Τα αποτελέσματα της φορολογικής μεταρρύθμισης της κυβέρνησης Trump επί των πολυεθνικών επιχειρήσεων, οι οποίες, στο τέλος του περασμένου έτους, διέθεταν περίπου 1,4 τρισεκατομμύρια δολάρια σε κεφάλαια στο εξωτερικό, είναι ιδιαίτερα ευεργετικά: Τώρα επιτέλους οι επιχειρήσεις αυτές μπορούν να γνωρίζουν πόσα από αυτά τα χρήματα θέλουν οι ΗΠΑ – και υπάρχει επίσης μία αναμενόμενη επί μακρόν σαφήνεια σχετικά με το πώς τα κέρδη από το εξωτερικό θα φορολογούνται από εδώ και εμπρός. Αυτό που είναι λιγότερο σαφές είναι το πώς οι αλλαγές θα επηρεάσουν τα ευρωπαϊκά σχέδια για φορολόγηση των κερδών των εταιρειών των ΗΠΑ εκεί όπου δημιουργούνται. Μέχρι στιγμής, φαίνεται ότι οι νέοι κανόνες των ΗΠΑ είναι δώρο στα ευρωπαϊκά έθνη που πρέπει να βιαστούν και να χρησιμοποιήσουν.
Εν πρώτοις, η κυβέρνηση των ΗΠΑ φορολογεί το συσσωρευμένο ξένο χρήμα με 15,5% χαρακτηρίζοντάς το επαναπατρισμένο. Αυτό έρχεται σαν ανακούφιση για τους κατόχους των μεγαλύτερων κεφαλαίων. Η Apple, της οποίας οι θυγατρικές στο εξωτερικό κατείχαν κεφάλαια 252,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων και ισοδύναμα στα τέλη Σεπτεμβρίου 2017, είχε δημιουργήσει προβλέψεις για τους ομοσπονδιακούς φόρους των ΗΠΑ στα κέρδη της που προέρχονται από το εξωτερικό. Στα τέλη Σεπτεμβρίου, η εταιρεία είχε στα βιβλία της αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση ύψους 36,4 δισ. δολαρίων που αφορούσε κέρδη των θυγατρικών εξωτερικού. Αυτό είναι περίπου το 14,4 τοις εκατό του συνόλου της ρευστότητας, που σημαίνει ότι η Apple θα πληρώσει μόνο λίγο περισσότερο από ό, τι έχει προϋπολογισθεί για τον επίσημο επαναπατρισμό των χρημάτων (στην πραγματικότητα, μεγάλο μέρος είχε ήδη επενδυθεί, ούτως ή άλλως, σε πάγια των ΗΠΑ).
Η Microsoft με 127,9 δισεκατομμύρια δολάρια σε κεφάλαια εξωτερικού στις 30 Ιουνίου 2017, το τέλος του οικονομικού της έτους, ανακοίνωσε μια μη αναγνωρισμένη αναβαλλόμενη φορολογική υποχρέωση ύψους 45 δισεκατομμυρίων δολαρίων για περίπου 142 δισεκατομμύρια δολάρια ξένων εσόδων. Σε αντίθεση με την Apple, οι νέοι φόροι θα έχουν αρνητικές επιπτώσεις τελικά, ωστόσο σε κάθε περίπτωση η Microsoft θα πληρώσει περίπου το μισό από όσο ανέμενε.
Το γεγονός ότι δεν χρειάζεται πλέον να μαντεύουν τις αξιώσεις του Δημοσίου των ΗΠΑ απελευθερώνει τις εταιρείες ώστε να μπορούν να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους πιο παραγωγικά από το να αγοράζουν εμπορεύσιμους τίτλους. Να αναμένετε ορισμένες τολμηρές εξαγορές από τις αμερικανικές εταιρείες τεχνολογίας και τους φαρμακευτικούς κολοσσούς, στις οποίες ανήκει το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων. Αλλά θα είναι ακόμη πιο ενδιαφέρον να δούμε πώς οι εταιρείες αλλάζουν τα φορολογικά τους συστήματα σε απάντηση άλλων σημείων της μεταρρύθμισης των ΗΠΑ, που έχουν ως στόχο να αποτρέψουν τη μετατόπιση κερδών.
Από τις αρχές του τρέχοντος έτους, οι ΗΠΑ επιβάλλουν φόρο εισοδήματος εξωτερικού πάνω από 10% των εσόδων – το οποίο θεωρείται κανονικό ποσοστό απόδοσης των ενσώματων παγίων – της τάξης του 10,5%. Το ποσοστό αυτό θα ανέλθει στο 13,125% το 2026. Οι εταιρείες θα λάβουν έκπτωση φόρου μόνο για το 80% των φόρων εξωτερικού που καταβάλλονται. Ένας φορολογικός συντελεστής 13,125% ισχύει για τα έσοδα που προέρχονται από τη χορήγηση αδειών από τις μητρικές εταιρείες των ΗΠΑ και από κάθε άλλη πνευματική ιδιοκτησία σε ξένες εταιρείες. Αυτά τα μέτρα αποσκοπούν ειδικά στην εξάλειψη του αγαπημένου σχεδίου των εταιρειών τεχνολογίας: να καταγράφουν λογιστικά όλα τα έσοδα εκτός των ΗΠΑ σε μια χώρα με χαμηλή φορολογία όπως η Ιρλανδία, με το 12,5% εταιρικού φόρου, και στη συνέχεια να καταβάλουν σχεδόν ολόκληρο το ποσό των κερδών σε μια εταιρεία, πχ στα Νησιά Καϋμάν, ως πληρωμή δικαιωμάτων για τη χρήση πνευματικής ιδιοκτησίας. Ορισμένες εταιρείες – η Google είναι ένα παράδειγμα – κατέληξαν να μην πληρώνουν σχεδόν καθόλου φόρο στα κέρδη τους εκτός των ΗΠΑ χάρη σε αυτό το σύστημα.
Σήμερα, το αφορολόγητο των Νήσων Κέιμαν δεν έχει και πολύ νόημα, αφού οι Η.Π.Α. θα φορολογούν ούτως ή άλλως τα κέρδη που σχετίζονται με την πνευματική ιδιοκτησία. Ωστόσο, ο ρόλος της Ιρλανδίας εξακολουθεί να φαίνεται καλός. Όπως επισήμανε η εταιρεία ελεγκτών KPMG σε σημείωμά της το Δεκέμβριο, ο φόρος επιχειρήσεων της Ιρλανδίας παραμένει ελκυστικός σε σύγκριση με τον μέσο όρο του ομοσπονδιακού και κρατικού φορολογικού συντελεστή που θα πληρώσει μια εταιρεία εάν δηλώσει το διεθνές εισόδημα στις ΗΠΑ. Έτσι οι ιρλανδικές αρχές ελπίζουν ότι η φορολογική μεταρρύθμιση των ΗΠΑ δεν θα βλάψει την επένδυση. Ο Martin Shanahan, διευθύνων σύμβουλος της ιρλανδικής αρχής προώθησης των επενδύσεων, δήλωσε νωρίτερα αυτό το μήνα ότι οι εταιρείες των ΗΠΑ επέκτειναν την ιρλανδική τους παρουσία το 2017, παρόλο που γνώριζαν τα σχέδια μεταρρύθμισης.
Αλλά η νέα φορολογική διάρθρωση των ΗΠΑ δεν σημαίνει μόνο ότι οι πολυεθνικές θα θέλουν να παραμείνουν σε ευρωπαϊκή δικαιοδοσία χαμηλού φόρου. Παρέχει επίσης σε αυτές τις χώρες μια πιθανώς μεγαλύτερη ροή εσόδων, δεδομένου ότι δεν έχει πλέον νόημα να χρησιμοποιούνται πληρωμές δικαιωμάτων για τη διαγραφή κερδών εκτός των ΗΠΑ – και μια ευκαιρία να είναι πιο τολμηρές στη φορολόγηση των αμερικανικών εταιρειών. Δεδομένης της ίδιας φορολογικής βάσης με τις ΗΠΑ (η οποία, βεβαίως, αποτελεί απλούστευση), μπορούν να αυξήσουν τους συντελεστές φορολογίας για τις πολυεθνικές κατά μερικές ποσοστιαίες μονάδες, χωρίς να φοβούνται ότι οι ΗΠΑ θα κάνουν τίποτα περισσότερο για να τις ανταγωνιστούν ή ότι οι επιχειρήσεις θα φύγουν. Ο νέος νόμιμος συντελεστής των ΗΠΑ του 21% παρέχει ένα άνετο άνω όριο – και, δεδομένου του πόσο δύσκολο θα είναι για τις ΗΠΑ να αντισταθμίσουν την απώλεια εσόδων, είναι απίθανο να μειωθεί στο προσεχές μέλλον.
Ουσιαστικά, οι νομοθέτες των Η.Π.Α. έκαναν αυτό που επιχείρησαν αλλά δεν κατάφεραν να κάνουν η Γαλλία και η Γερμανία – να δημιουργήσουν ένα κοινό κατώτατο όριο εταιρικού φόρου για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν οι ευρωπαϊκές χώρες χρεώνουν λιγότερο από 13,125% στα κέρδη των πολυεθνικών, οι Η.Π.Α. εξακολουθούν να πληρώνονται. Πριν, οι χώρες χαμηλής φορολογίας πάντα ανέτρεπαν τις γαλλο-γερμανικές απαιτήσεις. Τώρα, δεν έχει πλέον νόημα να το κάνουν.
Οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες πρέπει να ευχαριστήσουν τους νομοθέτες των ΗΠΑ για αυτό το δώρο. Αλλά δεν μπορούν να περιμένουν από τις ΗΠΑ να κάνουν όλη τη δική τους δουλειά. Εξαρτάται από τα κράτη μέλη της ΕΕ να βεβαιωθούν ότι οι εταιρείες τεχνολογίας των ΗΠΑ καταβάλλουν δίκαιους φόρους σε κάθε μία από τις αγορές στις οποίες λειτουργούν. Εξακολουθεί να μην έχει νόημα τα κέρδη που πραγματοποιούνται στη Γαλλία και τη Γερμανία καταγράφονται στην Ιρλανδία – και αυτό μπορεί να σταματήσει μόνο εάν τα μέλη της ΕΕ συμφωνήσουν μεταξύ τους για το πώς θα σταματήσουν την πρακτική αυτή χωρίς να προκαλέσουν πάρα πολύ ζημιά στην Ιρλανδία. Η προσπάθεια να επιβληθούν φορολογικές επιβαρύνσεις στις πολυεθνικές βάσει εισοδήματος, όπως πρότεινε πέρυσι μια ομάδα των μεγαλύτερων μελών της ΕΕ, δεν είναι η απάντηση: Οι Η.Π.Α. απέδειξαν ότι είναι δυνατόν να δημιουργηθεί ένα λογικό σύστημα κινήτρων χωρίς να καταφύγουμε σε τέτοιου είδους μέτρα.