Ξεκινούν σήμερα οι διαπραγματεύσεις Ελλάδας και ΠΓΔΜ υπό την αιγίδα του ειδικού απεσταλμένου του γ.γ. του ΟΗΕ Μάθιου Νίμιτς για το θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ.
Πριν από την προγραμματισμένη συνάντηση διαπραγματευτών της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ με τον Μάθιου Νίμιτς στη Νέα Υόρκη, ο ειδικός διαμεσολαβητής του ΟΗΕ αναμένεται να έχει ξεχωριστές συναντήσεις με τους διαπραγματευτές των δύο χωρών, πρέσβεις Αδαμάντιο Βασιλάκη και Βάσκο Ναουμόφσκι.
Οι διαπραγματευτές θα αναλάβουν ουσιαστικά να μεταφέρουν σε Αθήνα και Σκόπια τις επίσημες (και γνωστές, όπως είπε ο κ. Νίμιτς) θέσεις του ειδικού απεσταλμένου. Δεν είναι ακόμη σαφές αν οι κ. Κοτζιάς και Ντιμιτρόφ θα συναντηθούν ξανά πριν ή μετά το επόμενο ραντεβού Νίμιτς με Βασιλάκη και Ναουμόφσκι που, πιθανότατα, θα πραγματοποιηθεί στην Ελβετία ή στις Βρυξέλλες.
Ο ίδιος ο κ. Νίμιτς είπε χθες σε συνέντευξή του (ΑΝΤ1) ότι πρόκειται να καταθέσει «μια νέα πρόταση, διότι είναι μια νέα συγκυρία και κάποιες από τις ιδέες έχουν συζητηθεί για πολλά χρόνια» και επισήμανε ότι θα υπάρχει και ο όρος «Μακεδονία» στο όνομα καθώς «είναι συνδεδεμένο με αυτή τη χώρα», λόγω, μεταξύ άλλων, του γεγονότος ότι έχει αναγνωριστεί με αυτό από περισσότερες των 100 χωρών. Προσέθεσε πως «δεν υπάρχει μαγική λύση» και ότι «ουδείς πρόκειται να ανακαλύψει κάτι απολύτως νέο. Αν υπήρχε κάτι απολύτως νέο θα το είχαμε ανακαλύψει τα τελευταία 25 χρόνια». Σύμφωνα με την εκτίμηση του κ. Νίμιτς, η Ελλάδα θέλει να παίξει ρόλο στην περιοχή και «ένας από τους τρόπους για να γίνει αυτό» είναι και η επίλυση του ονοματολογικού. Για την ΠΓΔΜ, ο κ. Νίμιτς εκτίμησε ότι εκεί πλέον αντιλαμβάνονται ότι «ήρθε η ώρα να λυθεί το θέμα και να ασχοληθούν με την ευρωπαϊκή και τη βορειοατλαντική πορεία της χώρας».
Στο μεταξύ, ο γ.γ. του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, θα βρίσκεται στα Σκόπια την Τετάρτη και την Πέμπτη, όπου θα έχει συναντήσεις με την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία.
Σύμφωνα με διεθνή μέσα ενημέρωσης, στο επίκεντρο των συναντήσεων του Στόλτενμπεργκ θα βρεθούν οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στις οποίες πρέπει να προχωρήσουν τα Σκόπια, προκειμένου να ενισχυθεί η ευρωατλαντική προοπτική τους, καθώς και οι δυνατότητες εξεύρεσης λύσης στο ζήτημα της ονομασίας.