Τι προβλέπει η Συνθήκη της Λωζάνης για τα δύο νησιά – Οι διαρκείς καταπατήσεις της από την Τουρκία – Η ανύπαρκτη ελληνική αντίδραση – Η σημερινή κατάσταση
Όπως είναι γνωστό, με τη Συνθήκη της Λωζάνης (17/12/2017), παραχωρήθηκαν στην Τουρκία η Ίμβρος, η Τένεδος και οι Λαγούσες Νήσους (Μαυρυές), καθώς ο έλεγχός τους αποτελεί «κλειδί» για τον έλεγχο των Στενών των Δαρδανελίων.
Η Ίμβρος και η Τένεδος είχαν δοθεί στην Ελλάδα με τη Συνθήκη των Σεβρών (Αύγουστος 1920) «…Η Τουρκία παραιτείται πλην τούτων υπέρ της Ελλάδος και όλων των δικαιωμάτων και τίτλων αυτής επί των νήσων Ίμβρου και Τενέδου» (άρθρο 84)». Όπως γράφει ο Νίκος Σηφουνάκης «Η έκβαση αυτή νομιμοποιούσε το πραγματικό γεγονός της στρατιωτικής κατάληψής τους από τις ελληνικές ναυτικές δυνάμεις, τον Οκτώβριο του 1912, με την προϋπόθεση να μη χρησιμοποιηθούν ως ναυτικές βάσεις κατά της Τουρκίας».
Μετά την τραγική κατάληξη όμως της μικρασιατικής εκστρατείας, διαφαινόταν ότι δύσκολα η Ίμβρος και η Τένεδος θα παραμείνουν υπό ελληνική κυριαρχία. Παρά τις προσπάθειες της ελληνικής αντιπροσωπείας στην πόλη της Ελβετίας και παρά τα διαβήματα και τις εκκλήσεις των Ιμβρίων και των Τενεδίων, τα δύο αιγιοπελαγίτικα νησιά, παραχωρήθηκαν στην Τουρκία. Σύμφωνα όμως με το άρθρο 14 της Συνθήκης της Λωζάνης, η Τουρκία ανέλαβε κάποιες,σημαντικές υποχρεώσεις, για τα δύο νησιά. Συγκεκριμένα:
«Αι νήσοι Ίμβρος και Τένεδος, παραμένουσι υπό την τουρκικήν κυριαρχίαν, θα απολαύωσιν ειδικής διοικητικής οργανώσεως, αποτελούμενης εκ τοπικών στοιχείων και παρεχούσης πάσαν εγγύησιν εις τον μη μουσουλμανικόν ιθαγενή πληθυσμόν δι’ ό,τι αφορά εις την τοπικήν διοίκησιν και την προστασίαν των προσώπων και των περιουσιών.
Η διατήρησις της τάξεως θα εξασφαλίζηται ένα αυταίς δι’ αστυνομίας στρατολογουμένης μεταξύ του ιθαγενούς πληθυσμού, τη φροντίδι της ως άνω προβλεπομένης τοπικής διοικήσεως υπό τας διαταγάς της οποίας θα διατελεί.
Αι συνομολογηθείσαι ή συνομολογηθησόμεναι μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας συμφωνίαι, αι αφορώσι την ανταλλαγήν των Ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών, δεν θα εφαρμοσθώσιν εις τους κατοίκους των νήσων Ίμβρου και Τενέδου».
Επειδή κάποιοι και κάποιες, ίσως αγνοούν μερικά βασικά στοιχεία για τα δύο αυτά νησιά, θα αναφέρουμε κάποια πράγματα για τη γεωγραφική τους θέση και την ιστορία τους.
Η Ίμβρος βρίσκεται στο ΒΑ Αιγαίο,13 ν.μ. ΝΑ της Σαμοθράκης, 11 ν.μ. ΒΑ της Λήμνου και 11 ν.μ. δυτικά της Χερσονήσου της Καλλίπολης. Πρώτοι κάτοικοί της ήταν οι Πελασγοί, που μετοίκησαν σ’ αυτή από την Αττική. Αυτό έγινε πιθανότατα πριν το 1.500 π.Χ. Το όνομα Ίμβρος, βρέθηκε χαραγμένο σε επιγραφή της Γραμμικής γραφής Β’ από τα αρχεία της Κνωσού.
Το νησί, βρισκόταν υπό την αθηναϊκή κυριαρχία, με μικρές διακοπές, ως τα χρόνια του Σεπτιμίου Σεβήρου (193-211). Στα βυζαντινά χρόνια, ακολούθησε την τύχη των νησιών του Αιγαίου, ιδιαίτερα της Λήμνου. Σε οθωμανική κυριαρχία, πέρασε οριστικά το 1471.
Απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στόλο στις 18/10/1912. Πρώτος Έλληνας στρατιωτικός διοικητής του νησιού, ήταν ο Υποπλοίαρχος Παντελής Χορν, πατέρας των Δημήτρη και Γιάννη Χορν.
Το άγημα που απελευθέρωσε το νησί, κατέλαβε την πρωτεύουσά του Παναγία. «Οι κάτοικοι υπεδέχθησαν το άγημα μετ’ ενθουσιασμού και εζητωκραύγαζον υπέρ της Ενώσεως» (Ιστορικό Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών).
Στις 24/10/1912, ο ελληνικός στόλος βρισκόταν έξω από τα Δαρδανέλια, περιμένοντας την έξοδο του τουρκικού στόλου. Ο ναύαρχος Κουντουριώτης, στέλνει άγημα στην Τένεδο και την καταλαμβάνει. Λίγο πριν κόψει το καλώδιο που ένωνε το νησί με την ασιατική ακτή, στέλνει τηλεγράφημα στο τουρκικό Υπουργείο Ναυτικών όπου γράφει:
«Σας περιμένουμε. Ελάτε επιτέλους…» (Δ. Κόκκινος, «Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος, Αθήνα 1970, τ.Β’, σελ.960).
Έτσι, στις 24 Οκτωβρίου 1912, η «νήσος Τένεδος κατελήφθη σήμερον την 3ην ώραν μ.μ. υπό τον στόλο του Αιγαίου» (Ναυτική Επιθεώρηση, «Δελτία ναυτικών επιχειρήσεων και ανακοινωθέντα»).
Η Τένεδος (Λεύκοφρυς, Κάλυνδα και Λυρνησσός στην αρχαιότητα), οφείλει το σημερινό όνομά της στον Τέννη, γιο του Κύκνου και εγγονό του Ποσειδώνα. Για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν μέλος της Αθηναϊκής Συμμαχίας. Το 336 π.Χ., πέρασε σε μακεδονική κυριαρχία, καθώς την κατέλαβε ο Μέγας Αλέξανδρος.
Αργότερα καταλήφθηκε από τους Ρωμαίους. Στα βυζαντινά χρόνια, γνώρισε σχετική ακμή. Το 1204, περιήλθε στους Βενετούς και για μικρό διάστημα στους Γενοβέζους. Το 1383, άγνωστο για ποιο λόγο οι Βενετοί, μετέφεραν τους 4.000 κατοίκους της στον Χάνδακα (Ηράκλειο) της Κρήτης, τα Κύθηρα και την Κάρυστο και το νησί ερημώθηκε για πολλά χρόνια. Το 1456, το νησί καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς και εποικίστηκε ξανά. Με σύντομα διαλείμματα βενετικής και ρωσικής κυριαρχίας, η Τένεδος βρισκόταν σε τουρκικά χέρια, ως το 1912 που όπως είδαμε απελευθερώθηκε. Αν και είναι μικρότερη από την Ίμβρο, είναι ιδιαίτερα εύφορο και πλούσιο νησί.
Τον Οκτώβριο του 1912, η Ίμβρος είχε 8.506 κατοίκους, όλους Χριστιανούς, ενώ η Τένεδος 5.172, 3.752 Έλληνες, 1.403 Τούρκους, 10 Αρμένιους και 7 Εβραίους.
ΙΜΒΡΟΣ ΚΑΙ ΤΕΝΕΔΟΣ ΣΕ ΤΟΥΡΚΙΚΑ ΧΕΡΙΑ
Τα δυσάρεστα νέα για την παραχώρηση της Ίμβρου και της Τενέδου στην Τουρκία, ήταν γνωστά στους νησιώτες από τα τέλη Μαρτίου 1923, μετά από τηλεγράφημα του Ελευθέριου Βενιζέλου.
Σε όλο το χρονικό διάστημα ως την παράδοση των νησιών στους Τούρκους, τον Οκτώβριο του 1923, έγιναν συγκινητικές προσπάθειες από τους κατοίκους των δύο νησιών να ανατρέψουν όσα αποφασίστηκαν. Υπήρξαν παράλληλα, τάσεις φυγής από τα νησιά, προς την υπόλοιπη Ελλάδα. Η επαναστατική κυβέρνηση, με, ουσιαστικό αρχηγό, τον Νικόλαο Πλαστήρα, τους καθησυχάζει: «…ουδείς λόγος ανησυχίας υπάρχει, καθόσον οιονδήποτε καθεστώς και αν δοθεί εις τας νήσους, πάντες οι κάτοικοι θα έχουν τον απαιτούμενον χρόνον να σκεφθούν ψυχραίμως και να κανονίσουν τας υποθέσεις των. Δεν πρέπει άλλωστε να λησμονούν ότι η Ελλάς είναι κυρίαρχος της θαλάσσης και ως εκ τούτου είναι εις θέσιν να εξασφαλίσει τους κατοίκους» (Τηλεγράφημα του Ν. Πλαστήρα στις 16/7/1923 προς τους κατοίκους Ίμβρου και Τενέδου).
Τελικά, οι Τούρκοι, πριν καν επικυρωθεί η Συνθήκη της Λωζάνης, κατέλαβαν (στην κυριολεξία…) την Τένεδο στις 16.30 της 21ης Σεπτεμβρίου 1923! Ο (τελευταίος) έπαρχος Ίμβρου Ιωάννης Παπουτσιδάκις, ζητά αγωνιωδώς, τηλεγραφικές οδηγίες από την κυβέρνηση για το ποια θα πρέπει να είναι η αντίδρασή του σε περίπτωση προσπάθειας κατάληψης του νησιού από τους Τούρκους.
Στις 4 Οκτωβρίου 1923, ημέρα Πέμπτη, οι τουρκικές Αρχές που θα παραλάμβαναν την Ίμβρο, έφθασαν στο νησί. Στις 13.00 της 4/10/1923, ο Ιωάννης Παπουτσιδάκις υπέγραψε το πρωτόκολλο παράδοσης του νησιού και στις 4.30 της 6/10/1923, αναχώρησε με τις υπόλοιπες Αρχές και τους άνδρες της Χωροφυλακής για τη Λήμνο.
Έτσι, 95 σχεδόν χρόνια πριν, τα δύο πραγματικά μαρτυρικά νησιά, Ίμβρος και Τένεδος, πέρασαν σε τουρκικά χέρια.
Τα ελληνικά λάθη στο ζήτημα «Ίμβρος – Τένεδος», σύμφωνα με διεθνολόγους, ξεκινούν ήδη από την παράδοση της Ίμβρου στον Καντρή Μπέη (επιθεωρητή του Υπουργείου Εξωτερικών της Άγκυρας) ο οποίος συνοδευόταν από ένα Υπολοχαγό, 40 χωροφύλακες και 10 αστυφύλακες.
Σύμφωνα με τους διεθνολόγους, η παράδοση και των δύο νησιών, έπρεπε να γίνει, κατά το άρθρο 14 της Συνθήκης της Λωζάνης, στους αντιπροσώπους του αυτόχθονα μη μουσουλμανικού πληθυσμού.
Επίσης, η Δικαιοσύνη, η Αστυνομία, τα τελωνεία και οι λιμενικές εγκαταστάσεις, περιήλθαν στους Τούρκους, αντίθετα με όσα καθόριζε η Συνθήκη της Λωζάνης…
Οι Τούρκοι καταπατούν επί 95 χρόνια τη Συνθήκη της Λωζάνης σε Ίμβρο και Τένεδο…
Στην Ίμβρο, πριν το 1923, λειτουργούσαν δέκα σχολεία, με 1.485 μαθητές και στην Τένεδο 2 σχολεία με 450 μαθητές.
Το 1927, οι τουρκικές αρχές κλείνουν την Κεντρική Σχολή Ίμβρου. Με το νόμο (15) “Περί Νήσων” (Adalar Kanunu) και η εκπαίδευση των ελληνικής καταγωγής μαθητών, γίνεται υποχρεωτικά τουρκική.
Ο νόμος αυτός αναστέλλεται προσωρινά το 1951, επανέρχεται όμως αυστηρότερος μετά το 1960.
Ακόμα και τα σχολικά μητρώα γράφονται στα τουρκικά. Στο διάστημα 1940 – 1945: με τον φόρο περιουσίας (Varlik Kanunu), το “βαριλίκι”, επιβάλλονται εξοντωτικοί φόροι στους Έλληνες.
Ο μητροπολίτης Ίμβρου και πολλοί προύχοντες, συλλαμβάνονται και εξορίζονται στην ανατολική Τουρκία.
Δεσμεύονται οι περιουσίες των ορθόδοξων μοναστηριών και παραχωρούνται στους εποίκους.
Όλοι οι άντρες ηλικίας 20-40 ετών της Ίμβρου, επιστρατεύονται παράνομα και στέλνονται στα amele taburu, τα περίφημα τάγματα εργασίας.
Τη δεκαετία του 1950, δεν γίνονται διωγμοί εναντίον των Ελλήνων και των δύο νησιών. Μόνο τα Σεπτεμβριανά του 1955, έχουν αντίκτυπο σ’ αυτά.
Ωστόσο, τη δεκαετία του 1960, συμβαίνουν φοβερά πράγματα.
Με αφορμή τα γεγονότα της Κύπρου, μπαίνει σε εφαρμογή το “eritme programi”, με σκοπό τον πλήρη εκτουρκισμό των νησιών.
Κλείνουν οριστικά όλα τα σχολεία, δημοτικά, γυμνάσια και νηπιαγωγεία και οι περιουσίες τους δημεύονται. Καταργείται εκ νέου, η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, ενώ όλοι οι εκπαιδευτικοί, δάσκαλοι, καθηγητές και νηπιαγωγοί απολύονται.
Το 1964, η τουρκική εθνοσυνέλευση, ψηφίζει το νόμο 6830 “Περί Απαλλοτριώσεων”,
Όλη η εύφορη γη που ανήκει σε Έλληνες, περνά σε τουρκικά χέρια. Μεγάλες εκτάσεις , χαρακτηρίζονται αναδασωτέες και κηρύσσονται απαγορευμένες για βοσκή. Ανάμεσα στα χωριά της Ίμβρου Παναγία και Γλυκύ, εγκαθίσταται σύνταγμα στρατού, όπως και στην Τένεδο. Αφαιρείται η υπηκοότητα όσων Ίμβρίων και Τενεδίων μένουν στο εξωτερικό και δεν τους επιτρέπεται η επιστροφή τους στα νησιά. Καταστρέφονται τα περισσότερα από τα 300 ξωκλήσια. Αλλάζουν τα ονόματα των δύο νησιών. Η Ίμβρος (Ibroz), μετονομάζεται σε Gokgeada και η Τένεδος σε Bozcaada!
Ιδρύεται τουρκική Παιδαγωγική Ακαδημία όπως και προσφυγικός (;) οικισμός για τους εποίκους που εγκαθίστονται στην Ίμβρο από τα βάθη της Τουρκίας.
Το χειρότερο και τραγικότερο όμως όλων, είναι η δημιουργία ανοιχτών αγροτικών φυλακών, κοντά στο Σχοινούδι, το μεγαλύτερο από τα χωριά της Ίμβρου. Χιλιάδες βαρυποινίτες και κακοποιά στοιχεία μεταφέρονται από τα βάθη της Ανατολής και δρουν ανενόχλητοι!
Απειλούν, κλέβουν, βιάζουν, σκοτώνουν. Έξι άτομα χάνουν τη ζωή τους σε Ίμβρο και Τένεδο.
Οι βαρυποινίτες περιφέρονται φορώντας κίτρινες φόρμες, προφανώς για να προκαλούν ακόμα μεγαλύτερο πανικό…
Τον Μάιο του 1966, επισκέπτεται την Ίμβρο ο γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη, Ν. Καρανδρέας. Όπως γράφει ο Γ. Τενεκίδης, δύο χιλιάδες κάτοικοι στο Σχοινούδι, βγήκαν να τον υποδεχτούν.
Άλλοι χειροκροτούσαν, άλλοι έκλαιγαν. Γυναίκες με μωρά στην αγκαλιά τον εκλιπαρούσαν:
“Πάρτε μας! Σώσε μας! Δεν τα λυπάστε τούτα;”.
Μετά την αναχώρηση του πρόξενου, αρχίζει νέος γύρος απαλλοτριώσεων. Τον Αύγουστο του 1966, φτάνει στο Σχοινούδι από την Άγκυρα, ο Έλληνας πρέσβης Μιλτιάδης Παλιβάνης. Στην αναφορά του, σημειώνει:
“Αι καλλιεργήσιμοι γαίαι των έχουν απαλλοτριωθεί… θ’ αντιμετωπίσουν επισιτιστικάς δυσχερείας και την ανάγκη να εγκαταλείψουν την Νήσον. Ήδη εκποιούν τα κτήνη των και τα αγροτικά των εργαλεία εις εξευτελιστικάς τιμάς”. Ο Μητροπολίτης Ίμβρου και Τενέδου ενημέρωσε τον πρέσβη ότι κατά την απογραφή που έκανε στην Ίμβρο μέσω ιερέων, διαπίστωσε ότι ο πληθυσμός του νησιού είναι μικρότερος των 4.000 κατοίκων.
Η Ελλάδα για πρώτη φορά αντέδρασε, “χλιαρά” έστω, με καταγγελία στην UNESCO (31/8/1964), για το κλείσιμο των ελληνικών σχολειών και τον μη σεβασμό των εθνικών θρησκευτικών και γλωσσικών παραδόσεων, με το νόμο 502/64. Επίσης, ο τότε πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου, ενημέρωσε το Συμβούλιο Ασφαλείας του OHE, καταγγέλοντας το κλείσιμο των σχολείων και τις αναγκαστικές απαλλοτριώσεις.
Η μεν UNESCO, καλούσε Ελλάδα και Τουρκία να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης (αλήθεια, τι έκανε η Ελλάδα και ποια ήταν αυτά τα μέτρα; ), το δε ΣΑ του OHE, καλούσε τα δύο μέρη να μην οξύνουν την κατάσταση και να επιλύσουν τη διαφορά τους. Τα σχόλια, είναι μάλλον περιττά…
Τέλος, τη νύχτα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, το 1974, οι Τούρκοι εκκενώνουν το χωριό Κάστρο της Ίμβρου και επιδίδονται σε βιασμούς και βεβηλώσεις.
Παράλληλα, άλλοι 5 Έλληνες δολοφονούνται στα χωριά Άγιοι Θεόδωροι, Σχοινούδι, Παναγία και Γλυκύ.
Αποτέλεσμα όλων αυτών, στις αρχές της δεκαετίας του 1990 να ζουν στην Ίμβρο 300 Έλληνες και 7.200 Τούρκοι ενώ στην Τένεδο, ζούσαν ελάχιστοι Έλληνες.
Όταν υπογράφτηκε η Συνθήκη της Λωζάνης, στην Ίμβρο ζούσαν 9.207 Έλληνες και ελάχιστοι Τούρκοι, ενώ το 1960 στο νησί ζούσαν 5.487 Έλληνες και 285 Τούρκοι…
Μια αχτίδα φωτός…
Η αλήθεια είναι, ότι τα τελευταία χρόνια, και αφού τα πράγματα είχαν φτάσει σε οριακό σημείο για τους Έλληνες της Ίμβρου, έγιναν μερικά “βήματα” από την τουρκική κυβέρνηση.
Η ίδρυση τελωνείων σε Ίμβρο και Τένεδο, η επαναλειτουργία του Δημοτικού Σχολείου στην Ίμβρο το 2013 και το άνοιγμα Γυμνασίου και Λυκείου στο νησί το 2015, χάρη στις άοκνες προσπάθειες του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου (ο οποίος γεννήθηκε στο χωριό Άγιοι Θεόδωροι της Ίμβρου) και των Ιμβρίων της διασποράς είναι αναμφίβολα θετικές ενέργειες.
Ανεπίσημοι υπολογισμοί, ανεβάζουν τον αριθμό των Ελλήνων που ζουν σήμερα στην Ίμβρο, στους 700.
Στην Τένεδο, έχουν απομείνει σήμερα μερικές δεκάδες ηλικιωμένοι Έλληνες. Ο Σύλλογος Τενεδίων ο Τέννης, που ιδρύθηκε το 2006, στην Αθήνα, αγωνίζεται για τη διατήρηση των δεσμών μεταξύ των Τενεδίων σ’ όλο τον κόσμο και την προβολή των προβλημάτων των Ελλήνων της Τενέδου σε διεθνείς οργανισμούς.
Δυστυχώς, όταν πριν από ένα μήνα περίπου ο Ταγίπ Ερντογάν απειλούσε και κατηγορούσε τη χώρα μας, δεν βρέθηκε κανείς από τους συνομιλητές του να του πει δύο λόγια για τα εγκλήματα της Τουρκίας σε Ίμβρο και Τένεδο.
Ας ελπίσουμε ότι έστω και με μεγάλη καθυστέρηση, η ελληνική Πολιτεία θα πράξει το καθήκον της και θα φροντίσει, όσο αυτό είναι εφικτό βέβαια, να ισχύσουν για τους Ίμβριους και τους Τενέδιους οι προβλέψεις της Συνθήκης της Λωζάνης, την οποία η Τουρκία φρόντισε να καταπατήσει (με την κατάληψη της Τενέδου) πριν καλά καλά υπογραφτεί…
Κλείνουμε το άρθρο αυτό με δυο λόγια του Αμερικανού διπλωμάτη και ποιητή Τζορτζ Χόρτον, πρόξενου των Η.Π.Α. στη Σμύρνη, κατά τη μικρασιατική καταστροφή:
“Η Τουρκία, χώρα που επί 500 χρόνια δεν μπόρεσε να παραγάγει κανέναν πολιτισμό πλην αυτού των ραγιάδων της οθωμανικής αυτοκρατορίας, δεν μπορεί εξ ορισμού να σεβασθεί τις μειονότητες. Άλλωστε δεν σέβεται ούτε την πλειονότητα των ιδίων αυτής πολιτών…”
Πηγές: ΝΙΚΟΣ ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ, “ΙΜΒΡΟΣ – ΤΕΝΕΔΟΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΛΩΖΑΝΗΣ ΣΤΗ ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΣΥΡΡΙΚΝΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ”, εκδόσεις Α.Α. Λιβάνη 2017.
ΝΙΚΟΣ ΣΗΦΟΥΝΑΚΗΣ, “ΙΜΒΡΟΣ & ΤΕΝΕΔΟΣ: ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΗΜΕΡΕΣ”, εκδόσεις Λιβάνη 1996.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΣΤΟΦΟΡΟΣ (φωτογραφίες ΟΛΥΜΠΙΑ ΚΡΑΓΑΣΑΚΗ), “ΙΜΒΡΟΣ”, εκδόσεις Καστανιώτη, 1998.
Γιώργος Ξεινός, ” Ίμβρος και Τένεδος Ιστορία Παράλληλη”, Εταιρεία Μελέτης της Καθ’ Ημάς Ανατολής”, 2011.