Τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης για ασφαλισμένους που είχαν παράλληλη ασφάλιση, περιγράφει αναλυτικά εγκύκλιος του υπουργείου Εργασίας.
Τον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης για ασφαλισμένους που κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου, είχαν παράλληλη ασφάλιση, περιγράφει αναλυτικά εγκύκλιος που εξέδωσε χθες το υπουργείο Εργασίας. Ξεκαθαρίζεται ότι για ασφαλισμένους που έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα σε κάποιο Ασφαλιστικό Ταμείο ή στο Δημόσιο, αλλά την ίδια στιγμή έχουν καταβάλλει εισφορές και σε δεύτερο Ασφαλιστικό Φορέα, τότε θα λάβουν οπωσδήποτε την Εθνική Σύνταξη των 384 ευρώ και την ανταποδοτική σύνταξη.
Το δεύτερο σκέλος της σύνταξής τους θα προκύψει από τον Ασφαλιστικό Φορέα που θεμελίωσαν το συνταξιοδοτικό δικαίωμα. Οι ασφαλισμένοι αυτής της κατηγορίας όμως, θα λάβουν επιπρόσθετα και προσαύξηση στη σύνταξή τους, η οποία θα προέρχεται από τον χρόνο ασφάλισης που πραγματοποίησαν στον δεύτερο Φορέα ή το Δημόσιο. Ο χρόνος αυτός μπορεί να είναι παράλληλος ή μη. Ο μη παράλληλος χρόνος ασφάλισης αφορά χρόνος άσκησης ελεύθερου επαγγέλματος, υπό την προϋπόθεση ότι πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου παράλληλη ασφάλιση ανεξαρτήτου διάρκειας.
Εάν το επιθυμούν οι ασφαλισμένοι με παράλληλη ασφάλιση μπορούν να λάβουν αντί προσαύξησης, δεύτερη ανταποδοτική σύνταξη για τον χρόνο ασφάλισης από τον δεύτερο Φορέα ή το Δημόσιο. Ουσιαστικά θα πραγματοποιηθούν διαφορετικοί υπολογισμοί σύνταξης και ο δικαιούχος θα λάβει το υψηλότερο από τα ποσά που προκύπτουν. Η εγκύκλιος εστιάζει στον υπολογισμό σύνταξης για «παλαιούς» ασφαλισμένους, δηλαδή για όσους έχουν έναρξη ασφάλισης πριν από την 1.1.1993.Η προσαύξηση από το δεύτερο Ταμείο ή το Δημόσιο υπολογίζεται με ετήσιο συντελεστή αναπλήρωσης 0,075% για κάθε ποσοστιαία μονάδα (1%) επιπλέον εισφοράς, ενώ ο συντάξιμος μισθός σε αυτήν την περίπτωση προκύπτει λαμβάνοντας υπόψη τη βάση υπολογισμού της επιπλέον εισφοράς.
Μετά την έναρξη ισχύος του νόμου για το Ασφαλιστικό (ν.4387/2016), δηλαδή μετά τη 13η Μαϊου 2016, όσες εισφορές καταβάλλονται στον ΕΦΚΑ, ο ασφαλισμένος μπορεί να τις μεταφέρει σε όποιο Ταμείο τον συμφέρει, εάν υπάρχει χρόνος παράλληλης ασφάλισης. Ειδική αναφορά πραγματοποιείται στην εγκύκλιο για τις περιπτώσεις των ασφαλισμένων που συνεχίζουν να εργάζονται, αν και έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης. Με δεδομένο ότι ο «νόμος Κατρούγκαλου» προβλέπει μείωση σύνταξης στο 40% (ν.4387/2016 αρ. 20), τονίζεται ότι δίνεται περιθώριο υποβολής συμπληρωματικής αίτησης έως 31.3.2018 για όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης από 13.05.2016 έως και 31.12.2017.
Η συμπληρωματική αίτηση θα έχει αναδρομική ισχύ από την ημερομηνία υποβολής της πρώτης αίτησης συνταξιοδότησης, που θα αφορά στο χρόνο ασφάλισης στο δεύτερο πρώην φορέα κύριας ασφάλισης ή το Δημόσιο. Στην περίπτωση αυτή η συνταξιοδότηση αρχίζει από την προβλεπόμενη από τις οικείες διατάξεις ημερομηνία, με βάση την πρώτη υποβληθείσα αίτηση συνταξιοδότησης.
Σε περίπτωση όμως που προκύπτει άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας μετά την έναρξη συνταξιοδότησης, στο πλαίσιο της χρηστής διοίκησης, οι ρυθμίσεις του άρθρου 20 του ν.4387/2016 για μείωση της σύνταξης λόγω απασχόλησης δεν έχουν εφαρμογή για το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία έναρξης συνταξιοδότησης μέχρι 31/3/2018. Επίσης, ο ασφαλισμένος, κατ’ εξαίρεση, μπορεί να ανακαλέσει την αρχική αίτηση συνταξιοδότησης, υποβάλλοντας σχετική αίτηση μέχρι 31/3/2018, και ως εκ τούτου δεν τίθεται ζήτημα εφαρμογής του άρθρου 20 του ν.4387/201