Πότε απορρίπτονται ως προδήλως απαράδεκτες οι αιτήσεις ακύρωσης και αιτήσεις αναστολής που ασκήθηκαν μέχρι 31.12.2014
Ρυθμίσεις αναφορικά με αιτήσεις ακύρωσης και αιτήσεις αναστολής που αφορούν ακυρωτικές διαφορές της νομοθεσίας περί αλλοδαπών περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης που κατατέθηκε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή.
Ειδικότερα, με τις παραγράφους 1 και 2 της μεταβατικής ρύθμισης του προτεινόμενου άρθρου ορίζεται ότι απορρίπτονται µε συνοπτική απόφαση ως προδήλως απαράδεκτες οι αιτήσεις ακύρωσης και αιτήσεις αναστολής που ασκήθηκαν μέχρι 31.12.2014 και αφορούν ακυρωτικές διαφορές της νομοθεσίας περί αλλοδαπών (άρθρο 15 του ν. 3068/2002, Α΄ 274), εάν εντός εξαμήνου από την παρέλευση της δίμηνης προθεσμίας που τάχθηκε για την ενημέρωσή τους οι αλλοδαποί διάδικοι δεν δηλώσουν ότι επιθυμούν τη συζήτηση της υπόθεσης.
Διαβάστε επίσης: Όλες οι νέες αλλαγές σε Κώδικες με το σχέδιο νόμου του Υπουργείου Δικαιοσύνης – Αναλυτική παρουσίαση των διατάξεων
Η ρύθμιση αυτή υπαγορεύεται από την ανάγκη επιτάχυνσης της απονομής της διοικητικής δικαιοσύνης και συμβάλλει στον περιορισμό των υποθέσεων που εκκρεμούν στα διοικητικά δικαστήρια, χωρίς να θίγει δικαιώματα των αλλοδαπών διαδίκων.
Προκειμένου να διασφαλισθεί η ενημέρωση των διαδίκων ή των δικηγόρων τους, η ρύθμιση θα γνωστοποιηθεί σε έναν από αυτούς µε τους αναφερόμενους στην παράγραφο 2 τρόπους, επιπροσθέτως δε θα λάβει τη μέγιστη δυνατή δημοσιότητα µε την ειδοποίηση των δικηγόρων από την Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων και από τους κατά τόπο Δικηγορικούς Συλλόγους, µε αναρτήσεις στους διαδικτυακούς τους τόπους, καθώς και µε την αποστολή μηνύματος κινητής τηλεφωνίας (sms) στα µέλη τους. Τέλος, για λόγους ανώτερης βίας ή σοβαρούς λόγους υγείας, ο αλλοδαπός διάδικος δια του πληρεξουσίου δικηγόρου μπορεί να ζητήσει εντός του επόμενου εξαμήνου από τη λήξη της προθεσμίας την ανάκληση της πράξης κατάργησης και την εισαγωγή της υπόθεσης για συζήτηση από τον προϊστάμενο του δικαστηρίου ή τον οριζόμενο από αυτόν πρόεδρο.
Με την παράγραφο 3 διευκρινίζεται ότι οι μεταβατικές ρυθμίσεις των προηγούμενων παραγράφων δεν καταλαμβάνουν υποθέσεις των οποίων η αρχική ή μετά από αναβολή δικάσιμος έχει ορισθεί εντός της οριζόμενης στην παράγραφο 2 εξάμηνης προθεσμίας.
Αναλυτικά η διάταξη
1. Αιτήσεις ακύρωσης και αιτήσεις αναστολής που ασκήθηκαν μέχρι τις 31.12.2014 και αφορούν ακυρωτικές διαφορές υπαγόμενες στην αρμοδιότητα του τριμελούς διοικητικού πρωτοδικείου, οι οποίες δημιουργήθηκαν από την προσβολή ατομικών διοικητικών πράξεων που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας περί αλλοδαπών (άρθρο 15 του ν. 3068/2002, Α’ 274), απορρίπτονται με συνοπτική απόφαση ως προδήλως απαράδεκτες, εφόσον παρέλθει άπρακτη η προθεσμία της παρ. 2, εφαρμοζομένης αναλόγως της διάταξης του άρθρου 34Α του π.δ. 18/1989 (Α’ 8).
2. Η γραμματεία του δικαστηρίου όπου κατατέθηκε το ένδικο βοήθημα οφείλει εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος να ενημερώσει τον αλλοδαπό διάδικο ή τον πληρεξούσιο δικηγόρο που υπογράφει το ένδικο βοήθημα με κάθε πρόσφορο μέσο, ιδίως: α) τηλεφωνικώς ή β) με ταχυδρομική επιστολή ή γ) με μήνυμα στην ηλεκτρονική διεύθυνση ή δ) με τηλεομοιοτυπία, για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος. Η σχετική ενέργεια της γραμματείας σημειώνεται επί του φακέλου της δικογραφίας, στον οποίο τίθενται όλα τα αποδεικτικά στοιχεία των ανωτέρω ενεργειών. Οι πληρεξούσιοι που υπογράφουν τα ένδικα βοηθήματα της παρ. 1 οφείλουν μέσα σε έξι (6) μήνες από τη λήξη της προθεσμίας των δύο (2) μηνών του πρώτου εδαφίου να καταθέσουν στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου εξουσιοδότηση του αλλοδαπού διαδίκου, θεωρημένη για το γνήσιο της υπογραφής του, ή συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, με τα οποία να δηλώνεται ότι επιθυμεί τη συζήτηση της υπόθεσης. Η παραπάνω δήλωση μπορεί να γίνει και με αυτοπρόσωπη παράσταση του διαδίκου στη γραμματεία του δικαστηρίου. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας των έξι (6) μηνών οι δικογραφίες για τις οποίες δεν έχει προσκομισθεί η σχετική δήλωση παραδίδονται στον πρόεδρο του δικαστηρίου ή στον οριζόμενο από αυτόν δικαστή για επεξεργασία σύμφωνα με την παρ. 1. Για διάστημα έξι (6) μηνών από την επομένη της λήξης της ανωτέρω προθεσμίας, ο υπογράφων το δικόγραφο δικηγόρος ή άλλος οριζόμενος από τον αλλοδαπό διάδικο πληρεξούσιος δικηγόρος, μπορεί με αίτηση που απευθύνεται στον πρόεδρο που διευθύνει το δικαστήριο ή στον οριζόμενο από αυτόν δικαστή να ζητήσει την εισαγωγή της υπόθεσης για συζήτηση στο ακροατήριο, επικαλούμενος λόγους έλλειψης ενημέρωσης ή ανώτερης βίας ή σοβαρούς λόγους υγείας που συνέτρεχαν στο πρόσωπο του δικηγόρου ή του αλλοδαπού διαδίκου και εμπόδισαν την εμπρόθεσμη υποβολή της εξουσιοδότησης. Επί της αίτησης του προηγούμενου εδαφίου εκδίδεται ειδικά αιτιολογημένη πράξη αποδοχής ή απόρριψης του αρμόδιου προέδρου ή του οριζόμενου από αυτόν δικαστή. Η αίτηση υποβάλλεται άπαξ.
3. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε υποθέσεις των οποίων η αρχική ή η μετά από αναβολή δικάσιμος έχει ορισθεί εντός της οριζόμενης στην παρ. 2 εξάμηνης προθεσμίας.
Δείτε αναλυτικά το σχέδιο νόμου εδώ και την αιτιολογική έκθεση εδώ.