμενε επί σχεδόν 18 μήνες ακέφαλη, εξαιτίας της κόντρας του υπουργού Επικοινωνιών Χρήστου Σπίρτζη με τα μέλη της. Τελικά, η Επιτροπή, υπό τον νέο πρόεδρο που ορίστηκε το καλοκαίρι του 2016, άρχισε να ξανακινεί τα θέματα, μεταξύ των οποίων και το επίμαχο της Κ.Υ. Το θέμα ήρθε στην τελευταία ολομέλεια της περασμένης Πέμπτης, αλλά αναπέμφθηκε στις υπηρεσίες της ΕΕΤΤ για επανεπεξεργασία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι δύο εταιρείες έχουν υπολογίσει το κόστος της Κ.Υ. για τα έτη 2010-2011 σε λιγότερο από 50 εκατ. ευρώ. Ετσι, η αποζημίωση του ΟΤΕ αναμένεται να κυμανθεί σε περίπου 20 εκατ. ευρώ, όταν ο ίδιος, ανάλογα με το μεθοδολογία υπολογισμού του κόστους της παροχής Κ.Υ., επεδίωκε αποζημίωση της τάξεως των 40-60 εκατ. ευρώ. «Ακόμη, όμως, και αυτά τα 20 εκατ. ευρώ, είναι σημαντικά», αναφέρουν τα στελέχη του ΟΤΕ, «καθώς πλέον η κερδοφορία της μητρικής εταιρείας έχει περιοριστεί δραματικά». Τα έσοδα αυτά μπορεί ν’ αντιστοιχούν σε περισσότερο από 10% των ετήσιων κερδών της επιχείρησης.