Την παροχή εγγύησης από την πλευρά του Δημοσίου για υφιστάμενα κόκκινα δάνεια μικρομεσαίων επιχειρήσεων εισηγείται η διοίκηση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).
Η πρόταση αποσκοπεί στην ανακούφιση των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών ενόψει και της πραγματοποίησης των stress tests τον προσεχή Φεβρουάριο, που θα υπολογίσουν τυχόν πρόσθετες κεφαλαιακές ανάγκες με βάση την εξέλιξη των μη εξυπηρετούμενων δανείων την προσεχή τριετία και την πορεία των βασικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας.
Η πρόταση βασίζεται σε αντίστοιχη πρακτική που υιοθετήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία, αντιμετωπίζει ωστόσο το πρόβλημα των περιορισμένων εγγυήσεων που δικαιούται να παράσχει το ελληνικό Δημόσιο στο πλαίσιο των δεσμεύσεων του μνημονίου. Σε κάθε περίπτωση η έγκριση ενός τέτοιου μέτρου προϋποθέτει τη συνεννόηση με τους θεσμούς που θα πρέπει να εγκρίνουν το σχετικό αίτημα.
Τα stress tests, τα αποτελέσματα των οποίων θα ανακοινωθούν τον προσεχή Μάιο, βρίσκονται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του ΤΧΣ, ιδρυτικός σκοπός του οποίου είναι μεταξύ άλλων η παροχή κεφαλαιακής ενίσχυσης στις ελληνικές τράπεζες, η άσκηση των δικαιωμάτων του μετόχου που απορρέουν από τη συμμετοχή του και η παρακολούθηση της πορείας των κόκκινων δανείων.
Θα πρέπει να σημειωθεί επίσης ότι τα κόκκινα δάνεια των μικρομεσαίων επιχειρήσεων αποτελούν την αχίλλειο πτέρνα του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, καθώς απορροφούν υψηλά κεφάλαια. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα στον επιχειρηματικό κλάδο φθάνουν το 43,6% των συνολικών δανείων προς τον κλάδο, με το πρόβλημα να είναι πιο έντονο στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η κατηγορία των δανείων προς επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους συγκεντρώνει τις υψηλές επισφάλειες που φθάνουν το 59%, έναντι 24,5% που είναι τα κόκκινα ανοίγματα των μεγάλων επιχειρήσεων. Σε ακόμη πιο υψηλά επίπεδα και συγκεκριμένα στο 66,5% είναι ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων των μικρών επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών, τα οποία ωστόσο ως όγκος δεν είναι σημαντικός, καθώς πρόκειται για μικρά δάνεια που δεν αθροίζουν υψηλά υπόλοιπα.
Σημειώνεται ότι το 20% των συνολικών χρηματοδοτήσεων προς επιχειρήσεις έχει δοθεί σε εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του εμπορίου, με τον δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων για τον εν λόγω κλάδο να βρίσκεται σε επίπεδο άνω του μέσου όρου του αντίστοιχου δείκτη των επιχειρηματικών ανοιγμάτων (59% έναντι 43%).
Πολύ υψηλά ποσοστά μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων παρατηρούνται στους κλάδους της εστίασης (79%), των αγροτικών δραστηριοτήτων (58%), των τηλεπικοινωνιών, πληροφορικής και ενημέρωσης (68%), της μεταποίησης (47%) και των κατασκευών (55%).