Η Κομισιόν αναμένεται, εκτός απροόπτου, να προτείνει αύριο, μετά από απόφαση του Κολεγίου των Επιτρόπων, την ενεργοποίηση του “άρθρου 7 της Ευρωπαϊκής Συνθήκης” για την Πολωνία.
Το άρθρο 7, για τη λειτουργία του Κράτους Δικαίου προβλέπει την αναστολή του δικαιώματος ψήφου στο Συμβούλιο με διαδικασία ειδικής πλειοψηφίας, για όποιο Κράτος διαπιστωθεί ότι έχει αποκλίνει. Συγκεκριμένα η Πολωνία έχει αποκκλίνει από την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, διότι η κυβέρνηση της χώρας αυτής εισήγαγε ένα νόμο που θέτει τη συνταξιοδότηση και την παύση δικαστών και ανώτατων δικαστών στη διακριτική ευχέρεια του υπουργού δικαιοσύνης.
Στις 26 Ιουνίου, η Κομισιόν είχε απευθύνει σύσταση για το κράτος δικαίου προς στις πολωνικές αρχές, με την οποία τεκμηριώνονται οι σοβαρές ανησυχίες για την προβλεπόμενη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος. Η Κομισόν εκτιμά ότι αυτή η μεταρρύθμιση αυξάνει τη συστημική απειλή κατά του κράτους δικαίου στην Πολωνία, η οποία είχε ήδη εντοπισθεί κατά τη διαδικασία για το κράτος δικαίου που κίνησε και πάλι η Κομισιόν τον Ιανουάριο του 2016.
Στις 26 Ιουνίου η Κομσιόν κάλεσε τις πολωνικές αρχές να επιλύσουν τα εν λόγω προβλήματα εντός ενός μηνός. Ειδικότερα κάλεσε τις πολωνικές αρχές να μην λάβουν κανένα μέτρο με σκοπό την παύση ή την ώθηση σε συνταξιοδότηση δικαστών του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Όπως είχε τότε ανακοινωθεί, αν η Πολωνία ελέμβανε τέτοια μέτρα, η Κομισιόν προτίθετω να ενεργοποιήσει αμέσως τη διαδικασία του άρθρου 7 παράγραφος 1, δηλαδή να προβεί σε επίσημη προειδοποίηση της ΕΕ, την οποία μπορούν να αποφασίσουν τα τέσσερα πέμπτα των κρατών μελών στο Συμβούλιο των Υπουργών.
Η Κομισιόν τότε αποφάσισε επίσης να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Πολωνίας για παραβάσεις του δικαίου της ΕΕ, επισημαίνοντας ωστόσο ότι είναι έτοιμη “να συνεχίσει τον εποικοδομητικό διάλογο με την πολωνική κυβέρνηση”. Ο διάλογος αυτός δεν πραγματοποιήθηκε.
Τον Μάρτιο του 2014 η Κομισιόν ενέκρινε νέο πλαίσιο για την αντιμετώπιση των συστημικών απειλών του κράτους δικαίου σε οποιαδήποτε από τις 28 χώρες της. Το νέο πλαίσιο για το κράτος δικαίου λειτουργεί συμπληρωματικά ως προς τις διαδικασίες επί παραβάσει -περιπτώσεις παράβασης της νομοθεσίας της ΕΕ- και τη διαδικασία που είναι γνωστή ως «διαδικασία του άρθρου 7 ΣΕΕ», η οποία στις σοβαρότερες περιπτώσεις επιτρέπει την αναστολή των δικαιωμάτων ψήφου σε περίπτωση «σοβαρής και διαρκούς παράβασης» των αξιών της ΕΕ από χώρα της ΕΕ.
Το εν λόγω πλαίσιο δίνει στην Κομισιόν τη δυνατότητα να συμμετάσχει σε διάλογο με την οικεία χώρα της ΕΕ για να αποτρέψει την κλιμάκωση των συστημικών απειλών του κράτους δικαίου. Προετοιμάζοντας την αξιολόγησή της, η Επιτροπή μπορεί να αξιοποιήσει την εμπειρογνωμοσύνη άλλων θεσμικών οργάνων της ΕΕ και διεθνών οργανισμών (ιδίως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, του Οργανισμού Θεμελιωδών Δικαιωμάτων, του Συμβουλίου της Ευρώπης, του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη – ΟΑΣΕ κ.λπ.).
Εάν δεν βρεθεί λύση εντός του πλαισίου, η διαδικασία του άρθρου 7 ΣΕΕ παραμένει το ύστατο μέσο επίλυσης μιας κρίσης και διασφάλισης της συμμόρφωσης με τις αρχές της ΕΕ.
Στόχος του άρθρου 7 της ΣΕΕ είναι η διασφάλιση ότι όλες οι χώρες της ΕΕ σέβονται τις κοινές αξίες της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένου του κράτους δικαίου. Ο προληπτικός μηχανισμός του άρθρου 7 παράγραφος 1 της ΣΕΕ μπορεί να ενεργοποιηθεί μόνο σε περίπτωση «σαφούς κινδύνου σοβαρής παράβασης» και ο μηχανισμός επιβολής κυρώσεων του άρθρου 7 παράγραφος 2 της ΣΕΕ ενεργοποιείται μόνο στην περίπτωση «σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος μέλος» των αξιών που αναφέρονται στο άρθρο 2.
Ο προληπτικός μηχανισμός δίνει στο Συμβούλιο τη δυνατότητα να προειδοποιήσει την οικεία χώρα της ΕΕ πριν συμβεί στην πραγματικότητα η «σοβαρή παράβαση».
Ο μηχανισμός επιβολής κυρώσεων δίνει στο Συμβούλιο τη δυνατότητα να αναστείλει ορισμένα από τα δικαιώματα της εν λόγω χώρας που απορρέουν από την εφαρμογή των Συνθηκών, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ψήφου της χώρας αυτής στο Συμβούλιο. Στην περίπτωση αυτή η «σοβαρή παράβαση» πρέπει να έχει διαρκέσει για αρκετό χρονικό διάστημα.
Από το 2009 η Κομισιόν έχει βρεθεί αντιμέτωπη με αρκετές περιπτώσεις κρίσεων σε κάποιες χώρες της ΕΕ, από τις οποίες προέκυψε ότι υπάρχουν συγκεκριμένα προβλήματα με το κράτος δικαίου. Η Κομισιόν αντιμετώπισε αυτές τις περιπτώσεις ασκώντας πολιτική πίεση, καθώς επίσης και κινώντας διαδικασίες επί παραβάσει στην περίπτωση παραβιάσεων της ενωσιακής νομοθεσίας.
Μέχρι στιγμής ο προληπτικός μηχανισμός και ο μηχανισμός επιβολής κυρώσεων του άρθρου 7 ΣΕΕ δεν έχουν εφαρμοσθεί.
Αναλυτικά, το άρθρο 7 της Συνθήκης, προβλέπει τα εξής.
1. Το Συμβούλιο δύναται, βάσει αιτιολογημένης προτάσεως του ενός τρίτου των κρατών μελών, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αποφασίζοντας με την πλειοψηφία των τεσσάρων πέμπτων των μελών του και κατόπιν της έγκρισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, να διαπιστώσει την ύπαρξη σαφούς κινδύνου σοβαρής παραβίασης από κράτος μέλος των αξιών του άρθρου 2. Το Συμβούλιο, προτού προβεί στη διαπίστωση αυτή, ακούει το εν λόγω κράτος μέλος και δύναται, αποφασίζοντας με την ίδια διαδικασία, να του απευθύνει συστάσεις.
Το Συμβούλιο επαληθεύει τακτικά ότι εξακολουθούν να ισχύουν οι λόγοι που οδήγησαν στη διαπίστωση αυτή.
2. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα μετά από πρόταση του ενός τρίτου των κρατών μελών ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και αφού λάβει την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δύναται να διαπιστώσει την ύπαρξη σοβαρής και διαρκούς παραβίασης από κράτος μέλος των αξιών του άρθρου 2, αφού καλέσει το εν λόγω κράτος μέλος να υποβάλει τις παρατηρήσεις του.
3. Εφόσον γίνει η αναφερόμενη στην παράγραφο 2 διαπίστωση, το Συμβούλιο δύναται να αποφασίζει, με ειδική πλειοψηφία, την αναστολή ορισμένων δικαιωμάτων τα οποία απορρέουν από την εφαρμογή των Συνθηκών ως προς το εν λόγω κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων ψήφου του αντιπροσώπου της κυβέρνησης αυτού του κράτους μέλους στο Συμβούλιο. Ενεργώντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Συμβούλιο λαμβάνει υπόψη τις πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας αναστολής στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις φυσικών και νομικών προσώπων.
Οι υποχρεώσεις του εν λόγω κράτους μέλους, δυνάμει των Συνθηκών, εξακολουθούν, εντούτοις, να δεσμεύουν αυτό το κράτος μέλος.
4. Το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει, εν συνεχεία, με ειδική πλειοψηφία, να μεταβάλει ή να ανακαλέσει μέτρα που έχουν ληφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 3, ανάλογα με τις μεταβολές της καταστάσεως, η οποία οδήγησε στην επιβολή τους.
5. Ο τρόπος ψηφοφορίας που, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στο Συμβούλιο καθορίζεται στο άρθρο 354 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.