Τα τύμπανα ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου, κυοφορούμενου όχι μόνον από την προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά πιο αθόρυβα από την αρχή της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ήχησαν για πρώτη φορά δυνατά στη φετινή συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός. Ενώπιον των μελών της παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής ελίτ ο Αμερικανός πρόεδρος επιβεβαίωσε την πρόθεσή του να αναθεωρήσει τις εμπορικές σχέσεις της υπερδύναμης με τον υπόλοιπο κόσμο, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ δεν πρόκειται πλέον να κλείσουν τα μάτια στις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές ορισμένων χωρών. Σε συνδυασμό με τις επιθετικές δηλώσεις αξιωματούχων της κυβέρνησής του, η ομιλία του προκαλεί ανησυχία, η οποία, παρά τις όποιες διαψεύσεις, δεν φαίνεται να εξανεμίζεται.
Εναν χρόνο μετά την απόφαση του Αμερικανού προέδρου να αποσύρει τις ΗΠΑ από την εμπορική συμφωνία ΤΡΡ και να προαναγγείλει την ευρύτερη αναθεώρηση άλλων εμπορικών συμφωνιών της υπερδύναμης, όπως της Nafta, οι δηλώσεις του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν περί της ισοτιμίας του δολαρίου επανέφεραν τον φόβο των ανταγωνιστικών υποτιμήσεων που κυριάρχησε στη διάρκεια της παγκόσμιας κρίσης.
Χαρακτηρίζοντας την πρόσφατη διολίσθηση του δολαρίου «καλή για τις ΗΠΑ και τις εμπορικές της σχέσεις», ο κ. Μνούτσιν προκάλεσε περαιτέρω πτώση του αμερικανικού νομίσματος, το οποίο την Τετάρτη βρέθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2014. Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθεί η Ουάσιγκτον στη θέση που επί χρόνια έθετε η ίδια την Κίνα, όταν από την εποχή Ομπάμα κατηγορούσε το Πεκίνο για χειραγώγηση του κινεζικού νομίσματος.
Ακολούθησαν ομαδικά πυρά εναντίον του κ. Μνούτσιν, με τον επικεφαλής της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι να του προσάπτει ότι επιχειρεί να επηρεάσει την ισοτιμία του δολαρίου, τον Μπενουά Κερέ, μέλος της ΕΚΤ, να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ότι «το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται σήμερα ο κόσμος είναι ένας νομισματικός πόλεμος» και τον Γάλλο υπουργό Οικονομικών Μπρινό Λε Μερ να υπενθυμίζει στην Ουάσιγκτον ότι «οι συναλλαγματικές ισοτιμίες πρέπει να αντανακλούν τα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη των οικονομιών», όπως είναι και η επίσημη θέση του G7.
Επειτα από τέτοια ομοβροντία αντιδράσεων, ο κ. Μνούτσιν έσπευσε να αμβλύνει τις εντυπώσεις, υποστηρίζοντας ότι δεν απασχολεί την Ουάσιγκτον «πού βρίσκεται η ισοτιμία του δολαρίου βραχυπρόθεσμα». Παράλληλα, ο Αμερικανός πρόεδρος προεξόφλησε ότι «το δολάριο θα γίνεται διαρκώς ισχυρότερο». Εξίσου έντονη ανησυχία προκάλεσε, όμως, ο Αμερικανός εκπρόσωπος Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος, όταν δήλωσε ευθαρσώς ότι «υπήρχαν ανέκαθεν εμπορικοί πόλεμοι, αλλά τώρα τα αμερικανικά στρατεύματα είναι στις επάλξεις», καθιστώντας σαφές ότι βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη ένας εμπορικός πόλεμος. Ο Ντόναλντ Τραμπ είχε προλάβει να δώσει το εναρκτήριο λάκτισμα του εμπορικού πολέμου με την Κίνα και τις χώρες της Ασίας. Ενώ στο Νταβός εγκαινιάζονταν οι εργασίες του φετινού φόρουμ, ο Αμερικανός πρόεδρος επέβαλε δασμούς στις εισαγωγές φωτοβολταϊκών και πλυντηρίων, προκαλώντας την άμεση αντίδραση της Κίνας, που προειδοποίησε ότι θα υπερασπιστεί τα νόμιμα δικαιώματά της.