ΠΑΡΙΣΙ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Το κλίμα στη Σύνοδο One Planet την περασμένη Τρίτη δεν ήταν πανηγυρικό. Δύο χρόνια μετά τη Συμφωνία του Παρισιού, ο σκοπός της συνόδου ήταν να γίνει μια αποτίμηση των δράσεων των συμβαλλόμενων μερών, στα οποία συμπεριλαμβάνονται 197 κράτη (αλλά όχι, εδώ και κάποιους μήνες, οι Ηνωμένες Πολιτείες), και να κατατεθούν χειροπιαστές δεσμεύσεις για το μέλλον.
Ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν δεν επιχείρησε να ωραιοποιήσει την κατάσταση. Στην παρέμβασή του τόνισε ότι «χάνουμε τη μάχη» για την αποτροπή της καταστροφικής κλιματικής αλλαγής και χαρακτήρισε «πολύ κακή είδηση» την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού. Περισσότεροι από 50 ηγέτες κρατών και κυβερνήσεων βρέθηκαν στο Seine Musicale, το σύγχρονο μέγαρο μουσικής σε ένα νησάκι του Σηκουάνα που παλαιότερα φιλοξενούσε ένα εργοστάσιο της Renault. Αρκετοί από αυτούς, τόνισε ο κ. Μακρόν, ηγούνται χωρών που «δεν θα υπάρχουν» στο προσεχές μέλλον, αν η διεθνής κοινότητα δεν δράσει αποφασιστικά για να περιορίσει την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας.
Δεν έλειψαν από τη σύνοδο οι δεσμεύσεις –κρατών, οικονομικών παραγόντων και διεθνών οργανισμών– για νέες φιλόδοξες πρωτοβουλίες που θα επιταχύνουν τη μετάβαση προς τη νέα οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Ο πρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας Τζιμ Γιονγκ Κιμ ανακοίνωσε ότι ο οργανισμός δεν θα χρηματοδοτήσει νέα έργα εξόρυξης υδρογονανθράκων μετά το 2019 (με την εξαίρεση κάποιων έργων άντλησης αερίου στις φτωχότερες χώρες του κόσμου). Θεσμικοί επενδυτές που διαχειρίζονται 26 τρισ. δολάρια δεσμεύθηκαν ότι θα αυξήσουν τις πιέσεις προς τις πιο ρυπογόνες εταιρείες του πλανήτη ώστε να μειώσουν τις εκπομπές τους. Η ολλανδική τράπεζα ING ανακοίνωσε ότι μετά το 2025 θα σταματήσει να χρηματοδοτεί οποιαδήποτε εταιρεία ηλεκτρισμού βασίζεται στον άνθρακα για πάνω από το 5% της παραγωγής της. Το Βέλγιο ανακοίνωσε την έκδοση του πρώτου «πράσινου ομολόγου».
Παρά τις δεσμεύσεις αυτές, ωστόσο, η επώδυνη αλήθεια είναι ότι, όπως το έθεσε ο γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες από το βήμα της συνόδου, «η κλιματική αλλαγή κινείται ταχύτερα από εμάς». Αν οι τρέχουσες τάσεις εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου συνεχιστούν, η παγκόσμια θερμοκρασία θα αυξηθεί κατά 4 βαθμούς Κελσίου έως το τέλος του αιώνα (ο στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού ήταν να περιοριστεί η αύξηση στους 2 βαθμούς Κελσίου).
Οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης, σύμφωνα με το βρετανικό Met Office, έχουν στοιχεία Αποκάλυψης. Περιλαμβάνουν τη δραματική άνοδο της στάθμης των υδάτων (θέτοντας έως και 150 εκατομμύρια επιπλέον άτομα σε κίνδυνο από πλημμύρες το 2075)· τη μείωση έως 70% των υδάτων απορροής των ποταμών, μεταξύ άλλων περιοχών στη Μεσόγειο· δραστική συρρίκνωση των παγετώνων (και εξαφάνισή τους στη Νότια Αμερική)· μείωση ώς και 40% στις σοδειές αραβοσίτου και δημητριακών σε περιοχές κοντά στον Ισημερινό και ώς και 30% στις σοδειές ρυζιού στην Ασία· ανυπολόγιστες συνέπειες στα οικοσυστήματα των ωκεανών και του Αμαζονίου.
Ο κ. Γκουτιέρες κάλεσε τις ανεπτυγμένες χώρες να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους για πράσινη χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων χωρών με 100 δισ. δολάρια ετησίως έως το 2020. Σύμφωνα με περυσινή μελέτη του ΟΟΣΑ για τις προοπτικές επίτευξης του στόχου, οι δημόσιοι πόροι από τις ανεπτυγμένες χώρες θα φτάσουν τα 67 δισ. δολάρια έως το 2020. Οι συντάκτες της μελέτης σημειώνουν ότι οι αντίστοιχες προβλέψεις για ιδιωτικούς πόρους είναι πολύ πιο αβέβαιες.
Ελληνική καθυστέρηση
Παρών στο Παρίσι ήταν και ο Ελληνας πρωθυπουργός. Μιλώντας σε δημοσιογράφους στο περιθώριο της διάσκεψης, ο κ. Τσίπρας ανέφερε ότι «πιάνουμε τους στόχους για το 2020» και δήλωσε «απολύτως αισιόδοξος» και για τον στόχο του 2030 – την κάλυψη, όπως είπε, του 50% της εγχώριας ζήτησης ενέργειας από ΑΠΕ.
Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα ήταν 15% το 2015. Σύμφωνα με τον Νίκο Μάντζαρη του WWF, «η ίδια η κυβέρνηση προβλέπει ότι το ποσοστό θα φτάσει το 18% το 2020 – κάτω από τον στόχο του 2020». Ο κ. Μάντζαρης προσθέτει ότι o στόχος η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ να φτάσει το 40% το 2020 είναι «ανέφικτος», καθώς «το ποσοστό ήταν μόλις 22,9% το 2015 και δεν υπάρχει καμία δυνατότητα ώς το 2020 να διπλασιαστεί σχεδόν η εγκατεστημένη ισχύ ΑΠΕ». Επιπλέον, προσθέτει, ο στόχος του 2030, το 50% της ηλεκτροπαραγωγής –όχι της συνολικής ζήτησης, όπως είπε ο κ. Τσίπρας– να καλύπτεται από ΑΠΕ, «δεν είναι φιλόδοξος»· σκοπός του είναι «να αφήσει χώρο στον λιγνίτη».