Την ώρα που το 53% των αποφοίτων έχει ελάχιστες προοπτικές επαγγελματικής αποκατάστασης, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας συζητεί εκ νέου αλλαγές στο εξεταστικό σύστημα
Το 53% των αποφοίτων των ελληνικών πανεπιστημίων ολοκληρώνει ετησίως προγράμματα σπουδών που έχουν ελάχιστες προοπτικές επαγγελματικής αποκατάστασης ή αφορούν τομείς που δεν συμβάλλουν με κανέναν τρόπο στην ανάγκη της χώρας για ανάπτυξη. Οπως λένε στο «Βήμα» οι επιστημονικοί υπεύθυνοι μελέτης που εκπόνησαν πρόσφατα το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και η Endeavor Greece, «παρά τα πρωτοφανή ποσοστά ανεργίας, οι περισσότεροι εργοδότες στη χώρα μας δηλώνουν δυσκολία να βρουν το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό για να καλύψουν συγκεκριμένες θέσεις απασχόλησης».
Ολα αυτά σε μια περίοδο κατά την οποία, αντί να ξεκινήσει μια βαθιά συζήτηση για την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού στην εκπαίδευση, πολιτικοί και πανεπιστημιακοί συζητούν εκ νέου για την αλλαγή του εξεταστικού συστήματος. Οπως αναφέρουν οι πληροφορίες του «Βήματος», παρότι ο υπουργός Παιδείας κ. Κώστας Γαβρόγλου φέρεται ότι δηλώνει πως το νέο εξεταστικό σύστημα θα ανακοινωθεί μέσα στον Ιανουάριο, πληθαίνουν αυτές τις ημέρες οι «φωνές» στην ομάδα παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ της άποψης ότι οι πανελλαδικές εξετάσεις πρέπει να μείνουν ως έχουν.
Με το δεδομένο δε ότι ο υπουργός Παιδείας φαίνεται ότι δεν διατηρεί καλές σχέσεις με τον πρόεδρο του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής κ. Μάκη Κουζέλη, καθώς το όνομα του τελευταίου ακούστηκε συχνά το τελευταίο χρονικό διάστημα για την αντικατάστασή του σε περίπτωση ανασχηματισμού της κυβέρνησης, είναι προφανές ότι αποφάσεις δεν είναι εύκολο να ληφθούν. Οπως αναφέρουν οι ίδιες πληροφορίες, η αντιπαράθεση αυτή τις τελευταίες ημέρες έχει «χτυπήσει κόκκινο».
Το νέο εξεταστικό σύστημα
Το νέο εξεταστικό σύστημα, όπως λέει ανώτατο στέλεχος του υπουργείου Παιδείας, θα έχει ως στόχο να διατηρήσει την αξιοπιστία και τις διαδικασίες των υφιστάμενων πανελλαδικών εξετάσεων και ταυτόχρονα να αναβαθμίσει τη λυκειακή ζωή με μια μικρή, αλλά κρίσιμη ποσοστιαία συμμετοχή του απολυτηρίου στη διαδικασία εισαγωγής στην ανώτατη εκπαίδευση.
Το μεγάλο όνειρο όσων σχεδιάζουν αυτή τη στιγμή τη σχετική πρόταση (στη συντριπτική πλειονότητά τους φιλόλογοι, γεγονός που προκαλεί ανησυχίες στους μαθηματικούς) είναι να αποδυναμώσουν το φροντιστήριο στη Γ’ Λυκείου με ένα λιτό πρόγραμμα μαθημάτων γενικής παιδείας και πολύωρη σχολική εμβάθυνση στα μαθήματα προσανατολισμού.
Αυτή τη στιγμή το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής επεξεργάζεται την πρότασή του για την τελευταία τάξη της βαθμίδας που θα συνδέεται με τις πανελλαδικές εξετάσεις. Ετσι στη Γ’ Λυκείου μελετάται εάν τα μαθήματα «κορμού», δηλαδή υποχρεωτικής εξέτασης, θα είναι ένα (Γλώσσα) ή δύο (Γλώσσα και Ιστορία), τα οποία θα πλαισιωθούν από δύο ακόμη μαθήματα επιλογής ανά κατεύθυνση και ένα ακόμη επιλογής για την έκδοση του νέου απολυτηρίου. Εκείνο που δεν έχει αποφασιστεί ακόμη είναι εάν οι τελικές εξετάσεις για το απολυτήριο αυτό θα είναι εθνικού τύπου ή όχι.
Είναι πιθανότατο να αποφασιστεί τελικά οι μαθητές να εξετάζονται σε εθνικού τύπου εξετάσεις στα σχολεία τους, σε ένα ή δύο μαθήματα «κορμού» για το απολυτήριό τους και στη συνέχεια να δίνουν ακόμη πανελλαδικές εξετάσεις σε τρία ή τέσσερα ακόμα μαθήματα ανά κατεύθυνση για τις σχολές που τους ενδιαφέρει να εισαχθούν. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, στις απολυτήριες εξετάσεις στα σχολεία, στο τέλος του χρόνου, τα μαθήματα δεν θα ξεπερνούν τα τέσσερα.
Τι ζητεί η αγορά και τι αποφοίτους βγάζουμε
Τα παραπάνω αναλύονται σε συσκέψεις επί συσκέψεων από τα ίδια στελέχη που αποφάσισαν πέρυσι να μειώσουν τις θέσεις κατά 220 άτομα στις ιατρικές σχολές της χώρας και να αυξήσουν κατά 115 τις θέσεις στα θεολογικά τμήματα και κατά 100 τους σπουδαστές στο Τμήμα Κλωστοϋφαντουργίας του ΤΕΙ Πειραιά.
«Αυτήν τη στιγμή, ενώ ο χάρτης της απασχόλησης μεταβάλλεται δραστικά, τα προγράμματα σπουδών των ελληνικών πανεπιστημίων δεν προσαρμόζονται γρήγορα, με εξαίρεση τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών» λένε οι εκπρόσωποι της Endeavor Greece. Και κάνουν λόγο για ανεπαρκή επαγγελματικό προσανατολισμό και έλλειψη οργανωμένης πληροφόρησης.
«Η ελληνική οικονομία δεν έχει ακόμη επιτύχει τον απαραίτητο μετασχηματισμό που θα επιτρέψει την επιστροφή της χώρας σε ρυθμούς ανάπτυξης και τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας. Από την πλευρά του, το εκπαιδευτικό σύστημα δεν εξασφαλίζει στους νέους τις δεξιότητες εκείνες που επιβάλλουν οι σύγχρονες τάσεις της διεθνούς οικονομίας και οι σημερινές αναπτυξιακές ανάγκες της χώρας. Μόνο αν η επιχειρηματική και εκπαιδευτική κοινότητα συντονίσουν τον βηματισμό τους για να οδηγήσουν την οικονομία στο νέο αναπτυξιακό μοντέλο, θα μπορέσει η χώρα να οδηγηθεί σε ουσιαστική και βιώσιμη ανάπτυξη» αναφέρεται στη μελέτη που ολοκλήρωσαν οι εκπρόσωποί της σε συνεργασία με το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Η μελέτη κατέγραψε τα στοιχεία επιχειρήσεων για την έναρξη και διακοπή λειτουργίας τους κατά την περίοδο της κρίσης, διαπιστώνοντας ότι, με εξαίρεση τον τουρισμό, η επιχειρηματικότητα δεν έχει ακόμη στραφεί στους κλάδους εκείνους που παρουσιάζουν πραγματικές ευκαιρίες ανάπτυξης και εξωστρέφειας, όπως για παράδειγμα η πληροφορική, ο κλάδος των τροφίμων κ.ά.
«Η μακροπρόθεσμη λύση είναι να επανασχεδιαστεί ο χάρτης της ανώτατης εκπαίδευσης με προοπτική 20-30 ετών και τις αναμενόμενες ανάγκες σε εξειδικευμένο, υψηλής ποιότητας ανθρώπινο δυναμικό από το υπουργείο Παιδείας σε συνεργασία με τα “παραγωγικά υπουργεία” (π. χ. Οικονομικών, Εργασίας, Αγροτικής Ανάπτυξης κ.λπ.) και κλαδικούς επιχειρηματικούς φορείς. Βέβαια θα χρειαστεί πρώτα να αποφασιστεί και σχεδιαστεί το ιδεατό και εφικτό μοντέλο ανάπτυξης της χώρας (λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, την παρούσα κατάσταση, τις διεθνείς εξελίξεις, τις τεχνολογικές προοπτικές κ.λπ.) και μετά το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό για την υλοποίησή του και άρα τα προγράμματα σπουδών» λέει ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γ. Δουκίδης.
«Η μεσοπρόθεσμη λύση είναι η επανειδίκευση με τη δημιουργία μεταπτυχιακών προγραμμάτων των ΑΕΙ (ή πιο εξειδικευμένα προγράμματα από τα ΚΕΚ των ΑΕΙ) που δίνουν τη δυνατότητα σε άνεργους αποφοίτους να αξιοποιήσουν το γνωσιακό τους υπόβαθρο και να το ενισχύσουν με γνώσεις που είναι χρήσιμες σε συγκεκριμένους επιχειρηματικούς κλάδους. Υπάρχουν κλάδοι με προοπτική ανάπτυξης που χρειάζονται, όμως, αποφοίτους με πρώτο πτυχίο σε πιο θεωρητικό τομέα ή γενικό πτυχίο που το συνδυάζουν με ένα εξειδικευμένο μεταπτυχιακό. Για παράδειγμα, απόφοιτοι φιλολογικών σπουδών για το ψηφιακό μάρκετινγκ, απόφοιτοι φυσικο-μαθηματικών σπουδών για την ανάλυση μεγάλων δεδομένων (big data), απόφοιτοι πολυτεχνικών σπουδών για προγραμματιστές, απόφοιτοι κλασικών σπουδών στην αξιοποίηση πολιτιστικού περιεχομένου κ.λπ. Το παραπάνω θα μπορούσε να υλοποιηθεί μερικώς και με τη λειτουργία “εθνικού προγράμματος Erasmus” που θα δίνει τη δυνατότητα σε φοιτητές να εγγράφονται για ένα ή δύο εξάμηνα σε άλλες σχολές, ενισχύοντας το γνωσιακό τους προφίλ (π. χ. ένας φοιτητής της Γεωπονικής Σχολής να φοιτήσει σε Σχολή Διοίκησης) στο πλαίσιο των προπτυχιακών τους σπουδών» αναφέρει χαρακτηριστικά. «Δυστυχώς και οι δύο λύσεις είναι δύσκολο να υλοποιηθούν λόγω του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου, του τρόπου που (δεν) σχεδιάζεται από την Πολιτεία ο χάρτης την ανώτατης εκπαίδευσης και των ισχυόντων πρακτικών στην ανώτατη εκπαίδευση» καταλήγει ο κ. Δουκίδης.