Αναλυτική παρουσίαση των προτεινόμενων διατάξεων με την αιτιολογική τους έκθεση
Νέες, εκτενείς τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας περιλαμβάνει το σχέδιο νόμου «Ρυθμίσεις για την εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής και άλλες διατάξεις» που βρίσκεται τις τελευταίες ημέρες στη Βουλή.
Οι προτεινόμενες τροποποιήσεις περιλαμβάνονται στα Κεφάλαια Α’ και Γ’ του Τμήματος Γ’ του πολυνομοσχεδίου «Διατάξεις Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων».
Αναλυτικά οι τροποποιούμενες διατάξεις, συνοδευόμενες από την αιτιολογική τους έκθεση:
Κεφάλαιο Α’
Διατάξεις
Άρθρο 176
Τροποποιήσεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για την κατάταξη των πιστωτών
1. Μετά το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται νέο άρθρο 977Α με τίτλο «Σειρά κατάταξης υπερπρονομιούχων, προνομιούχων και μη», ως εξής:
«Άρθρο 977Α
Σειρά κατάταξης υπερπρονομιούχων, προνομιούχων και μη
1. Αν μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος άρθρου γεννηθούν εξ ολοκλήρου απαιτήσεις και συσταθεί για την εξασφάλισή τους ενέχυρο επί μη βεβαρημένου κατά την ανωτέρω ημερομηνία πράγματος, αυτές κατατάσσονται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 και αφού αφαιρεθούν τα έξοδα της εκτέλεσης, με την εξής σειρά:
α) απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθμ. 1 και 2
β) απαιτήσεις του άρθρου 975 και απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθμ. 3
γ) μη προνομιούχες απαιτήσεις.
2. Απαιτήσεις οι οποίες προέκυψαν πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού και αφορούν μη καταβληθέντες μισθούς έως (6) μηνών από παροχή εξαρτημένης εργασίας και έως του ποσού το οποίο ισούται ανά μήνα οφειλόμενου μισθού και ανά εργαζόμενο με το νόμιμο κατώτατο μισθό υπαλλήλου άνω των είκοσι πέντε (25) ετών επί 275% ικανοποιούνται προνομιακά πριν από κάθε άλλη απαίτηση (υπερ-προνόμιο) και μετά την αφαίρεση των εξόδων της εκτέλεσης.
3. Σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων βεβαρημένων πραγμάτων, OL απαιτήσεις της παραγράφου 2 του παρόντος, εφόσον έχουν αναγγελθεί, ικανοποιούνται από το ποσό των πλειστηριασμάτων που πρέπει να διανεμηθούν στους πιστωτές ως εξής: α) συμμέτρως, εφόσον οι πλειστηριασμοί διενεργήθηκαν ταυτοχρόνως ή β) κατά τη σειρά διενέργειας των πλειστηριασμών και έως την ολοσχερή εξόφλησή τους, εφόσον οι πλειστηριασμοί διενεργήθηκαν διαδοχικώς. Στην περιπτ. β’ του προηγούμενου εδαφίου, οι ειδικοί προνομιούχοι πιστωτές σε βάρος των οποίων ικανοποιήθηκαν εν όλω ή εν μέρει οι απαιτήσεις αυτές, υποκαθίστανται για το επιπλέον της αναλογίας τους στο πλειστηρίασμα από τον πλειστηριασμό των υπόλοιπων πραγμάτων.
4. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του παρόντος, αν υπάρχουν περισσότερες απαιτήσεις από αυτές που αναφέρονται στα άρθρα 975 ή 976, η απαίτηση της προηγούμενης τάξης προτιμάται από την απαίτηση της επόμενης τάξης και αν είναι της ίδιας τάξης ικανοποιούνται συμμέτρως. Αν συντρέχουν περισσότερες απαιτήσεις από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 976 αριθμ. 2, ακολουθείται η κατά το ουσιαστικό δίκαιο σειρά.
5. Μετά την ικανοποίηση των απαιτήσεων που έχουν προνόμιο, σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, οι μη προνομιούχοι πιστωτές ικανοποιούνται συμμέτρως από το υπόλοιπο του ποσού του πλειστηριάσματος που πρέπει να διανεμηθεί στους πιστωτές.»
2. Η παράγραφος 1 του άρθρου 1007 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τροποποιείται ως εξής:
«1. Για την κατάταξη των δανειστών εφαρμόζονται τα άρθρα 975 έως 978, εκτός από την διάταξη του άρθρου 976 αρ. 3. Τη θέση των απαιτήσεων του άρθρου 976 αρ. 2 και της παρ. 1 του άρθρου 977Α, παίρνουν οι ενυπόθηκες απαιτήσεις. Η απαίτηση υπέρ της οποίας έχει εγγραφεί προσημείωση κατατάσσεται τυχαίως.»
3. Το άρθρο 1018 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τροποποιείται ως εξής:
«Σε περίπτωση που ο πλειστηριασμός ακυρώθηκε και διενεργηθεί νέος, η απαίτηση του υπερθεματιστή του πλειστηριασμού που ακυρώθηκε να αναλάβει το πλειστηριασμό που διανεμήθηκε κατατάσσεται μετά τα έξοδα της εκτέλεσης του νέου πλειστηριασμού και πριν από τις απαιτήσεις των άρθρων 975, 976, 977Α, 1007, 1012 παρ. 3 και 1015 παρ. 3. Για να ικανοποιηθεί αυτή η απαίτηση, ο υπερθεματιστής μπορεί να επισπεύσει πλειστηριασμό με βάση την απόφαση που ακύρωσε την εκτέλεση και πιστοποίηση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ότι το πλειστηρίασμα έχει καταβληθεί και διανεμηθεί.»
4. Η παράγραφος 3 του άρθρου 1030 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τροποποιείται ως εξής:
«3. Αν υπάρχουν και άλλοι δανειστές, αναγγέλλονται με έγγραφη δήλωση που επιδίδεται στο διαχειριστή και σε εκείνον κατά του οποίου έγινε η εκτέλεση. Ο διαχειριστής κάθε τρίμηνο συντάσσει πίνακα διανομής. Η κατάταξη των δανειστών γίνεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 975, 977 παρ. 2 και 3, 977Α και 1024 παρ. 2. Για την κατάταξη των απαιτήσεων του άρθρου 975, αντί της ημέρας του πλειστηριασμού λαμβάνεται υπόψη η ημέρα που άρχισε η διαχείριση.»
Αιτιολογική έκθεση
Γενικό Μέρος
Μετά το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται νέο άρθρο 977Α με τίτλο «Σειρά κατάταξης υπερπονομιούχων, προνομιούχων και μη».
Οι προτεινόμενες ρύθμισες αφορούν τον τρόπο με τον οποίο ικανοποιούνται οι δανειστές σε περίπτωση επίσπευσης πλειστηριασμού σε βάρος του οφειλέτη.
Ειδικότερα, προτείνεται ένας νέος τρόπος κατάταξης των απαιτήσεων, ο οποίος τίθεται σε παράλληλη ισχύ με τον προβλεπόμενο στο άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Ο νέος αυτός τρόπος έχει αυστηρά οριοθετημένο και σαφέστατα διακριτό πεδίο εφαρμογής από αυτό του άρθρου 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Συγκεκριμένα, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις καταλαμβάνουν αποκλειστικώς όσες απαιτήσεις γεννηθούν εξ ολοκλήρου μετά την έναρξη ισχύος του οικείου άρθρου και για την εξασφάλιση των οποίων έχει συσταθεί ενέχυρο ή υποθήκη επί μη βεβαρημένου κατά την ανωτέρω ημερομηνία πράγματος. Οι δύο αυτές προϋποθέσεις θα πρέπει συντρέχουν σωρευτικώς.
Η ανάγκη η οποία δικαιολογεί τις προτεινόμενες ρυθμίσεις είναι η εξής: το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο απολήγει σε διαφορετικό τρόπο διανομής του προϊόντος του πλειστηριασμού με κριτήριο το αν και ποιες απαιτήσεις συρρέουν κάθε φορά, ενώ το τελικό ποσό το οποίο πρόκειται να διανεμηθεί υπολογίζεται σε ποσοστά επί του προϊόντος αυτού. Με βάση το συγκεκριμένο μοντέλο διανομής, οι δανειστές δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν με ασφάλεια εκ των προτέρων το μερίδιο το οποίο τους αναλογεί σε περίπτωση αναγκαστικής εκτέλεσης.
Το γεγονός αυτό, πέραν της ανασφάλειας δικαίου που προκαλεί, επηρεάζει την προστατευτική των απαιτήσεων λειτουργία που υπηρετούν οι εμπράγματες ασφάλειες καθώς και την απόφαση των δανειστών ως προς το ύψος της πίστωσης το οποίο θα χορηγήσουν. Το ύψος της πίστωσης, λόγω της ανασφάλειας, υπολείπεται λογικώς της αξίας του πράγματος επί του οποίου συστήνεται η εμπράγματη ασφάλεια.
Με δεδομένη την ανάγκη ενίσχυσης της ως άνω λειτουργίας αλλά και αποτελεσματικής και ασφαλούς ενεργοποίησης των μηχανισμών πίστωσης, δείχνει επιβεβλημένη η μεταρρύθμιση των σχετικών διατάξεων του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προς την κατεύθυνση ενίσχυσης τόσο της προστασίας των ειδικών προνομίων όσο και της δυνατότητας ασφαλούς πρόβλεψης εκ μέρους των δανειστών που εξοπλίζουν τις απαιτήσεις τους με εμπράγματες ασφάλειες.
Όσο πιο ενισχυμένη είναι η προστασία και ασφαλής η πρόβλεψη αναφορικά με το ύψος του μεριδίου από τυχόν πλειστηρίασμα τόσο μεγαλύτερο προσδοκάται ότι θα είναι το ύψος της πίστωσης το οποίο θα χορηγηθεί με βάση την εμπράγματη ασφάλεια και γενικότερα τόσο μεγαλύτερη θα είναι η πίστη των συναλλαγών.
Επίσης, όσο πιο αποτελεσματική είναι η λειτουργία των εμπραγμάτων ασφαλειών τόσο μεγαλύτερη είναι η προστασία των απαιτήσεων που ο νομοθέτης έχει αξιολογήσει ως ιδιαιτέρως σημαντικές, από κοινωνική και οικονομική άποψη.
Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις σκοπείται η ενίσχυση της πιστοληπτικής δυνατότητας ιδίως των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αποκτούν πρόσβαση στην πίστωση παρέχοντας εμπράγματες εγγυήσεις και γενικότερα η διευκόλυνση των συναλλαγών.
Επίσης, με τον προτεινόμενο τρόπο κατάταξης διασώζεται τελικώς η πραγματική και αληθής αξία των περιουσιακών στοιχείων επί των οποίων συστήνονται τα συγκεκριμένα βάρη.
Διευκρινίζεται ότι η νέα κατάταξη αφορά όλες τις νέες απαιτήσεις που αποκτούν νέα ασφάλεια, ανεξαρτήτως γενεσιουργού αιτίας. Με την ενίσχυση της προστασίας τους ενισχύεται η πίστη στην εμπράγματη ασφάλεια. Ενισχύεται η ασφάλεια των συναλλαγών.
Πέραν του επισπεύδοντος, η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης αφορά και όλους τους υπόλοιπους δανειστές. Εμπεριέχει δηλαδή και μια συλλογική διάσταση, η οποία δεν πρέπει να παραγνωρίζεται.
Ενώπιον του γεγονότος αυτού, η έννομη τάξη προβαίνει σε αξιακές επιλογές, διασφαλίζοντας με τον έναν ή τον άλλο τρόπο την ικανοποίηση και των υπόλοιπων δανειστών.
Στο πλαίσιο αυτό, με γνώμονα η προσδοκόμενη οικονομική ανάπτυξη, να μην είναι μόνο οικονομικά αποτελεσματική αλλά και κοινωνικά δίκαιη και ισορροπημένη, προβλέπονται σαφή αντίβαρα κοινωνικής πολιτικής που λαμβάνουν τη μορφή απόλυτης προστασίας αυστηρά συγκεκριμένων απαιτήσεων από εξαρτημένη εργασία σε περίπτωση πλειστηριασμού της περιουσίας του εργοδότη.
Ειδικότερα, όσες από τις ρυθμιζόμενες απαιτήσεις προκύψουν πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού και εφόσον αφορούν μη καταβληθέντες μισθούς έως (6) μηνών από παροχή εξαρτημένης εργασίας και έως του ποσού που ισούται ανά μήνα οφειλόμενου μισθού και ανά εργαζόμενο με το νόμιμο κατώτατο μισθό υπαλλήλου άνω των είκοσι πέντε (25) ετών επί 275% ικανοποιούνται προνομιακά πριν από κάθε άλλη απαίτηση (υπερ-προνόμιο) και μετά την αφαίρεση των εξόδων της εκτέλεσης.
Με τον προτεινόμενο τρόπο, εισάγεται υπερ-προνόμιο προς όφελος των εργαζομένων, οι απαιτήσεις των οποίων, όπως ρητώς προσδιορίζονται, ικανοποιούνται πριν από κάθε άλλη απαίτηση.
Τέλος, για λόγους ακριβοδικίας, προτείνεται συγκεκριμένος μηχανισμός επιμερισμού του βάρους που προκαλείται από την υπερ-προνομιακή ικανοποίηση των ανωτέρω απαιτήσεων. Ο λόγος είναι ο εξής: όλοι οι δανειστές θα πρέπει ισομερώς να επωμίζονται το βάρος αυτό και όχι μόνο ένας, όπως θα συνέβαινε διαφορετικά.
Υπό το πρίσμα όλων των ανωτέρω, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις εισάγουν στην ελληνική έννομη τάξη συγκεκριμένες βέλτιστες διεθνείς τάσεις, όσον αφορά την ενίσχυση της συναλλακτικής πίστης, την πρόβλεψη κινήτρων για παροχή πιστώσεων, την ασφάλεια των συναλλαγών αλλά και τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής σε περίπτωση ατυχούς έκβασης ενός επιχειρηματικού οικονομικού εγχειρήματος.
Ειδικό Μέρος
Μετά το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται νέο άρθρο 977Α με τίτλο «Σειρά κατάταξης υπερπονομιούχων, προνομιούχων και μη».
Η παράγραφος 1 του άρθρου 977Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ορίζει το πεδίο εφαρμογής, απαιτώντας να συντρέχουν σωρευτικώς οι εξής δύο προϋποθέσεις: μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος α) να γεννηθούν εξ ολοκλήρου απαιτήσεις και β) να συσταθεί για την εξασφάλισή τους ενέχυρο επί μη βεβαρημένου κατά την ανωτέρω ημερομηνία πράγματος. Οι απαιτήσεις αυτές κατατάσσονται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 και αφού αφαιρεθούν τα έξοδα της εκτέλεσης, με την εξής σειρά: α) απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθμ. 1 και 2· β) απαιτήσεις του άρθρου 975 και απαιτήσεις του άρθρου 976 αριθμ. 3· γ) μη προνομιούχες απαιτήσεις.
Στην παράγραφο 2, ορίζεται ότι απαιτήσεις της παραγράφου 1 οι οποίες προέκυψαν πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού, ανεξαρτήτως του αν διενεργήθηκε τελικώς, και αφορούν μη καταβληθέντες μισθούς έως (6) μηνών από παροχή εξαρτημένης εργασίας και έως του ποσού που ισούται ανά μήνα οφειλόμενου μισθού και ανά εργαζόμενο με το νόμιμο κατώτατο μισθό υπαλλήλου άνω των είκοσι πέντε (25) ετών επί 275% ικανοποιούνται προνομιακά πριν από κάθε άλλη απαίτηση (υπερ-προνόμιο) και μετά την αφαίρεση των εξόδων της εκτέλεσης. Με την προτεινόμενη ρύθμιση καθιερώνεται ρητώς η κατά απόλυτη προτεραιότητα ικανοποίηση των συγκεκριμένων απαιτήσεων.
Με την παράγραφο 3 της προτεινόμενης ρύθμισης, θεσπίζεται μηχανισμός επιμερισμού του βάρους που προκαλείται από την εφαρμογή της παραγράφου 2 ώστε όλοι οι δανειστές να το επιφορτίζονται ισομερώς. Ειδικότερα, σε περίπτωση ύπαρξης περισσότερων βεβαρημένων πραγμάτων, οι απαιτήσεις της παραγράφου 2 του παρόντος, εφόσον έχουν αναγγελθεί, κάτι το οποίο δεν απαιτείται σε περίπτωση που αποτέλεσαν τίτλο βάσει του οποίου επιβλήθηκε (πολλαπλή) κατάσχεση, ικανοποιούνται από το ποσό των πλειστηριασμάτων που πρέπει να διανεμηθούν στους πιστωτές ως εξής: α) συμμέτρως, εφόσον οι πλειστηριασμοί διενεργήθηκαν ταυτοχρόνως ή β) κατά τη σειρά διενέργειας των πλειστηριασμών και έως την ολοσχερή εξόφλησή τους, εφόσον οι πλειστηριασμοί διενεργήθηκαν διαδοχικώς. Στην περιπτ. β του προηγούμενου εδαφίου, οι ειδικοί προνομιούχοι πιστωτές σε βάρος των οποίων ικανοποιήθηκαν εν όλω ή εν μέρει οι απαιτήσεις αυτές, υποκαθίστανται για το επιπλέον της αναλογίας τους στο πλειστηριασμό από τον πλειστηριασμό των υπόλοιπων πραγμάτων. Με τον τρόπο αυτό κανείς δανειστής δεν πρόκειται να καταβάλλει πέραν του αναλογούντος.
Η παράγραφος 4 επαναλαμβάνει, κατά προσαρμογή, όσα ήδη ισχύουν με βάση το άρθρο 977, παράγραφος 2, ενώ η παράγραφος 5 προσαρμόζεται με βάση όσα προβλέπει η παράγραφος 3 του άρθρου 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Η παράγραφος 1 του άρθρου 1007 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τροποποιείται ώστε να διαλαμβάνει πλέον αναφορά και στο προτεινόμενο άρθρο 977 Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Το άρθρο 1018 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τροποποιείται ώστε να διαλαμβάνει πλέον αναφορά και στο προτεινόμενο άρθρο 977 Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Επίσης, διορθώνονται δύο προφανή λάθη όσον αφορά τις παραπομπές στα άρθρα 1012 και 1015 που διαλαμβάνει. Στην πρώτη περίπτωση, είναι προφανές ότι η παραπομπή αφορά κατά περιεχόμενο την παράγραφο 3 του άρθρου 1012. Στη δεύτερη περίπτωση, είναι αυτονόητο ότι αφορά την παράγραφο 3, τόσο νοηματικά όσο και ελλείψει παραγράφου 4.
Η παράγραφος 3 του άρθρου 1030 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας τροποποιείται ώστε να διαλαμβάνει πλέον αναφορά και στο προτεινόμενο άρθρο 977 Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας.
Σημείωση: Βλέπε και άρθρο 177 (Τροποποίηση του Πτωχευτικού Κώδικα για την συρροή υπερπρονομιούχων, προνομιούχων και μη)
—–
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ’
Αιτιολογική έκθεση – Γενικό Μέρος
Στην πολιτική δίκη η απονομή του δικαίου διαλαμβάνει δύο στάδια: κατ’ αρχάς, το δίκαιο διαγιγνώσκεται και, στη συνέχεια, υλοποιείται. Η αναγκαστική εκτέλεση ακολουθεί τη διαγνωστική δίκη η οποία ολοκληρώνεται με την έκδοση της δικαστικής απόφασης και αποσκοπεί στην κατά κυριολεξία απονομή του δικαίου έναντι του ηττηθέντος διαδίκου όταν αυτός δεν συμμορφώνεται εκουσίως προς το διατακτικό της. Ως εκ τούτου, κατά την αναγκαστική εκτέλεση μιας δικαστικής απόφασης, παρέχεται έννομη προστασία. Η αξίωση εκτέλεσης της δικαστικής απόφασης ανήκει στον πυρήνα του άρθρου 20 του Συντάγματος.
Το βασικό εργαλείο αναγκαστικής εκτέλεσης για την ικανοποίηση χρηματικής αξίωσης είναι ο πλειστηριασμός. Μέχρι προσφάτως, ο νομοθέτης γνώριζε αποκλειστικώς τον «φυσικό» πλειστηριασμό. Η τεχνολογική εξέλιξη δίνει πλέον τη δυνατότητα διενέργειάς του και με ηλεκτρονικά μέσα διασφαλίζοντας απολύτως την τήρηση όλων των δικονομικών και ουσιαστικών εγγυήσεων, των επιταγών της δημοσιότητας και της διαφάνειας και του στόχου της αποτελεσματικότερης ρευστοποίησης. Η ηλεκτρονική διαδικασία αποτελεί τυπικά καθορισμένη και θεσμικά θωρακισμένη διαδικασία η οποία εγγυάται την ακώλυτη και απρόσκοπτη συμμετοχή των ενδιαφερομένων, πραγματώνοντας τον τελικό και κοινό στόχο δανειστή και οφειλέτη που είναι η επίτευξη του μεγαλύτερου δυνατού πλειστηριάσματος.
Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός ο οποίος διέπεται ήδη από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας είναι ανοικτού πλειοδοτικού τύπου. Με τον τρόπο αυτό είναι βέβαιο ότι επιτυγχάνεται το υψηλότερο δυνατό πλειστηριασμό, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι ο οφειλέτης αποπληρώνει τελικώς το μέγιστο δυνατό τμήμα της οφειλής του και απελευθερώνεται αναλόγως. Την ίδια στιγμή, διασώζεται η πραγματική αξία των εκπλειστηριαζόμενων πραγμάτων.
Αντιθέτως, κατά το ισχύον σύστημα, στους «φυσικούς» πλειστηριασμούς η προσφορά είναι μία και κλειστή, το οποίο συνεπάγεται την πιθανότητα για μια ελάχιστα μεγαλύτερη προσφορά, η οποία πιθανότατα υπολείπεται της αληθινής αξίας του πράγματος, μια περιουσία να αλλάξει χέρια. Το σύστημα της μίας κλειστής προσφοράς υιοθετήθηκε ελλείψει ηλεκτρονικών μέσω διενέργειας του πλειστηριασμού και με σκοπό να αντιμετωπιστούν γνωστά παρασιτικά φαινόμενα.
Η αναγκαστική εκτέλεση εκτυλίσσεται, εξ ορισμού, σε ένα πεδίο σύγκρουσης συμφερόντων αλλά και υψηλής ψυχικής έντασης. Πλην, όμως, είναι αναγκαία σε κάθε έννομη τάξη. Η διενέργεια του πλειστηριασμού με ηλεκτρονικά μέσα επιτυγχάνει τη μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους αλλά και την ελαχιστοποίηση του προσωπικού κόστους. Για όλους τους παραπάνω λόγους, προτείνεται η καθολική εφαρμογή του ηλεκτρονικού τρόπου διενέργειας των πλειστηριασμών. Η μέχρι σήμερα άλλωστε άρτια διενέργειά τους με ηλεκτρονικά μέσα εγγυάται την επιτυχία του εγχειρήματος και στο μέλλον.
Η παρούσα νομοθετική πρόταση κινείται προς τις εξής τρεις κατευθύνσεις: πρώτον, κατάργηση όλων των προβλέψεων που αφορούσαν αποκλειστικώς τους φυσικούς πλειστηριασμούς· δεύτερον, προσαρμογή των υπολοίπων διατάξεων στον αποκλειστικό τρόπο διενέργειας των πλειστηριασμών με ηλεκτρονικά μέσα· τρίτον, βελτίωση του κανονιστικού πλαισίου με βάση τη μέχρι σήμερα εφαρμογή.
—–
Σημείωση: Οι διατάξεις παρουσιάζονται κατά παράγραφο με την αιτιολογική τους έκθεση
Διάταξη
Άρθρο 207
1. Το άρθρο 927 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 927
Η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται με επιμέλεια εκείνου που έχει δικαίωμα να την ενεργήσει, ο οποίος δίνει, επάνω στο απόγραφο, τη σχετική εντολή σε ορισμένο δικαστικό επιμελητή και ορίζει τον τρόπο και αν είναι δυνατό και τα αντικείμενα επάνω στα οποία θα γίνει η εκτέλεση. Αν πρόκειται για κατάσχεση κινητού ή ακινήτου, ορίζει ως υπάλληλο, ενώπιον του οποίου θα διενεργηθεί ηλεκτρονικά ο πλειστηριασμός, συμβολαιογράφο της περιφέρειας του τόπου όπου θα γίνει η κατάσχεση. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης, τότε ο επισπεύδων περιλαμβάνει στην εντολή τη δήλωση να οριστεί συμβολαιογράφος διορισμένος στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Η εντολή πρέπει να χρονολογείται και να υπογράφεται από το δικαιούχο ή τον πληρεξούσιο του και δίνει την εξουσία να ενεργηθούν όλες οι πράξεις της εκτέλεσης, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά σε αυτήν.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 1 – Άρθρο 927: Με δεδομένο ότι ο τρόπος διενέργειας πλειστηριασμού είναι αποκλειστικώς ο ηλεκτρονικός, το παρόν άρθρο τροποποιείται προς τη συγκεκριμένη κατεύθυνση. Ο κανόνας, σύμφωνα με τον οποίο ως υπάλληλος, ενώπιον του οποίου διενεργείται με ηλεκτρονικά μέσα ο πλειστηριασμός, ορίζεται συμβολαιογράφος της περιφέρειας του τόπου της κατάσχεσης, διατηρείται. Η έννομη τάξη πρέπει να προβλέπει εναλλακτική λύση όταν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να ορισθεί ως υπάλληλος του πλειστηριασμού συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης (κατάσχεσης), σύμφωνα με τον ως άνω κανόνα. Για τον λόγο αυτό, εισάγεται παρέκκλιση, οπότε ο επισπεύδων περιλαμβάνει στην εντολή τη δήλωση να οριστεί συμβολαιογράφος της περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Ο επισπεύδων οφείλει να εξαντλήσει το ενδεχόμενο της περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης και τελικώς, ελλείψει δηλαδή άλλης δυνατότητας, να καταφύγει στην πρωτεύουσα του κράτους, και συγκεκριμένα στον συμβολαιογραφικό σύλλογο αυτής. Η επιλογή αυτή είναι πλήρως εναρμονισμένη προς τις ισχύουσες διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Συγκεκριμένα, κατ’ άρ. 24 και 601 παρ. 3, ορίζεται η δυνατότητα προσφυγής στα δικαστήρια της πρωτεύουσας του κράτους, σε περίπτωση αδυναμίας να εντοπιστεί το κατά τόπον αρμόδιο δικαστήριο. Επίσης, κατ’ άρ. 959 παρ. 2, η κυριότητα, διοίκηση και διαχείριση των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμού ανήκει στους κατά τόπον αρμοδίους συμβολαιογραφικούς συλλόγους. Ως εκ τούτου, η σχετική επιλογή του νομοθέτει (τυπογραφικό, προφανώς εννοείται νομοθέτη) αποτυπώνει τη σύνθεση των ανωτέρω στοιχείων. Για τον ίδιο λόγο, άλλωστε, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις τεχνικές δυνατότητες του πλειστηριασμού που διενεργείται με ηλεκτρονικά μέσα, προκρίθηκε το ενδιάμεσο βήμα αναζήτησης συμβολαιογράφου εντός της περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης, στον οποίο ανήκει άλλωστε η κυριότητα, διοίκηση και διαχείριση των ηλεκτρονικών συστημάτων. Διευκρινίζεται ότι η συγκεκριμένη πρόβλεψη σε καμία περίπτωση δεν επηρεάζει ούτε αλλοιώνει ή μεταβάλλει την τοπική αρμοδιότητα του δικαστηρίου εκτέλεσης. Κρίνεται σκόπιμο να υπομνησθεί ότι η εν λόγω διάταξη, ως εισάγουσα παρέκκλιση από τον κανόνα, πρέπει να ερμηνεύεται συσταλτικά. Τέλος, ενοποιούνται τα τελευταία δύο εδάφια του άρθρου.
—–
Διάταξη
2. Η παρ. 3 του άρθρου 933 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αρμόδιο κατά τόπο είναι πάντοτε το δικαστήριο της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης εφόσον μετά την επίδοση της επιταγής ακολούθησαν και άλλες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας, αλλιώς αρμόδιο είναι το δικαστήριο του άρθρου 584. Αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, τόπος εκτέλεσης είναι ο τόπος κατάσχεσης, ακόμη και εάν έχει οριστεί υπάλληλος του πλειστηριασμού συμβολαιογράφος που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 2 – Άρθρο 933: Λόγω της παρέκκλισης του άρθρου 927, δηλώνεται ρητώς ότι αρμόδιο κατά τόπο είναι πάντοτε το δικαστήριο της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης, εφόσον μετά την επίδοση της επιταγής ακολούθησαν και άλλες πράξεις της εκτελεστικής διαδικασίας, αλλιώς αρμόδιο είναι το δικαστήριο του άρθρου 584. Τέλος, διευκρινίζεται ότι αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, τόπος εκτέλεσης είναι ο τόπος κατάσχεσης, ακόμη και εάν οριστεί υπάλληλος του πλειστηριασμού συμβολαιογράφος που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927.
—–
Διάταξη
3. Η παρ. 3 του άρθρου 943 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αν δεν υπάρχουν τα πρόσωπα της παραγράφου 2 ή αν αρνούνται να παραλάβουν τα κινητά πράγματα, ο δικαστικός επιμελητής τα παραδίδει σε μεσεγγυούχο τον οποίο διορίζει ο ίδιος και, ύστερα από άδεια του ειρηνοδίκη της περιφέρειας του τόπου της εκτέλεσης που δικάζει κατά τις διατάξεις των άρθρων 686 επ. πλειστηριάζει τα κινητά πράγματα. Ο ειρηνοδίκης που δίνει την άδεια ορίζει συνάμα τον τόπο, τον υπάλληλο, την ημέρα και ώρα του πλειστηριασμού. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου όπου βρίσκονται τα κινητά, ως υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να οριστεί συμβολαιογράφος διορισμένος στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να οριστεί πριν περάσουν δέκα (10) ημέρες αφότου προσκληθεί εγγράφως εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση να παραλάβει τα πράγματα. Το πλειστηριασμό κατατίθεται δημόσια, αφού αφαιρεθούν τα έξοδα.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 3 – Άρθρο 943: Στην παράγραφο 3, πέραν της απαραίτητης προσαρμογής στην αποκλειστικότητα του ηλεκτρονικού τρόπου διενέργειας του πλειστηριασμού, τίθεται η αναγκαία ασφαλιστική δικλείδα της παρέκκλισης του άρθρου 927, ώστε εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου όπου βρίσκονται τα κινητά, ως υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να οριστεί και συμβολαιογράφος που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927.
—–
Διάταξη
4. Οι παρ. 2 και 4 του άρθρο 954 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
– «2. Η κατασχετήρια έκθεση πρέπει να περιέχει, εκτός από τα ουσιώδη που απαιτούνται από το άρθρο 117 και α) ακριβή περιγραφή του κατασχεμένου πράγματος, ώστε να μη γεννιέται αμφιβολία για την ταυτότητά του, β) αναφορά της εκτίμησης του κατασχεμένου που έκανε ο δικαστικός επιμελητής ή ο πραγματογνώμονας, γ) τιμή πρώτης προσφοράς που πρέπει να είναι τουλάχιστον τα δύο τρίτα της αξίας, στην οποία εκτιμήθηκε το κατασχεμένο κινητό πράγμα, δ) αναφορά του εκτελεστού τίτλου στον οποίο βασίζεται η εκτέλεση, της επιταγής που επιδόθηκε στον οφειλέτη και του ποσού για το οποίο γίνεται η κατάσχεση, ε) αναφορά της ημέρας του πλειστηριασμού, η οποία ορίζεται υποχρεωτικά επτά (7) μήνες από την ημέρα περάτωσης της κατάσχεσης και όχι πάντως μετά την παρέλευση οκτώ (8) μηνών από την ημέρα αυτή, του τόπου του πλειστηριασμού, καθώς και του ονόματος του υπαλλήλου του πλειστηριασμού. Στην έκθεση αναφέρονται επίσης οι όροι που τυχόν έθεσε, σχετικά με τον πλειστηριασμό, ο υπέρ ου η εκτέλεση με την κατά το άρθρο 927 εντολή, καθώς επίσης και η τυχόν διενέργεια του ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.»
– «4. Ύστερα από ανακοπή του επισπεύδοντος ή του καθ’ ου η εκτέλεση ή οποιουδήποτε άλλου έχει έννομο συμφέρον, το αρμόδιο κατά το άρθρο 933 δικαστήριο, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να διατάξει τη διόρθωση της έκθεσης, ιδίως ως προς την περιγραφή του κατασχεθέντος, την εκτίμηση και την τιμή πρώτης προσφοράς. Η ανακοπή είναι απαράδεκτη αν δεν κατατεθεί το αργότερο δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού. Η απόφαση πρέπει να δημοσιεύεται έως τις 12:00 το μεσημέρι της όγδοης πριν από τον πλειστηριασμό ημέρας και αναρτάται την ίδια ημέρα με επιμέλεια της γραμματείας στην ιστοσελίδα δημοσιεύσεων πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 4 – Άρθρο 954: Στην παράγραφο αυτή, διευκρινίζεται ότι τα υπό (γ) αναφερόμενα στοιχεία και συγκεκριμένα ότι η τιμή πρώτης προσφοράς πρέπει να είναι τουλάχιστον τα δύο τρίτα της αξίας, αφορά αποκλειστικώς το κατασχεμένο κινητό πράγμα, καθώς επί ακινήτων η τιμή πρώτης προσφοράς προσδιορίζεται από την εμπορική αξία του πράγματος, όπως αυτή εκτιμά ο αρμόδιος εκτιμητής. Επίσης, στο πνεύμα της παρέκκλισης του άρθρου 927, εισάγεται ότι στην έκθεση αναφέρονται επίσης οι όροι που τυχόν έθεσε, σχετικά με τον πλειστηριασμό, ο υπέρ ου η εκτέλεση με την κατά το άρθρο 927 εντολή, καθώς επίσης και τυχόν η διενέργειά του ενώπιον συμβολαιογράφου που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 954, προβλέπεται σύντμηση της προθεσμίας κατάθεσης της ανακοπής από είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες και αντίστοιχης μείωσης της προθεσμίας δημοσίευσης από τις 12:00 το μεσημέρι της δέκατης πριν από τον πλειστηριασμό ημέρας σε αυτή της όγδοης.
—–
Διάταξη
5. Από το δεύτερο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 955 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας διαγράφεται η φράση «και την τυχόν διενέργεια αυτού με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με την εντολή για εκτέλεση του άρθρου 927»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 5 – Άρθρο 955: Στην παράγραφο αυτή γίνεται η αναγκαία προσαρμογή στον μοναδικό πλέον τρόπο διενέργειας του πλειστηριασμού.
—–
Διάταξη
6. Το άρθρο 959 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 959
1. Τα κατασχεμένα πράγματα πλειστηριάζονται με ηλεκτρονικά μέσα ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του τόπου όπου έγινε η κατάσχεση. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης (κατάσχεσης), τα κατασχεμένα πράγματα πλειστηριάζονται ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Ο πλειστηριασμός των κατασχεμένων διενεργείται μέσω των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμού από τον πιστοποιημένο, για τον σκοπό αυτόν, υπάλληλο του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Ο πλειστηριασμός διενεργείται ενώπιον του ίδιου συμβολαιογράφου που ορίστηκε αρχικά και στην περίπτωση πολλαπλών κατασχέσεων.
2. Η κυριότητα, διοίκηση και διαχείριση των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμού ανήκει στους κατά τόπον αρμοδίους συμβολαιογραφικούς συλλόγους.
3. Τα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμού περιέχουν όλα τα πληροφοριακά στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης.
4. Στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό λαμβάνουν μέρος υποψήφιοι πλειοδότες που έχουν προηγουμένως πιστοποιηθεί στα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμών. Πλειοδοσία περισσότερων από κοινού δεν είναι δυνατή.
5. Κάθε υποψήφιος πλειοδότης δηλώνει τη συμμετοχή του σε συγκεκριμένο πλειστηριασμό, σύμφωνα με τους όρους αυτού, αφού έχει καταβάλει την εγγύηση της παραγράφου 1 του άρθρου 965 και έχει υποβάλει ηλεκτρονικά το πληρεξούσιο της παραγράφου 2 του άρθρου 1003, μέχρι ώρα 15:00, δύο (2) εργάσιμες ημέρες πριν την ορισθείσα ημέρα του πλειστηριασμού. Οι προσφορές, με ποινή ακυρότητας, δεν πρέπει να περιλαμβάνουν αίρεση ή όρο, και είναι ανέκκλητες. Το τέλος χρήσης των συστημάτων για τη διενέργεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού καταβάλλεται από τον υπερθεματιστή. Η κατάθεση της εγγύησης, του τέλους χρήσης των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμών και του πλειστηριάσματος γίνεται αποκλειστικά σε ειδικό ακατάσχετο επαγγελματικό λογαριασμό που θα διατηρείται σε ελληνικό τραπεζικό ίδρυμα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού. Κάθε υποψήφιος πλειοδότης διορίζει με ηλεκτρονική δήλωση αντίκλητο που κατοικεί στην περιφέρεια του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης μέχρι ώρα 15:00 δύο (2) εργάσιμες ημέρες πριν την ορισθείσα ημέρα του πλειστηριασμού, διαφορετικά αντίκλητος θεωρείται ο γραμματέας του πρωτοδικείου του τόπου της εκτέλεσης. Το τελευταίο εδάφιο εφαρμόζεται, ακόμη και όταν ο πλειστηριασμός διενεργείται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.
6. Ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού μετά το πέρας της προθεσμίας της προηγούμενης παραγράφου ελέγχει τα υποβαλλόμενα αρχεία διαπιστώνει με πράξη του, μέχρι ώρα 17.00 της προηγούμενης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού ημέρας, την τήρηση των διατυπώσεων που ορίζονται στις προηγούμενες παραγράφους και υποβάλλει στα ηλεκτρονικά συστήματα πλειστηριασμού κατάλογο των υποψήφιων πλειοδοτών που δικαιούνται να λάβουν μέρος.
7. Αν τα κατασχεμένα πράγματα βρίσκονται στην περιφέρεια περισσότερων ειρηνοδικείων, ο πλειστηριασμός διενεργείται, κατ’ επιλογή του επισπεύδοντος, στην περιφέρεια οποιουδήποτε εκ των άνω ειρηνοδικείων. Εάν ο πλειστηριασμός μπορεί να γίνει ηλεκτρονικά σε μία μόνο από αυτές, επιλέγεται υποχρεωτικά η περιφέρεια του συγκεκριμένου ειρηνοδικείου και αν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν μπορεί να διενεργηθεί σε καμία από αυτές, επιλέγεται η περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Αρμόδιο για την επίλυση των διαφορών που αναφύονται από τη διενέργεια του πλειστηριασμού είναι το δικαστήριο του τόπου εκτέλεσης.
8. Οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί διενεργούνται μόνο εργάσιμη ημέρα Τετάρτη ή Πέμπτη ή Παρασκευή, από τις 10:00 π.μ. έως τις 14.00 ή από τις 14.00 έως τις 18:00. Σε περίπτωση υποβολής προσφοράς κατά το τελευταίο λεπτό του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, ήτοι από ώρα 13:59:00 έως 13:59:59 ή από ώρα 17:59:00 έως 17:59:59 δίδεται αυτόματη παράταση πέντε (5) λεπτών. Για κάθε προσφορά που υποβάλλεται κατά το τελευταίο λεπτό της παράτασης, δίδεται νέα αυτόματη παράταση πέντε (5) λεπτών, εφόσον υποβληθεί μεγαλύτερη προσφορά. Οι παρατάσεις μπορούν να συνεχισθούν για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των δύο (2) ωρών από την ορισθείσα ώρα λήξης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οπότε ολοκληρώνεται η διαδικασία υποβολής προσφορών. Ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει από 1η Αυγούστου έως 31 Αυγούστου, καθώς και την προηγούμενη και την επομένη εβδομάδα της ημέρας των εκλογών για την ανάδειξη βουλευτών, αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Οργάνων Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η απαγόρευση αυτή ισχύει KOL για τις επαναληπτικές εκλογές και μόνο για τις περιφέρειες που διεξάγονται τέτοιες, εκτός αν πρόκειται για πλοία, αεροσκάφη και για πράγματα που μπορούν να υποστούν φθορά.
9. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός είναι ανοικτού πλειοδοτικού τύπου κατά τον οποίο υποβάλλονται διαδοχικές προσφορές. Οι συμμετέχοντες υποβάλλουν συνεχώς προσφορά μεγαλύτερη από την εκάστοτε μέγιστη έως το χρόνο λήξης της υποβολής προσφορών. Στα ηλεκτρονικά συστήματα καταγράφονται όλες οι υποβληθείσες κατά τα ανωτέρω προσφορές.
10. Με την υποβολή της προσφοράς, οι υποψήφιοι πλειοδότες ενημερώνονται αμέσως από τα συστήματα για το ποσό της προσφοράς τους, τον ακριβή χρόνο υποβολής της, καθώς και ότι αυτή έχει καταγραφεί. Ο υποψήφιος πλειοδότης ενημερώνεται για την εκάστοτε μέγιστη υποβληθείσα προσφορά.
11. Όλοι οι υποψήφιοι πλειοδότες που λαμβάνουν μέρος στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό ενημερώνονται αμέσως από τα συστήματα για τυχόν αναστολή, ματαίωση ή διακοπή του πλειστηριασμού, καθώς και για το λόγο αυτής.
12. Μετά τη λήξη της διαδικασίας υποβολής των πλειοδοτικών προσφορών, ανακοινώνεται το αποτέλεσμα του πλειστηριασμού μέσω των ηλεκτρονικών συστημάτων. Όσοι έχουν λάβει μέρος στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό ενημερώνονται αμελλητί για το αποτέλεσμά του. Ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού συντάσσει την έκθεση της παρ. 2 του άρθρου 965, κατακυρώνοντας τα πράγματα στον πλειοδότη.
13. Στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό κινητών, ο υπερθεματιστής έχει υποχρέωση να καταβάλει στον ειδικό τραπεζικό επαγγελματικό λογαριασμό του υπαλλήλου του πλειστηριασμού το πλειστηριασμό και το τέλος χρήσης το αργότερο την τρίτη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό. Με την καταβολή του πλειστηριάσματος και του τέλους χρήσης, το κατακυρωμένο πράγμα παραδίδεται στον υπερθεματιστή. Η παράδοση του πράγματος στον υπερθεματιστή δεν μπορεί να γίνει πριν την καταβολή του πλειστηριάσματος και του τέλους χρήσης. Ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο την πέμπτη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό, να καταθέσει το πλειστηρίασμα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Η κατάθεση του πλείστη μιάσματος είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του. Εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας από την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού αποδίδει το τέλος χρήσης στον οικείο συμβολαιογραφικό σύλλογο του οποίου αυτός είναι μέλος. Εντός τριών (3) εργασίμων ημερών, μέρος του ανωτέρω ποσού, το οποίο καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 14 του παρόντος, αποδίδεται από τον οικείο συμβολαιογραφικό σύλλογο στο ΤΑ.Χ.ΔΙΚ. Οι ειδικότεροι όροι της τήρησης των επαγγελματικών τραπεζικών λογαριασμών των υπαλλήλων των πλειστηριασμών ορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
14. Με αποφάσεις του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι λειτουργίας των ηλεκτρονικών συστημάτων πλειστηριασμού, οι λεπτομέρειες υποβολής των πλειοδοτικών προσφορών, η διαδικασία πιστοποίησης και εγγραφής χρηστών στα συστήματα, το ύψος και ο τρόπος καθορισμού, επιμερισμού, είσπραξης KOL απόδοσης του τέλους χρήσης των συστημάτων, αναπροσαρμογής του τέλους χρήσης και του μέρους αυτού που αποδίδεται στο ΤΑ.Χ.ΔΙΚ., καθώς και κάθε σχετική λεπτομέρεια.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 6 – Άρθρο 959: Πλειστηριασμός με ηλεκτρονικά μέσα – ηλεκτρονικός πλειστηριασμός.
Το ισχύον άρθρο 959 καταργείται καθώς αφορά τους «φυσικούς» πλειστηριασμούς. Στη θέση του επαναλαμβάνονται βελτιωμένες οι ρυθμίσεις του ισχύοντος άρθρου 959 Α για τον πλειστηριασμό με ηλεκτρονικά μέσα.
—–
Διάταξη
7. Το άρθρο 959 Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας καταργείται.
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 7 – Άρθρο 959 Α: Το άρθρο 959Α καταργείται.
—–
Διάταξη
8. Το άρθρο 964 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, ορίζει εγγράφως, εφόσον το επιθυμεί, προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, τη σειρά με την οποία θα κατακυρώνονται τα κατασχεμένα πράγματα, το αργότερο δύο (2) ημέρες πριν τη διενέργεια του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού δύναται να ορίσει ο ίδιος σε περίπτωση μη έγγραφης ειδοποιήσεως του καθ’ ου η εκτέλεση την σειρά κατακύρωσης. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού ενημερώνει τα ηλεκτρονικά συστήματα για τη σειρά κατακύρωσης των κατασχεμένων πραγμάτων. Από τη στιγμή που το πλειστηρίασμα καλύψει το ποσό της απαίτησης εκείνου υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν, καθώς και τα έξοδα της εκτέλεσης, δεν γίνεται κατακύρωση για τα λοιπά κατασχεθέντα και δεν συντάσσεται ως προς αυτά έκθεση πλειστηριασμού και κατακύρωσης.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 8 – Άρθρο 964: Προβλέπεται ο τρόπος ορισμού της σειράς κατακύρωσης, όπως επίσης και ότι σε περίπτωση κατά την οποία το πλειστηριασμό καλύψει το ποσό της απαίτησης εκείνου υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν, καθώς και τα έξοδα της εκτέλεσης, τότε δεν γίνεται κατακύρωση για τα λοιπά κατασχεθέντα και δεν συντάσσεται ως προς αυτά έκθεση πλειστηριασμού και κατακύρωσης.
—–
Διάταξη
9. Το άρθρο 965 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «Άρθρο 965
1. Η πλειοδοσία αρχίζει με βάση την τιμή της πρώτης προσφοράς. Δεν μπορούν να πλειοδοτήσουν ο οφειλέτης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού και οι υπάλληλοι του και περισσότεροι πλειοδότες από κοινού. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει, αν προβληθεί εγγράφως πριν την έναρξη της διαδικασίας αντίρρηση από τον επισπεύδοντα ή τον καθ’ ου η εκτέλεση ή από οποιονδήποτε πλειοδότη να αποκλείσει από την πλειοδοσία κάθε πρόσωπο εις βάρος του οποίου επισπεύδεται αναπλειστηριασμός, εφόσον το γεγονός αυτό προκύπτει από δημόσιο έγγραφο ή ομολογείται. Κάθε πλειοδότης οφείλει να καταθέτει, σε μετρητά ή με μεταφορά πίστωσης στον ειδικό τραπεζικό επαγγελματικό λογαριασμό του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ή με εγγυητική επιστολή τράπεζας, διάρκειας τουλάχιστον ενός (1) μήνα ή με επιταγή που έχει εκδοθεί από τράπεζα ή άλλο πιστωτικό ίδρυμα, εγγυοδοσία ίση προς το τριάντα τοις εκατό (30%) της τιμής της πρώτης προσφοράς. Αν υπερθεματιστής αναδείχθηκε άλλος ή αν η κατακύρωση ματαιώθηκε από οποιονδήποτε λόγο, η εγγυοδοσία επιστρέφεται σε εκείνον που την είχε καταθέσει αμέσως μετά το πέρας του πλειστηριασμού.
2. Τα πράγματα που πλειστηριάζονται κατακυρώνονται στον πλειοδότη που προσφέρει τη μεγαλύτερη τιμή. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού πρέπει να καταχωρίζει στην έκθεσή του όλες τις προσφορές που έγιναν.
3. Ο υπερθεματιστής έχει υποχρέωση να καταβάλει στον υπάλληλο του πλειστηριασμού το πλειστηρίασμα σε μετρητά ή με μεταφορά πίστωσης στον ειδικό τραπεζικό επαγγελματικό λογαριασμό του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ή με επιταγή έκδοσης τράπεζας που λειτουργεί νόμιμα στην Ελλάδα, μόλις γίνει η κατακύρωση, και αμέσως μετά του παραδίδεται το κατακυρωμένο πράγμα. Η παράδοση του πράγματος στον υπερθεματιστή δεν μπορεί να γίνει πριν αυτός καταβάλει το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης.
4. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο την πέμπτη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό, να καταθέσει εντόκως το πλειστηρίασμα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Οι αναλογούντες επί του πλειστηριάσματος τόκοι υπολογίζονται από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και αποδίδονται από κοινού με το πλειστηρίασμα με εντολή του επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και η διαδικασία και οι αναγκαίες λεπτομέρειες που αφορούν στην απόδοση του πλειστηριάσματος στους δικαιούχος, καθώς και άλλο σχετικό ζήτημα. Η κατάθεση είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του.
5. Αν ο υπερθεματιστής δεν καταβάλει εμπροθέσμως το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού οφείλει μέσα στις επόμενες δύο (2) εργάσιμες ημέρες να τον οχλήσει με εξώδικη πρόσκληση που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή.
Αν ο υπερθεματιστής δεν καταβάλει το πλειστηρίασμα μέσα στις επόμενες από την όχληση πέντε (5) εργάσιμες ημέρες, η κατακύρωση σε αυτόν ανατρέπεται, η εγγυοδοσία που έχει καταθέσει καταπίπτει, καλούνται δε οι επόμενοι πλειοδότες, η προσφορά των οποίων, αθροιζομένη με το ποσό της εγγυοδοσίας που κατέπεσε, είναι ίση με το πλειστηρίασμα, να καταβάλουν σε τακτή ημέρα που ορίζεται στην πρόσκληση, το ποσό που είχαν προσφέρει. Η πρόσκληση επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή. Αν εμφανισθούν περισσότεροι ενδιαφερόμενοι συντάσσεται σχετική έκθεση από το συμβολαιογράφο και η κατακύρωση γίνεται σε εκείνον που είχε προσφέρει κατά τον πλειστηριασμό το μεγαλύτερο ποσόν. Το πλειστηρίασμα συνίσταται στο άθροισμα του ποσού που καταβλήθηκε και της εγγυοδοσίας του αρχικού υπερθεματιστή που κατέπεσε. Αν, κατά την ελεύθερη κρίση του υπαλλήλου του πλειστηριασμού, η κατά τα προηγούμενα εδάφια πρόσκληση των επόμενων πλειοδοτών είναι αδύνατη ή ιδιαίτερα δυσχερής για λόγους που εκτίθενται σε σχετική έκθεση, καθώς και σε κάθε περίπτωση που η διαδικασία αυτή δεν τελεσφόρησε, γίνεται αναπλειστηριασμός κατά τις διατάξεις των επόμενων εδαφίων. Η επίσπευση του αναπλειστηριασμού γίνεται είτε με επιμέλεια του υπαλλήλου του πλειστηριασμού είτε από τον υπέρ ου ή από τον καθ’ ου η εκτέλεση ή από κάθε δανειστή που έχει αναγγελθεί με τίτλο εκτελεστό. Ο αναπλειστηριασμός επισπεύδεται με πράξη του υπαλλήλου του πλειστηριασμού ή με δήλωση προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού του υπέρ ου ή του καθ’ ου ή του δανειστή, για την οποία συντάσσεται πράξη. Περίληψη της πράξης, η οποία περιέχει και όσα πρέπει να περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της κατασχετήριας έκθεσης, δημοσιεύεται με επιμέλεια του υπαλλήλου του πλειστηριασμού στην Ιστοσελίδα Δημοσιεύσεων Πλειστηριασμών του Δελτίου Δικαστικών Δημοσιεύσεων του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων. Η διάταξη του άρθρου 959 παράγραφος 8 εφαρμόζεται αναλόγως και η σχετική προθεσμία υπολογίζεται αφότου συνταχθεί η πράξη. Ο αρχικός υπερθεματιστής, που δεν κατέβαλε το πλειστηρίασμα, δεν μπορεί να πλειοδοτήσει, δικαιούται όμως, έως ότου αρχίσει η πλειοδοσία, να καταβάλει το οφειλόμενο πλειστηρίασμα, με τον τόκο υπερημερίας, καθώς και τα έξοδα του αναπλειστηριασμού και να ζητήσει να του κατακυρωθεί το πράγμα.
6. Αν κατά τον αναπλειστηριασμό δεν επιτευχθεί το ίδιο πλειστηρίασμα, ο πρώτος υπερθεματιστής, που δεν κατέβαλε, ευθύνεται για τη διαφορά εντόκως, με το επιτόκιο υπερημερίας. Η εγγυοδοσία που είχε καταθέσει, με τους τυχόν τόκους της, καταλογίζεται στη διαφορά για την οποία ευθύνεται. Αν απομένει επιπλέον διαφορά, η έκθεση του αναπλειστηριασμού αποτελεί εναντίον του τίτλο εκτελεστό για τη συμπλήρωση. Αν έγιναν περισσότεροι αναπλειστηριασμοί, όλοι οι προηγούμενοι διαδοχικοί υπερθεματιστές, που δεν κατέβαλαν, εξακολουθούν να ευθύνονται εις ολόκληρον για την τυχόν διαφορά μεταξύ του αρχικού πλειστηριάσματος και του πλειστηριάσματος που τελικά επιτεύχθηκε και καταβλήθηκε, χωρίς όμως η ευθύνη του καθενός να υπερβαίνει το ποσόν της διαφοράς από τη δίκη του οφειλή. Οι εγγυοδοσίες που είχαν κατατεθεί από τους προηγούμενους διαδοχικούς υπερθεματιστές δεν επιστρέφονται έως ότου καταβληθεί το πλειστηρίασμα από τον τελικό υπερθεματιστή, προκειμένου να γίνει ο ως άνω καταλογισμός στην τυχόν διαφορά. Ο υπερθεματιστής που δεν κατέβαλε δεν δικαιούται, αν κατά τον αναπλειστηριασμό επιτεύχθηκε μεγαλύτερο πλειστηρίασμα, να απαιτήσει το επιπλέον.
7. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί, αν κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη, να ζητεί κατά τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού την επιβαλλόμενη από τις περιστάσεις συνδρομή και προστασία αστυνομικού οργάνου, στο οποίο παρέχει τις αναγκαίες οδηγίες και υποβάλλει αιτήματα για την τήρηση της τάξης και την αποκατάσταση της ομαλής διενέργειας και συνέχισης του πλειστηριασμού.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 9 – Άρθρο 965: Στην παράγραφο αυτή επαναλαμβάνεται ο κανόνας ότι δεν μπορούν να πλειοδοτήσουν περισσότεροι πλειοδότες από κοινού. Διευκρινίζεται ότι η αντίρρηση περί αποκλεισμού από την πλειοδοσία κάθε προσώπου εις βάρος του οποίου επισπεύδεται αναπλειστηριασμός πρέπει να είναι γραπτή. Επιπλέον, ορίζεται ως τρόπος καταβολής η μεταφορά πίστωσης (έμβασμα). Περαιτέρω, η ρύθμιση της παρ. 4 του άρθρου 965 εναρμονίζεται με αυτή του άρθρου 959 παράγραφος 13 ως προς την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να κατατεθεί εντόκως το πλειστηριασμό στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Επίσης, ορίζεται ότι αναλογούντες επί του πλειστηριάσματος τόκοι υπολογίζονται από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και αποδίδονται από κοινού με το πλειστηρίασμα με εντολή του επί του πλειστηριασμού υπαλλήλου, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων, που θα δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, καθορίζονται οι όροι και διαδικασίες και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια που αφορά την απόδοση του πλειστηριάσματος στους δικαιούχος, καθώς και άλλο ειδικότερο θέμα, που ανακύπτει από την εφαρμογή του παρόντος. Περαιτέρω, διορθώνεται η παραπομπή κατά τη νέα του εκδοχή άρθρο 959 παράγραφος 8. Τέλος, ορίζεται πλέον πιο αναλυτικά ότι ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί, αν κρίνει ότι υπάρχει ανάγκη, να ζητεί κατά τη διεξαγωγή του πλειστηριασμού την επιβαλλόμενη από τις περιστάσεις συνδρομή και προστασία αστυνομικού οργάνου, στο οποίο παρέχει τις αναγκαίες οδηγίες και υποβάλλει αιτήματα για την τήρηση της τάξης και την αποκατάσταση της ομαλής διενέργειας και συνέχισης του πλειστηριασμού.
—–
Διάταξη
10. Το άρθρο 966 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 966
1. Αν δεν παρουσιαστούν πλειοδότες ή δεν υποβληθούν προσφορές, το πράγμα που πλειστηριάζεται κατακυρώνεται στην τιμή της πρώτης προσφοράς σε εκείνον υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση, αν το ζητήσει. Αν δεν υποβληθεί αίτηση, γίνεται νέος πλειστηριασμός μέσα σε σαράντα ημέρες.
2. Αν στο νέο πλειστηριασμό δεν γίνει κατακύρωση, το αρμόδιο δικαστήριο του άρθρου 933 που δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, μπορεί να διατάξει να γίνει νέος πλειστηριασμός μέσα σε τριάντα ημέρες, με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς ή να επιτρέψει μέσα στην ίδια προθεσμία να πωληθεί ελεύθερα το πράγμα από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού σε εκείνον υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση ή σε τρίτον, με τίμημα που ορίζεται από το δικαστήριο, το οποίο μπορεί να ορίσει και να πληρωθεί με δόσεις μέρος του τιμήματος.
3. Αν και ο νέος πλειστηριασμός έμεινε χωρίς αποτέλεσμα ή δεν κατέστη δυνατή η ελεύθερη εκποίηση, το αρμόδιο δικαστήριο του άρθρου 933, που δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον μπορεί να άρει την κατάσχεση ή να διατάξει να γίνει αργότερα νέος πλειστηριασμός με την ίδια ή κατώτερη τιμή πρώτης προσφοράς.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 10 – Άρθρο 966: Η παράγραφος 1 του άρθρου 966 διαγράφεται, καθώς, σύμφωνα με το άρθρο 965, δεν επιτρέπεται να πλειοδοτήσουν περισσότεροι πλειοδότες από κοινού, οπότε δεν τίθεται ζήτημα εις ολόκληρον ευθύνης τους. Οι λοιπές παράγραφοι του άρθρου αναριθμούνται.
—–
Διάταξη
11. Στην παρ. 2 του άρθρο 969 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά τη λέξη «αναγγέλθηκαν» προστίθεται η φράση «καθώς και το τέλος χρήσης του ηλεκτρονικού συστήματος πλειστηριασμού».
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 11 – Άρθρο 969: Στην παράγραφο αυτή προστίθεται η αυτονόητη υποχρέωση καταβολής και του τέλους χρήσης προκειμένου εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση να έχει δικαίωμα, εφόσον εξοφλήσει, έως την κατακύρωση, τα έξοδα και τις απαιτήσεις εκείνου που τ333ην επισπεύδει και των άλλων δανειστών που έχουν τίτλο εκτελεστό και αναγγέλθηκαν, να αναλάβει τα πράγματα που πλειστηριάζονται.
—–
Διάταξη
12. Στην περ. β’ της παρ. 1 του άρθρο 972 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας η φράση «πέντε ημέρες (5) πριν από τον πλειστηριασμό» αντικαθίσταται από τη φράση «δέκα πέντε (15) ημέρες μετά τον πλειστηριασμό».
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 12 – Άρθρο 972: Με την παράγραφο αυτή μεταβάλλεται ο χρόνος αναγγελίας από πέντε ημέρες το αργότερο πριν τον πλειστηριασμό σε δεκαπέντε (15) ημέρες μετά τον πλειστηριασμό. Τούτο συμβαίνει διότι αφενός στην πράξη το μέτρο δεν λειτούργησε, αφετέρου δεδομένης της πιθανότητας μεταβολής του υπαλλήλου του πλειστηριασμού δημιουργείται ανασφάλεια ως προς τον τελικό τόπο επίδοσης.
—–
Διάταξη
13. Στο άρθρο 988 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται στην μεν παρ. 1 προτελευταίο εδάφιο στη δε παρ. 2 τελευταίο εδάφιο, ως εξής:
«Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης, αρμόδιος για τη διανομή μπορεί να οριστεί και συμβολαιογράφος διορισμένος στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 13 – Άρθρο 988: Στην παράγραφο αυτή επαναλαμβάνεται η παρέκκλιση του άρθρου 927, ώστε εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης, ως υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να οριστεί, τελικά, συμβολαιογράφος που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927.
—–
Διάταξη
14. Από το μεν δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 995 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας διαγράφεται η φράση «και την τυχόν διενέργεια αυτού με ηλεκτρονικά μέσα», η δε παρ. 6 του άρθρου 995 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας καταργείται.
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 14 – Άρθρο 995: Η συγκεκριμένη παράγραφος προσαρμόζεται στο δεδομένο ότι ο πλειστηριασμός διενεργείται αποκλειστικώς με ηλεκτρονικά μέσα και, για τον λόγο αυτό, η παράγραφος 6, η οποία δεν εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα και η οποία έχει προκαλέσει την εύλογη αντίδραση των δικαστικών επιμελητών ως οργάνων της εκτέλεσης, καταργείται.
—–
Διάταξη
15. Το άρθρο 998 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 998
1. Το κατασχεμένο ακίνητο πλειστηριάζεται με ηλεκτρονικά μέσα ενώπιον του συμβολαιογράφου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο. Εάν, για οποιονδήποτε λόγο, δεν είναι δυνατό να ορισθεί συμβολαιογράφος του τόπου εκτέλεσης (κατάσχεσης), το κατασχεμένο ακίνητο πλειστηριάζεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Το άρθρο 959 εφαρμόζεται και στον πλειστηριασμό ακινήτων.
2. Ο πλειστηριασμός δεν μπορεί να γίνει από την 1η έως και τις 31 Αυγούστου, καθώς και την προηγουμένη και την επομένη Τετάρτη της ημέρας των εκλογών για την ανάδειξη βουλευτών, αντιπροσώπων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και Οργάνων Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η απαγόρευση αυτή ισχύει και για τις επαναληπτικές εκλογές και μόνο για τις περιφέρειες που διεξάγονται τέτοιες.
3.& Η διάταξη της προηγούμενης παραγράφου σχετικά με την απαγόρευση πλειστηριασμού από την 1 η έως και τις 31 Αυγούστου δεν εφαρμόζεται, όταν πρόκειται για πλοία και αεροσκάφη.
4. Αν τα κατασχεμένα πράγματα βρίσκονται στην περιφέρεια περισσότερων ειρηνοδικείων, ο πλειστηριασμός διενεργείται, κατ’ επιλογή του επισπεύδοντος, στην περιφέρεια οποιουδήποτε εκ των άνω ειρηνοδικείων. Εάν ο πλειστηριασμός μπορεί να γίνει ηλεκτρονικά σε μία μόνο από αυτές, επιλέγεται υποχρεωτικά η περιφέρεια του συγκεκριμένου ειρηνοδικείου, και, αν για οποιονδήποτε λόγο, δεν μπορεί να διενεργηθεί σε καμία από αυτές, τότε επιλέγεται η περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Αρμόδιο για την επίλυση των διαφορών που αναφύονται από τη διενέργεια του πλειστηριασμού είναι το δικαστήριο του τόπου εκτέλεσης.
5. Ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον, το δικαστήριο του άρθρου 933, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να διατάξει να γίνει ταυτόχρονα η πώληση του κατασχεμένου ακινήτου, ολόκληρου ή τμηματικά, με βάση σχεδιάγραμμα ή σχέδιο μηχανικού ή γεωμέτρηση, που υποβάλλεται μαζί με την αίτηση. Στην περίπτωση αυτή η κατακύρωση τότε μόνο γίνεται τμηματικά σε όποιους πλειοδοτούν τμηματικά, όταν το σύνολο των προσφορών τους είναι μεγαλύτερο από την τιμή που προσφέρεται για να πωληθεί συνολικά.
6. Μετά από αίτηση του οφειλέτη, το δικαστήριο του άρθρου 933, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να επιτρέψει να πωληθεί ελεύθερα το ακίνητο με τίμημα το οποίο ορίζεται από το δικαστήριο. Η πώληση αυτή γίνεται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού το αργότερο δέκα (10) ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό με ταυτόχρονη εξόφληση του τιμήματος. Αν η πώληση δεν πραγματοποιηθεί κατά το προηγούμενο εδάφιο, ο πλειστηριασμός διεξάγεται κατά την ορισθείσα ημερομηνία.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 15 – Άρθρο 998: Η παράγραφος αυτή προσαρμόζεται στην παρέκκλιση του άρθρου 927, ορίζοντας ότι το κατασχεμένο ακίνητο πλειστηριάζεται με ηλεκτρονικά μέσα από τον συμβολαιογράφο της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο ή από συμβολαιογράφο που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927. Επίσης, πλέον το άρθρο 959, όχι το 959 Α, το οποίο καταργήθηκε, εφαρμόζεται και στον πλειστηριασμό ακινήτων. Περαιτέρω, προβλέπεται, σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση του άρθρου 927, ότι αν το ακίνητο βρίσκεται σε περιφέρειες περισσότερων ειρηνοδικείων, ο πλειστηριασμός γίνεται κατά την επιλογή όποιου επισπεύδει σε συμβολαιογράφο οποιουδήποτε ειρηνοδικείου ή σε συμβολαιογράφο της πρωτεύουσας του κράτους, με τις διαλαμβανόμενες εκεί προϋποθέσεις.
—–
Διάταξη
16. Το άρθρο 998Α του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας καταργείται.
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 16 – Άρθρο 998Α: Το συγκεκριμένο άρθρο καταργείται.
—–
Διάταξη
17. Το άρθρο 1001 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 1001
Αν με την ίδια έκθεση κατασχέθηκαν περισσότερα ακίνητα που βρίσκονται στην ίδια περιφέρεια, αυτά πλειστηριάζονται χωριστά την ίδια ημέρα. Εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση, εφόσον το επιθυμεί, ορίζει εγγράφως προς τον υπάλληλο του πλειστηριασμού τη σειρά με την οποία θα κατακυρώνονται τα κατασχεμένα πράγματα, το αργότερο δύο (2) ημέρες πριν τη διενέργεια του πλειστηριασμού. Ο υπάλληλος του πλειστηριασμού δύναται να ορίσει ο ίδιος, σε περίπτωση μη έγγραφης ειδοποιήσεως του καθ’ ου η εκτέλεση, τη σειρά κατακύρωσης. Από τη στιγμή που το πλειστηρίασμα καλύψει το ποσό της απαίτησης εκείνου υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν, καθώς και τα έξοδα της εκτέλεσης, δεν γίνεται κατακύρωση για τα λοιπά κατασχεθέντα ακίνητα και δεν συντάσσεται ως προς αυτά έκθεση πλειστηριασμού και κατακύρωσης.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 17 – Άρθρο 1001: Στο πνεύμα της τροποποίησης του άρθρου 964, η παράγραφος αυτή ορίζει ότι από τη στιγμή που το πλειστηριασμό καλύψει το ποσό της απαίτησης εκείνου υπέρ του οποίου έγινε η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν, καθώς και τα έξοδα της εκτέλεσης, δεν γίνεται κατακύρωση για τα λοιπά κατασχεθέντα ακίνητα και δεν συντάσσεται ως προς αυτά έκθεση πλειστηριασμού και κατακύρωσης. Περαιτέρω, προβλέπεται δυνατότητα εκείνου κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση να ορίσει εγγράφως τη σειρά κατακύρωσης των πραγμάτων.
—–
Διάταξη
18. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 1002 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά τη λέξη «έξοδα» προστίθεται η φράση «και το τέλος χρήσης του ηλεκτρονικού συστήματος πλειστηριασμού.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 18 – Άρθρο 1002: Στο πνεύμα της τροποποίησης του άρθρου 969, με τη συγκεκριμένη παράγραφο ορίζεται ότι, έως την κατακύρωση, εκείνος κατά του οποίου στρέφεται η εκτέλεση έχει δικαίωμα να εξοφλήσει τις απαιτήσεις εκείνου υπέρ του οποίου γίνεται η εκτέλεση και των δανειστών που αναγγέλθηκαν, καθώς και τα έξοδα και το τέλος χρήσης. Στην περίπτωση αυτή ο πλειστηριασμός ματαιώνεται και αίρεται η κατάσχεση.
—–
Διάταξη
19. Το άρθρο 1004 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Στον πλειστηριασμό ακινήτων ο υπερθεματιστής έχει υποχρέωση να καταβάλει στον ειδικό τραπεζικό επαγγελματικό λογαριασμό του υπαλλήλου του πλειστηριασμού το πλειστηρίασμα και το τέλος χρήσης το αργότερο τη δέκατη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό. Ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο τη δωδέκατη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό, να καταθέσει το πλειστηρίασμα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Η κατάθεση του πλειστηριάσματος είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του. Εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας από την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού αποδίδει το τέλος χρήσης στον οικείο συμβολαιογραφικό σύλλογο του οποίου αυτός είναι μέλος. Εντός τριών (3) εργασίμων ημερών, μέρος του ανωτέρω ποσού, το οποίο καθορίζεται με την απόφαση της παραγράφου 14 του άρθρου 959, αποδίδεται από τον Συμβολαιογραφικό Σύλλογο στο ΤΑ.Χ.ΔΙΚ.
2. Αν ο υπερθεματιστής είναι ενυπόθηκος δανειστής, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού μπορεί να επιτρέψει να μην καταβάλει το ποσό του πλείστη μιάσματος που αναλογεί στην ενυπόθηκη απαίτησή του ή μέρος του ποσού αυτού, ώσπου να γίνει η οριστική κατάταξη, με εγγύηση ή και χωρίς εγγύηση. Κατά τα λοιπά και σε ό,τι αφορά την κατάθεση του πλειστηριάσματος στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και τον υπολογισμό της τοκοδοσίας εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 965 παρ. 4, με εξαίρεση όσα ρυθμίζονται ειδικά στην παρούσα διάταξη.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 19 – Άρθρο 1004: Στην παράγραφο αυτή, ορίζεται, μεταξύ άλλων, η υποχρέωση του υπερθεματιστή να καταβάλει στον ειδικό τραπεζικό επαγγελματικό λογαριασμό του υπαλλήλου του πλειστηριασμού το πλειστηριασμό και το τέλος χρήσης το αργότερο τη δέκατη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό. Επίσης, προβλέπεται ότι ο υπάλληλος του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού οφείλει, το αργότερο τη δωδέκατη εργάσιμη ημέρα από τον πλειστηριασμό, να καταθέσει το πλειστηρίασμα στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Η κατάθεση του πλειστηριάσματος είναι ακατάσχετη, δεν εμπίπτει στην πτωχευτική περιουσία και δεν υπόκειται στις δεσμεύσεις που επιβάλλει το Δημόσιο για τη διασφάλιση των συμφερόντων του. Εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας από την παρέλευση της ανωτέρω προθεσμίας, ο υπάλληλος του πλειστηριασμού αποδίδει το τέλος χρήσης στον οικείο συμβολαιογραφικό σύλλογο του οποίου αυτός είναι μέλος. Τέλος, προβλέπεται ότι κατά τα λοιπά και σε ό,τι αφορά την κατάθεση του πλειστηριάσματος στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων και τον υπολογισμό της τοκοδοσίας εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 965 παρ. 4, με εξαίρεση όσα ρυθμίζονται ειδικά στην παρούσα διάταξη.
—–
Διάταξη
20. Στην παρ. 1 του άρθρου 1012 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας μετά το πρώτο εδάφιο προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να οριστεί συμβολαιογράφος του τόπου της κατάσχεσης, ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 20 – Άρθρο 1012: Η παράγραφος αυτή προσαρμόζεται στην παρέκκλιση του άρθρου 927, και, για τον λόγο αυτό, προστίθεται ως δεύτερο εδάφιο διασφαλίζοντας ότι, εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να οριστεί συμβολαιογράφος του τόπου της κατάσχεσης, ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927.
—–
Διάταξη
21. Στην παρ. 1 του άρθρου 1015 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να οριστεί συμβολαιογράφος του τόπου της κατάσχεσης, ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 21 – Άρθρο 1015: Με την παράγραφο αυτή γίνεται προσαρμογή στην παρέκκλιση του άρθρου 927, και για τον λόγο αυτό προστίθεται ως δεύτερο εδάφιο διασφαλίζοντας ότι εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να οριστεί συμβολαιογράφος του τόπου της κατάσχεσης, ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927.
—–
Διάταξη
22. Το άρθρο 1021 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Όταν σύμφωνα με διάταξη νόμου ή με δικαστική απόφαση ή με συμφωνία των μερών γίνεται εκούσιος πλειστηριασμός ενώπιον συμβολαιογράφου, η διαδικασία αρχίζει με έκθεση περιγραφής, η οποία συντάσσεται από δικαστικό επιμελητή και περιέχει όσα ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 955, αν πρόκειται για κινητό, ή του άρθρου 995, αν πρόκειται για ακίνητο. Ο εκούσιος πλειστηριασμός πραγματοποιείται με τη διαδικασία είτε του άρθρου 959, αν πρόκειται για κινητό, είτε του άρθρου 998, αν πρόκειται για ακίνητο. Περαιτέρω, εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις των άρθρων 954 παράγραφος 4, 955 παράγραφοι 1 και 2 εδάφιο β’, 965, 966, 967, 969 παράγραφος 1, 995 παράγραφος 4 εδάφιο β’ , 1002, 1003 παράγραφοι 1, 2 και 4, 1004, 1005 παράγραφοι 1 και 2 και 1010. Ο εκούσιος πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το κινητό ή το ακίνητο. Εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να οριστεί συμβολαιογράφος της περιφέρειας όπου βρίσκεται το κινητό ή το ακίνητο, ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου στην περιφέρεια του συμβολαιογραφικού συλλόγου του τόπου εκτέλεσης ή, αν και αυτό δεν είναι δυνατό, του συμβολαιογραφικού συλλόγου της πρωτεύουσας του κράτους. Σε περίπτωση διενέργειας εκούσιου πλειστηριασμού με τη διαδικασία του άρθρου 959, με συμφωνία των μερών ή με απόφαση του ειρηνοδικείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το πράγμα ή το ακίνητο, η οποία εκδίδεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί, αν το ζητήσει οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, να οριστεί άλλος τόπος πλειστηριασμού.»
Αιτιολογική έκθεση
Παρ. 22 – Άρθρο 1021: Με την παράγραφο αυτή τίθεται ως δεύτερο εδάφιο η διευκρίνιση ότι ο εκούσιος πλειστηριασμός πραγματοποιείται με τη διαδικασία είτε του άρθρου 959, αν πρόκειται για κινητό, είτε του άρθρου 998, αν πρόκειται για ακίνητο. Επίσης, το άρθρο προσαρμόζεται προς την παρέκκλιση του άρθρου 927 και προστίθεται ότι πέμπτο εδάφιο διασφαλίζοντας ότι εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν είναι δυνατό να οριστεί συμβολαιογράφος της περιφέρειας όπου βρίσκεται το κινητό ή το ακίνητο, ο πλειστηριασμός γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου διορισμένου που έχει την έδρα του σε άλλη περιφέρεια σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 927.
Σημείωση: Βλέπε και άρθρα 208 και 209