Εγκύκλιο με την οποία κοινοποιεί, στις αρμόδιες υπηρεσίες της, τις αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία δυο χρόνια στον Πτωχευτικό Κώδικα, εξέδωσε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων. Εκτός από την κοινοποίηση στις εφορίες των διατάξεων που άλλαξαν στη πτωχευτική διαδικασίας, παρέχονται οδηγίες για την ορθή εφαρμογή των νέων διατάξεων από τη φορολογική διοίκηση.
Αναλυτικά η εγκύκλιος έχει ως εξής:
“Με το ανωτέρω υπ’ αριθ. 1 σχετικό έγγραφο της Υπηρεσίας μας κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις του πρώτου μέρους (άρ. 1-13) του ν. 4446/2016 (Α’ 240/22-12-2016), με τις οποίες επήλθαν εκτεταμένες τροποποιήσεις στις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007, εφεξής ΠτΚ), που διέπουν τόσο τη διαδικασία της πτώχευσης όσο και την προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης (άρ. 99 έως 106στ ΠτΚ) και καταργήθηκε η διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης σε λειτουργία (άρ. 106ια ΠτΚ). Οι τροποποιήσεις που επήλθαν στον ΠτΚ με τον ν. 4446/2016 συμπληρώθηκαν με τα άρθρα 14 και 15 του ν. 4491/2017 (Α’152/13-10-2017), οι διατάξεις των οποίων κοινοποιήθηκαν με το υπ’ αριθ. 2 σχετικό έγγραφο της Υπηρεσίας μας. Περαιτέρω, με το άρθρο 62 του ν. 4472/2017 (Α’74/19-5-2017), οι διατάξεις του οποίου επισυνάπτονται στην παρούσα, αντικαταστάθηκε εξ ολοκλήρου το ένατο κεφάλαιο του ΠτΚ (πρώην άρθρα 162 και 163 ΠτΚ), που ρύθμιζε την “Απλοποιημένη Διαδικασία επί Πτωχεύσεων Μικρού Αντικειμένου”, η οποία μετονομάστηκε σε “Απλοποιημένη Διαδικασία Πτωχεύσεων Μικρών Επιχειρήσεων”. Τέλος, με το άρθρο 177 του ν. 4512/2018 (Α’5/17-1-2018), που κοινοποιήθηκε με την υπ’ αριθ. 3 σχετική εγκύκλιο, προστέθηκε στον ΠτΚ νέο άρθρο 156Α.
Στην παρούσα εγκύκλιο παρατίθενται οι βασικές μεταβολές που επήλθαν στη διαδικασία της πτώχευσης με τους ν. 4446/2016, ν. 4472/2017, ν. 4491/2017 και ν. 4512/2018 και ενδιαφέρουν άμεσα το Δημόσιο ως πιστωτή που συμμετέχει στην εν λόγω διαδικασία και παρέχονται οδηγίες για την ορθή και ενιαία εφαρμογή των νέων διατάξεων από τη Φορολογική Διοίκηση.
I. Έναρξη ισχύος των νέων διατάξεων
1. α) Οι νέες διατάξεις του ΠτΚ, όπως τροποποιήθηκαν με τον ν. 4446/2016, ισχύουν επί διαδικασιών πτώχευσης που αρχίζουν, δηλαδή η σχετική αίτηση πτώχευσης κατατίθεται, μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου (βλ. περ. β της παρ. 2 του άρ. 13 του ν. 4446/2016, σε συνδυασμό με την παρ. 1 του ίδιου άρθρου), δηλαδή από 22/12/2016 (βλ. άρ. 129 του νόμου). Σε διαδικασίες πτώχευσης που ήταν ήδη εκκρεμείς κατά την ανωτέρω ημερομηνία εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις του ΠτΚ, ως είχαν πριν από την τροποποίησή τους με το ν. 4446/2016 (βλ. περ. δ τηςπαρ. 1 του άρ. 13 του νόμου). Ομοίως, από 22/12/2016 ισχύει η διάταξη της παρ. 4 του άρ. 6 του ν. 4446/2016, με την οποία καταργήθηκε το άρ. 106ια του ΠτΚ, που ρύθμιζε τη διαδικασία της ειδικής εκκαθάρισης σε λειτουργία. Οι διατάξεις του άρθρου αυτού εξακολουθούν να ισχύουν και να εφαρμόζονται επί εκκρεμών διαδικασιών.
β) Κατ’ εξαίρεση:
i. Σύμφωνα με την περ. α της παρ. 2 του άρ. 13 του ν. 4446/2016, οι νέες διατάξεις των άρ. 167, 168 και 169 ΠτΚ (ενδέκατο κεφάλαιο του ΠτΚ), που ρυθμίζουν τη δυνατότητα απαλλαγής του οφειλέτη φυσικού προσώπου από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του, σε αντικατάσταση των διατάξεων που ρύθμιζαν το θεσμό της πτωχευτικής αποκατάστασης, ισχύουν και για τις διαδικασίες πτώχευσης που ήταν ήδη εκκρεμείς κατά την 22α/12/2016 (βλ. κατωτέρω στο κεφάλαιο II 1). Το ίδιο ορίζεται και για τη διάταξη της παρ. 5 του άρ. 84 ΠτΚ, που προβλέπει τη δυνατότητα εκ νέου σύγκλησης συνέλευσης πτωχευτικών πιστωτών σχετικά με τον τρόπο εξακολούθησης των εργασιών της πτώχευσης με σκοπό την τροποποίηση της προηγουμένως ληφθείσας σχετικής απόφασης (βλ. κατωτέρω στο κεφάλαιο II 11).
ii. Ειδική πρόβλεψη έχει τεθεί για τις νέες διατάξεις του άρ. 156 του ΠτΚ, που ρυθμίζουν τον τρόπο διανομής του προϊόντος ρευστοποίησης της πτωχευτικής περιουσίας στους πιστωτές, σε περίπτωση συρροής προνομίων (βλ. κατωτέρω στο κεφάλαιο II 2): Σύμφωνα με την περ. γ της παρ. 2 του άρ. 13 του ν. 4446/2016, όπως αντικαταστάθηκε-διορθώθηκε με την παρ. 2 του άρ. 15 του ν. 4491/2017, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται στις διαδικασίες πτώχευσης που κηρύσσονται κατόπιν αιτήσεων που κατατίθενται από 19/8/2015 και μετά, δηλαδή έχουν το ίδιο πεδίο εφαρμογής με τις διατάξεις του άρθρου 154 ΠτΚ περί γενικών προνομίων στην πτώχευση, όπως είχε αντικατασταθεί με τον ν. 4336/2015 (βλ. ΠΟΛ.1066/1.6.2016). Επισημαίνεται ότι το άρ. 156 ΠτΚ εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των περιπτώσεων εφαρμογής του άρ. 156Α ΠτΚ, που προστέθηκε με τον ν. 4512/2018.
iii. Τέλος, με ειδικό τρόπο ρυθμίζεται η έναρξη ισχύος των νέων διατάξεων των άρ. 63, 64, 80 και 81 παρ. 3 του ΠτΚ σχετικά με το σύνδικο της πτώχευσης (βλ. κατωτέρω στο κεφάλαιο II 9).
2. Όσον αφορά τις νέες διατάξεις του ένατου κεφαλαίου (άρ. 162 έως και 163γ) του ΠτΚ, όπως αντικαταστάθηκαν με τον ν. 4472/2017, οι οποίες ρυθμίζουν την απλοποιημένη διαδικασία πτωχεύσεων μικρών επιχειρήσεων (βλ. κατωτέρω στο κεφάλαιο II 3), επισημαίνεται ότι αυτές έχουν εφαρμογή σε όλες τις πτωχεύσεις που κηρύσσονται, δηλαδή η πτωχευτική απόφαση εκδίδεται, μετά την έναρξη ισχύος του ανωτέρω νόμου, δηλαδή από 19/5/2017 (βλ. παρ. 3 του άρ. 62 σε συνδυασμό με το άρ. 164 του ν. 4472/2017).
3. Οι τροποποιήσεις που επήλθαν με τις παρ. 1, 2 και 10 του άρ. 14 του ν. 4491/2017 στα άρ. 4, 8 και 171 ΠτΚ, αντίστοιχα, εφαρμόζονται σε διαδικασίες πτώχευσης που αρχίζουν, δηλαδή η σχετική αίτηση κατατίθεται, από 13/10/2017 (έναρξη ισχύος του ν. 4491/2017, σύμφωνα με το άρ. 31 αυτού).
4. Τέλος, το άρ. 156Α ΠτΚ περί κατάταξης απαιτήσεων εφαρμόζεται μετά την έναρξη ισχύος του ν. 4512/2018, ήτοι από 17/1/2018, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παρ. 1 αυτού.
II. Βασικές μεταβολές στη διαδικασία πτώχευσης
1. Δυνατότητα απαλλαγής του πτωχεύσαντος φυσικού προσώπου από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του (άρ. 167 έως και 169 ΠτΚ)
α) Εισαγωγικά: Με τα νέα άρ. 168 και 169 ΠτΚ, όπως αντικαταστάθηκαν με τον ν. 4446/2016, ρυθμίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για την “απαλλαγή του οφειλέτη φυσικού προσώπου”. Με τη θέσπιση της νέας αυτής διαδικασίας, που προβλέπεται μόνο για πτωχεύσαντες φυσικά πρόσωπα, παρέχεται στον οφειλέτη η δυνατότητα απαλλαγής του, με απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου που εκδίδεται κατόπιν σχετικής αίτησής του, από το υπόλοιπο των απαιτήσεων των πιστωτών του που δεν ικανοποιήθηκε από την πτωχευτική περιουσία. Ταυτόχρονα, καταργήθηκε η προϊσχύουσα σχετικού περιεχομένου διάταξη του αρ. 170α ΠτΚ περί αυτοδίκαιης απαλλαγής, που είχε θεσπιστεί με τον ν. 4336/2015(βλ. ΠΟΛ.1066/1.6.2016).
β) Πεδίο ισχύος: Όπως έχει ήδη επισημανθεί, οι διατάξεις του νέου ενδέκατου κεφαλαίου (άρ. 167-169) του ΠτΚ, με τίτλο “Η απαλλαγή του οφειλέτη φυσικού προσώπου”, ισχύουν όχι μόνο για τις διαδικασίες πτώχευσης που αρχίζουν, δηλαδή η σχετική αίτηση κατατίθεται, από 22/12/2016, αλλά και για τις διαδικασίες πτώχευσης που εκκρεμούσαν κατά την ανωτέρω ημερομηνία, δηλαδή δεν είχαν ήδη περατωθεί στις 22/12/2016.
γ) Αίτηση & προϋποθέσεις απαλλαγής: Ειδικότερα, για την απαλλαγή του πτωχεύσαντος φυσικού προσώπου απαιτείται σχετική αίτηση αυτού προς το πτωχευτικό δικαστήριο, η οποία υποβάλλεται, σύμφωνα με το άρ. 168 ΠτΚ, έως την περάτωση της πτώχευσης, εφόσον έχουν παρέλθει δύο έτη από την κήρυξη αυτής, ή και νωρίτερα, σε περίπτωση που επίκειται περάτωση της πτώχευσης πριν από την πάροδο διετίας από την κήρυξη αυτής. Σύμφωνα με το άρ. 169 ΠτΚ, προϋπόθεση για την αποδοχή της αίτησης από το δικαστήριο και την απαλλαγή του αιτούντος είναι να κριθεί αυτός ως συγγνωστός σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρ. 167 του ΠτΚ, δηλαδή να πληροί τις προβλεπόμενες σε αυτό προϋποθέσεις, όπως διαμορφώθηκαν μετά την αντικατάσταση του εν λόγω άρθρου με τον ν. 4446/2016. Η διάταξη της απόφασης περί κηρύξεως του οφειλέτη συγγνωστού σημειώνεται στο Μητρώο Πτωχεύσεων και το Γενικό Εμπορικό Μητρώο – Γ.Ε.ΜΗ. (βλ. την παρ. 4 του άρ. 167 ΠτΚ), προβλέπεται δε δυνατότητα ανάκλησης της σχετικής απόφασης, αν επέλθει μεταβολή πραγμάτων που δικαιολογεί την ανάκληση (βλ. παρ. 1 του άρ. 167 ΠτΚ).
Επισημαίνεται όμως εκ νέου ότι η απαλλαγή του οφειλέτη δεν επέρχεται αυτοδικαίως με μόνη την κήρυξή του ως συγγνωστού, αλλά απαιτείται, όπως προαναφέρθηκε, υποβολή από τον οφειλέτη αίτησης απαλλαγής και αποδοχή αυτής από το δικαστήριο με ρητή διάταξη στο διατακτικό της οικείας δικαστικής απόφασης.
δ) Έκταση απαλλαγής: Σύμφωνα με το νόμο, σε περίπτωση αποδοχής της αίτησης του οφειλέτη, κατά τα ανωτέρω, το πτωχευτικό δικαστήριο τον απαλλάσσει πλήρως από το υπόλοιπο των απαιτήσεων των πιστωτών του που δεν ικανοποιήθηκε από την πτωχευτική περιουσία, δηλαδή από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του, που παρέμεινε ανείσπρακτο έως την περάτωση της πτωχευτικής διαδικασίας με οποιονδήποτε τρόπο κατ’ άρ. 164 ΠτΚ (π.χ. με εκποίηση όλων των στοιχείων του ενεργητικού, με κήρυξη της παύσης των εργασιών αυτής, με αυτοδίκαιη περάτωση κ.ο.κ.). Από την απαλλαγή εξαιρούνται μόνο τυχόν οφειλές του πτωχεύσαντος που δημιουργήθηκαν από αδίκημα που τελέσθηκε με δόλο ή βαρεία αμέλεια.
Σε κάθε περίπτωση, για τον εντοπισμό από τη Φορολογική Διοίκηση των οφειλών από τις οποίες απαλλάσσεται ο πτωχός οφειλέτης, καθοριστικό είναι το συγκεκριμένο περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης που διατάσσει την απαλλαγή.
Το τελικό ποσό από το οποίο απαλλάσσεται ο οφειλέτης προσδιορίζεται κατά το χρόνο περάτωσης της πτώχευσης (βλ. σχετικά την αιτιολογική έκθεση του ν. 4446/2016 επί του άρ. 169 ΠτΚ). Αν π.χ. η πτώχευση περατωθεί λόγω εκποίησης όλων των στοιχείων του ενεργητικού της, ο οφειλέτης απαλλάσσεται κατά το ποσό των απαιτήσεων των πιστωτών που δεν ικανοποιήθηκε με τον πίνακα διανομής. Η διάταξη περί απαλλαγής ενδέχεται βέβαια και να συμπίπτει χρονικά με την περάτωση της πτώχευσης, όταν περιλαμβάνεται στην απόφαση με την οποία κηρύσσεται η παύση των εργασιών της πτώχευσης (βλ. παρ. 1 του άρ. 166 ΠτΚ), με την οποία επίσης κηρύσσεται ο οφειλέτης συγγνωστός (βλ. παρ. 2 του άρ. 167 ΠτΚ), δεδομένου ότι μετά πάροδο μηνός από τη δημοσίευση της ανωτέρω απόφασης η πτώχευση περατώνεται (βλ. παρ. 2 του άρ. 166 ΠτΚ).
Ακολούθως, σε περίπτωση απαλλαγής του πτωχεύσαντος φυσικού προσώπου από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του, το Δημόσιο, όπως και κάθε πτωχευτικός πιστωτής, δεν αναλαμβάνει τις ατομικές διώξεις σε βάρος του οφειλέτη για την είσπραξη αυτών (βλ. σχετική τροποποίηση της παρ. 2 του άρ. 166 ΠτΚ). Σε όλες τις λοιπές περιπτώσεις, το Δημόσιο μπορεί μετά την περάτωση της πτώχευσης, όπως και κάθε άλλος πιστωτής, να επιδιώξει την είσπραξη των απαιτήσεών του που δεν ικανοποιήθηκαν στο πλαίσιο της πτωχευτικής διαδικασίας με όλα τα μέσα είσπραξης που διαθέτει έναντι κάθε κοινού οφειλέτη και μάλιστα σε βάρος όλης της περιουσίας αυτού, δεδομένου ότι με την περάτωση της πτώχευσης παύει πλέον η διάκριση μεταξύ πτωχευτικής-μεταπτωχευτικής περιουσίας και πτωχευτικών-μεταπτωχευτικών χρεών. Υπενθυμίζεται ότι η αναγγελία των απαιτήσεων του Δημοσίου στην πτώχευση διακόπτει την προθεσμία παραγραφής αυτών, η οποία αρχίζει εκ νέου από το χρονικό σημείο περάτωσης της πτώχευσης (βλ. ΠΟΛ.1154/12.10.2016).
Κατόπιν των ανωτέρω, εφιστάται η προσοχή στις αρμόδιες Υπηρεσίες της Φορολογικής Διοίκησης, όπως ελέγχουν, αν στο διατακτικό των δικαστικών αποφάσεων που εκδίδονται από 22/12/2016 και εφεξής στο πλαίσιο πτωχεύσεων φυσικών προσώπων που διέπονται από τις διατάξεις του ΠτΚ (δηλαδή η σχετική αίτηση πτώχευσης υποβλήθηκε από 16/9/2007 και μετά) και γνωστοποιούνται στη Φορολογική Διοίκηση με οποιονδήποτε τρόπο περιλαμβάνονται διατάξεις περί απαλλαγής του πτωχεύσαντος φυσικού προσώπου από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του (π.χ. σε αποφάσεις που κηρύσσουν την παύση εργασιών της πτώχευσης φυσικού προσώπου).
Επισημαίνεται ότι στις πτωχεύσεις φυσικών προσώπων, κατά τα ανωτέρω, συμπεριλαμβάνονται και οι πτωχεύσεις ομόρρυθμων εταίρων που συμπτώχευσαν με την ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία στην οποία συμμετείχαν, σύμφωνα με την παρ. 4 του άρ. 7 ΠτΚ (βλ. ΠΠρΘεσ 9526/2017). Όπως είναι ευνόητο, ζήτημα απαλλαγής δεν τίθεται για μέλη ή διοικητές πτωχευσάντων νομικών προσώπων, οι οποίοι ευθύνονται αλληλεγγύως για οφειλές του ν.π. κατά τις κείμενες διατάξεις (άρ. 50 ν. 4174/2013) και δεν έχουν συμπτωχεύσει με το ν.π. ούτε έχουν πτωχεύσει ατομικά, καθώς τα πρόσωπα αυτά δεν έχουν την ιδιότητα του πτωχού.
ε) Άπαξ απαλλαγή: Σύμφωνα με την παρ. 4 του άρ. 169 ΠτΚ, σε περίπτωση περισσότερων διαδοχικών πτωχεύσεων του ίδιου φυσικού προσώπου, απαλλαγή αυτού κατά τη διαδικασία των άρ. 168-169 ΠτΚ μπορεί να διαταχθεί μόνο μία φορά. Νεώτερη απαλλαγή είναι δυνατή μόνο με βάση σχέδιο αναδιοργάνωσης κατ’ άρ. 107 επ. ΠτΚ. Επισημαίνεται ότι σε περίπτωση σχεδίου αναδιοργάνωσης, για την απαλλαγή του οφειλέτη από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του, δηλαδή από το ποσό κατά το οποίο προβλέπεται περιορισμός των οφειλών του βάσει του σχεδίου, δεν απαιτείται ειδική δικαστική απόφαση περί απαλλαγής, αλλά μόνο η τελεσίδικη δικαστική επικύρωση του σχεδίου, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά σε αυτό (βλ. παρ. 3 του άρ. 169 ΠτΚ).
στ) Κατάργηση του θεσμού της πτωχευτικής αποκατάστασης: Τέλος, επισημαίνεται ότι το νέο ενδέκατο κεφάλαιο του ΠτΚ περί απαλλαγής αντικατέστησε εξ ολοκλήρου το προϊσχύον ενδέκατο κεφάλαιο του ΠτΚ (άρ. 168-170α) που ρύθμιζε το θεσμό της πτωχευτικής αποκατάστασης (βλ. σχετικά ΠΟΛ.1050/30.4.2010, κεφάλαιο XII και III περ. 17).
Αντιστοίχως, η προβλεπόμενη ως συνέπεια της πτωχευτικής αποκατάστασης (στην παρ. 2 του προϊσχύοντος άρ. 170 ΠτΚ) παύση των στερήσεων από δικαιώματα προσωπικής φύσης, που επιφέρει η κήρυξη της πτώχευσης κατ’ άρ. 15 ΠτΚ, προβλέπεται πλέον ως συνέπεια της κήρυξης του οφειλέτη συγγνωστού (βλ. παρ. 4 του άρ. 167 ΠτΚ).
Επιπροσθέτως, συμπληρώθηκε το περιεχόμενο του άρ. 164 ΠτΚ, που προβλέπει τους λόγους περάτωσης της πτώχευσης, με τη μεταφορά στο άρθρο αυτό, κατόπιν της αναγκαίας προσαρμογής, διατάξεων περί περάτωσης που περιλαμβάνονταν στο καταργηθέν κεφάλαιο περί πτωχευτικής αποκατάστασης. Συγκεκριμένα, η παρ. 1 του άρ. 164 ΠτΚ συμπληρώθηκε με την περίπτωση περάτωσης πτώχευσης λόγω εξόφλησης όλων των πτωχευτικών πιστωτών κατά το κεφάλαιο και τόκους μέχρι την κήρυξη της πτώχευσης, η οποία προβλεπόταν ως λόγος τόσο πτωχευτικής αποκατάστασης του οφειλέτη όσο και περάτωσης της πτώχευσης (βλ. περ. β της παρ. 1 του προϊσχύοντος άρ. 168 ΠτΚ σε συνδυασμό με την παρ. 4 του προϊσχύοντος άρ. 170 ΠτΚ, ΠΟΛ.1050/30.4.2010, κεφάλαιο XII). Επιπλέον, στη νέα παρ. 2 του άρ. 164 ΠτΚ προβλέπεται ότι η περάτωση της πτώχευσης νομικού προσώπου λόγω τελεσίδικης επικύρωσης σχεδίου αναδιοργάνωσης ή λόγω εξόφλησης όλων των πτωχευτικών πιστωτών, κατά τα προαναφερθέντα, αποτελεί λόγο αναβίωσης του νομικού προσώπου (το οποίο είχε λυθεί με την κήρυξη της πτώχευσης βάσει της παρ. 1 του άρ. 96 ΠτΚ), τηρουμένων των διατάξεων του εταιρικού δικαίου (βλ. και κατωτέρω στο κεφάλαιο II 7 ζ i).
Επισημαίνεται ότι ο θεσμός της πτωχευτικής αποκατάστασης εξακολουθεί να εφαρμόζεται σε πτωχεύσεις που δεν διέπονται από τον ΠτΚ (ν. 3588/2007) αλλά από το προϊσχύον πτωχευτικό δίκαιο, δηλαδή έχουν κηρυχθεί βάσει αιτήσεων που υποβλήθηκαν έως τις 16/9/2007 (βλ. ΠΟΛ.1050/30.4.2010, κεφάλαιο I), οπότε εφαρμόζονται οι σχετικές προϊσχύουσες διατάξεις των άρ. 14-18 του α.ν. 635/1937.
ζ) Τροποποίηση του άρ. 165 ΠτΚ περί της λογοδοσίας του συνδίκου: Τέλος, σημειώνεται ότι μετά την αντικατάσταση του άρ. 165 ΠτΚ, το συγγνωστό ή μη του οφειλέτη δεν αποτελεί πλέον αντικείμενο γνωμοδότησης των πιστωτών στο πλαίσιο της συνέλευσης του άρθρου 165 ΠτΚ περί της λογοδοσίας του συνδίκου, η οποία λαμβάνει χώρα μετά την περάτωση της πτώχευσης, δεδομένου ότι το συγγνωστό αποτελεί, όπως προαναφέρθηκε, την προϋπόθεση για την απαλλαγή του οφειλέτη φυσικού προσώπου από το υπόλοιπο των πτωχευτικών χρεών του (βλ. ανωτέρω στην παράγραφο γ του παρόντος κεφαλαίου).
2. Τροποποίηση των κανόνων κατάταξης των απαιτήσεων του Δημοσίου στην πτώχευση (άρ. 154, 156, 156Α ΠτΚ)
α) Με τον ν. 4446/2016:
i. Αντικαταστάθηκε η περ. α του άρ. 154 ΠτΚ, που ορίζει ποιες απαιτήσεις κατατάσσονται στην πρώτη σειρά των γενικών προνομίων (δηλαδή πριν από τις απαιτήσεις του Δημοσίου, οι οποίες κατατάσσονται, κατά περίπτωση, στην τέταρτη ή στην έκτη σειρά γενικών προνομίων βλ. ΠΟΛ.1066/1.6.2016, κεφ. III 1 Β). Πρόκειται για τυχόν απαιτήσεις από χρηματοδότηση ή παροχή αγαθών ή υπηρεσιών με σκοπό τη συνέχιση λειτουργίας και την εξυγίανση της -μετέπειτα πτωχεύσασας- επιχείρησης, εφόσον έλαβαν χώρα κατ’ εφαρμογή συμφωνίας εξυγίανσης (άρ.99 επ. ΠτΚ) ή σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρ. 107 επ. ΠτΚ) ή εν όψει σύναψης συμφωνίας εξυγίανσης. Με τη νέα διάταξη αναδιατυπώθηκαν και τροποποιήθηκαν οι ειδικότερες προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι απαιτήσεις αυτές κατατάσσονται προνομιακά, με σκοπό ιδίως να εναρμονιστούν με τις μεταβολές που επήλθαν στη διαδικασία εξυγίανσης με τον ν. 4446/2016 (κατάργηση σταδίου ανοίγματος της διαδικασίας).
ii. Αντικαταστάθηκε το άρ. 156 ΠτΚ (“Συρροή προνομίων”), που ρυθμίζει τον τρόπο διανομής του προϊόντος ρευστοποίησης της πτωχευτικής περιουσίας και τη σειρά κατάταξης, σε κάθε περίπτωση συρροής περισσότερων απαιτήσεων πτωχευτικών πιστωτών, με γενικό προνόμιο, ειδικό προνόμιο (π.χ. εμπράγματη ασφάλεια) ή χωρίς προνόμιο. Υπενθυμίζεται ότι το εν λόγω άρθρο, όπως ίσχυε μετά τον ν. 4336/2015, προέβλεπε (αναλογική) εφαρμογή του άρ. 977 ΚΠολΔ, δηλαδή του άρθρου που ρυθμίζει τα θέματα συρροής προνομίων στο πλαίσιο της ατομικής αναγκαστικής εκτέλεσης (βλ. ΠΟΛ.1066/1.6.2016, κεφάλαιο III 1 B).
Στο νέο άρ. 156 ΠτΚ ρυθμίζονται πλέον αυτοτελώς τα ανωτέρω θέματα διανομής/κατάταξης, χωρίς να γίνεται παραπομπή σε άλλο άρθρο. Οι κανόνες του συμπίπτουν κατά το μεγαλύτερο μέρος τους με τους αντίστοιχους κανόνες που τίθενται στο άρ. 977 του ΚΠολΔ, μετά την αντικατάστασή του με τον ν. 4335/2015 (βλ. σχετικά ΠΟΛ.1041/2017), διαφοροποιούνται όμως ειδικά ως προς την κατάταξη τυχόν απαιτήσεων της περ. α του άρ. 154 ΠτΚ. Σύμφωνα με την παρ. 3 του άρ. 156 ΠτΚ, οι απαιτήσεις της ανωτέρω κατηγορίας ικανοποιούνται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα σε σχέση με τις απαιτήσεις των λοιπών πτωχευτικών πιστωτών, όχι μόνο σε σχέση με τις απαιτήσεις με γενικό προνόμιο (άρ. 154 ΠτΚ) αλλά και τις απαιτήσεις με ειδικό προνόμιο, π.χ. τις ενυπόθηκες (άρ. 155 ΠτΚ) καθώς και τις απαιτήσεις χωρίς προνόμιο. Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται ότι μεταξύ των γενικών προνομίων που προβλέπονται στην ατομική αναγκαστική εκτέλεση (βλ. άρ. 975 ΚΠολΔ) δεν περιλαμβάνονται απαιτήσεις αντίστοιχου περιεχομένου με εκείνες της περ. α του άρ. 154 ΠτΚ, σε αντίθεση με τις λοιπές κατηγορίες απαιτήσεων με γενικό προνόμιο του άρ. 154 ΠτΚ, ως προς τις οποίες υπάρχει αντιστοιχία με το άρ. 975 ΚΠολΔ.
Όπως προαναφέρθηκε, οι διατάξεις του άρ. 156 ΠτΚ εφαρμόζονται στις διαδικασίες πτώχευσης που κηρύσσονται κατόπιν αιτήσεων που κατατίθενται από 19/8/2015 και μετά (με την επιφύλαξη των περιπτώσεων εφαρμογής του άρ. 156Α ΠτΚ). Επομένως, στις διανομές που γίνονται από το σύνδικο στο πλαίσιο των ανωτέρω διαδικασιών ισχύει η κατ’ απόλυτη προτεραιότητα (μετά βέβαια από την αφαίρεση των ομαδικών πιστωμάτων) ικανοποίηση των απαιτήσεων της περ. α του άρ. 154 ΠτΚ.
β) Τέλος, με το ν. 4512/2018 προστέθηκε άρ. 156Α ΠτΚ, το οποίο εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που ορίζονται στην παρ. 1 αυτού και προβλέπει διαφορετικό τρόπο κατάταξης, με ικανοποίηση των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων απαιτήσεων χωρίς διαίρεση του εκπλειστηριάσματος σε ποσοστά, σε αντίθεση με το άρ. 156 ΠτΚ.
Κατά τα λοιπά, για την κατάταξη των απαιτήσεων του Δημοσίου στην πτώχευση ισχύουν τα αναφερόμενα στην ΠΟΛ.1066/1.6.2016 (κεφάλαιο III 1) και στην ΠΟΛ.1017/2018 (Μέρος Πρώτο, Α4).
3. Θέσπιση “απλοποιημένης διαδικασίας πτωχεύσεων μικρών επιχειρήσεων” με συντομότερο χρόνο αυτοδίκαιης περάτωσης (άρ. 162 – 163γ ΠτΚ)
Όπως προαναφέρθηκε, με το άρ. 62 ν. 4472/2017 αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις του ένατου κεφαλαίου του ΠτΚ, το οποίο μετονομάστηκε σε “Απλοποιημένη Διαδικασία Πτωχεύσεων Μικρών Επιχειρήσεων” (άρ. 162 – 163γ ΠτΚ).
α) Πεδίο εφαρμογής: Το πεδίο εφαρμογής της νέας απλοποιημένης διαδικασίας πτώχευσης είναι διευρυμένο σε σύγκριση με τα ισχύοντα στην προϊσχύουσα “απλοποιημένη διαδικασία επί πτωχεύσεων μικρού αντικειμένου” (προϊσχύοντα άρ. 162 και 163 ΠτΚ), στην οποία υπάγονταν (μετά τον ν. 4336/2015) μόνο πτωχεύσεις με πτωχευτική περιουσία εκτιμηθείσας αξίας έως 100.000 €. Οι νέες διατάξεις εφαρμόζονται, σύμφωνα με το άρ. 162 ΠτΚ επί φυσικών ή νομικών προσώπων με πτωχευτική ικανότητα, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρ. 2 ΠτΚ, εφόσον πληρούν δύο από τα τρία ακόλουθα κριτήρια: α) σύνολο ενεργητικού έως 150.000 ευρώ, β) καθαρό ύψος κύκλου εργασιών έως 200.000 ευρώ, γ) μέσος όρος απασχολουμένων έως 5 άτομα. Όπως προαναφέρθηκε, οι νέες διατάξεις ισχύουν για πτωχεύσεις που κηρύσσονται, δηλαδή η πτωχευτική απόφαση εκδίδεται, από 19/5/2017 (έναρξη ισχύος του ν. 4472/2017).
β) Περάτωση απλοποιημένης διαδικασίας πτώχευσης: Ως προς τις νέες διατάξεις πρέπει ιδιαίτερα να επισημανθεί η ειδική ρύθμιση της παρ. 3 του άρ. 163γ ΠτΚ, με την οποία θεσπίζεται συντομότερος χρόνος για την αυτοδίκαιη περάτωση της απλοποιημένης διαδικασίας πτωχεύσεων μικρών επιχειρήσεων, σε σχέση με την κοινή πτωχευτική διαδικασία.
Συγκεκριμένα, προβλέπεται αυτοδίκαιη και χωρίς άλλη διατύπωση περάτωση της απλοποιημένης διαδικασίας μετά παρέλευση 4 ετών από την έναρξη της ένωσης των πιστωτών, και σε κάθε περίπτωση μετά παρέλευση 6 ετών από την κήρυξη της πτώχευσης. Υπενθυμίζεται ότι στην κοινή πτωχευτική διαδικασία του ΠτΚ η πτώχευση περατώνεται αυτοδίκαια μετά παρέλευση 10 ετών από την έναρξη της ένωσης των πιστωτών και σε κάθε περίπτωση μετά παρέλευση 15 ετών από την κήρυξη της πτώχευσης (Βλ. παρ. 3 του άρ. 166 ΠτΚ, ΠΟΛ.1050/30.4.2010, κεφ. XII., ενώ για την αυτοδίκαιη περάτωση παλαιών πτωχεύσεων μετά πάροδο 20 ετών από την κήρυξη της πτώχευσης κατά την παρ. 3 του άρ. 182 ΠτΚ βλ. κεφ. XIII της ίδιας ΠΟΛ).
Αναφορικά με τους λοιπούς τρόπους περάτωσης της πτώχευσης που προβλέπονται στο άρ. 164 του ΠτΚ (λόγω εκποίησης όλων των στοιχείων του ενεργητικού της πτωχευτικής περιουσίας, κήρυξης της παύσης των εργασιών της πτώχευσης με δικαστική απόφαση, τελεσίδικης επικύρωσης σχεδίου αναδιοργάνωσης και εξόφλησης όλων των πτωχευτικών πιστωτών κατά κεφάλαιο και τόκους μέχρι την κήρυξη της πτώχευσης), αυτοί ισχύουν τόσο για την κοινή όσο και για την απλοποιημένη διαδικασία πτώχευσης.
Είναι αυτονόητο ότι ζήτημα αυτοδίκαιης περάτωσης κατά την παρ. 3 του άρ. 166 ΠτΚ (κοινή διαδικασία) ή το άρ. 163γ ΠτΚ (απλοποιημένη διαδικασία) τίθεται μόνο εφόσον η πτώχευση δεν έχει ήδη περατωθεί νωρίτερα με κάποιον από τους λοιπούς τρόπους περάτωσης κατ’ άρ. 164 ΠτΚ.
γ) Παρακολούθηση χαρτοφυλακίου πτωχεύσεων: Για να διαπιστωθεί από τη Φορολογική Διοίκηση, αν σε ορισμένη πτώχευση οφειλέτη ακολουθείται ή όχι η απλοποιημένη διαδικασία των άρ. 162 έως και 163 γΠτΚ, απαιτείται σχετικός έλεγχος του διατακτικού κάθε απόφασης που κηρύσσει πτώχευση και εκδίδεται από 19/5/2017 και μετά, καθώς, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρ. 162 ΠτΚ, η τυχόν εφαρμογή της ειδικής αυτής διαδικασίας ορίζεται ρητά στην πτωχευτική απόφαση.
Επομένως, έλλειψη σχετικής διάταξης στην απόφαση της πτώχευσης συνεπάγεται την εφαρμογή της κοινής διαδικασίας.
Δεδομένου όμως ότι η συνδρομή των προϋποθέσεων για την εφαρμογή της απλοποιημένης διαδικασίας ενδέχεται να διαπιστωθεί μετά την κήρυξη της πτώχευσης, κατά τη διάρκεια της πτωχευτικής διαδικασίας και συγκεκριμένα μετά την απογραφή της πτωχευτικής περιουσίας από το σύνδικο, η τήρηση της εν λόγω διαδικασίας μπορεί να διαταχθεί και σε μεταγενέστερο χρόνο, με σχετική αιτιολογημένη διάταξη του εισηγητή (δικαστή) της πτώχευσης. Από την άλλη πλευρά, σε περιπτώσεις πτωχεύσεων όπου η πτωχευτική απόφαση διατάσσει την εφαρμογή της απλοποιημένης διαδικασίας ενδέχεται εκ των υστέρων, ήτοι μετά την απογραφή της πτωχευτικής περιουσίας, να διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις του νόμου, οπότε με μεταγενέστερη απόφαση του πτωχευτικού δικαστηρίου, κατόπιν αίτησης του συνδίκου, θα διαταχθεί η εφαρμογή των λοιπών διατάξεων του ΠτΚ, δηλαδή της κοινής διαδικασίας πτώχευσης. Επισημαίνεται ότι και για τις τυχόν μεταγενέστερες αυτές πράξεις (διάταξη του εισηγητή περί εφαρμογής της απλοποιημένης διαδικασίας ή μεταγενέστερη δικαστική απόφαση περί εφαρμογής της κοινής διαδικασίας) προβλέπεται από το νόμο (παρ. 3 και 2, αντίστοιχα, του άρ. 162 ΠτΚ) υποχρεωτική κοινοποίηση αντιγράφων αυτών στο Δημόσιο, κατά τα οριζόμενα στην παρ. 1 του άρ. 62 Κ.Ε.Δ.Ε. σχετικά με την κοινοποίηση των αποφάσεων πτώχευσης. Με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται ο εντοπισμός και η ξεχωριστή παρακολούθηση του χαρτοφυλακίου των πτωχευσάντων οφειλετών για τους οποίους τηρείται η απλοποιημένη διαδικασία.
4. Βεβαίωση χρεών προς το Δημόσιο για το παραδεκτό αίτησης πτώχευσης που υποβάλλεται από τον οφειλέτη (παρ. 4 του άρ. 5 ΠτΚ και άρ. 3 ΠτΚ)
Σύμφωνα με τη νέα παρ. 4 του άρ. 5 ΠτΚ, που προστέθηκε με τον ν. 4446/2016, όταν την αίτηση πτώχευσης στο δικαστήριο υποβάλλει ο ίδιος ο οφειλέτης, υποχρεούται να καταθέτει με αυτήν, επί ποινή απαραδέκτου της αίτησης, τις οικονομικές του καταστάσεις, εφόσον υπάρχουν, για την τελευταία χρήση για την οποία είναι διαθέσιμες, κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην ανωτέρω παράγραφο, καθώς και βεβαίωση της αρμόδιας οικονομικής υπηρεσίας για τα χρέη του προς το Δημόσιο.
Υπενθυμίζεται ότι υποχρέωση προσκόμισης από τον οφειλέτη βεβαίωσης για τις οφειλές του προς το Δημόσιο προβλέπεται και στο πλαίσιο της προπτωχευτικής διαδικασίας εξυγίανσης ως προϋπόθεση παραδεκτού της σχετικής αίτησης του οφειλέτη (βλ. παρ. 3 γ του άρ. 104 ΠτΚ, όπως ισχύει μετά το ν. 4446/2016 καθώς και παρ. 2 του προϊσχύοντος άρ. 100 ΠτΚ, ΠΟΛ.1068/3.4.2013, κεφ. 2).
Η βεβαίωση της παρ. 4 του άρ. 5 ΠτΚ, όπως και κάθε άλλη βεβαίωση χρεών για δικαστική χρήση (κατ’ εφαρμογή είτε των διατάξεων του ΠτΚ, είτε του ν. 3869/2010 κ.ο.κ.) χορηγείται από τον κατά περίπτωση αρμόδιο για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. ή Ελεγκτικού Κέντρου ή τον Προϊστάμενο της Επιχειρησιακής Μονάδας Είσπραξης (βλ. την αρμοδιότητα υπ’ αριθ. 87 στο άρ. 1 Απόφασης Διοικητή Α.Α.Δ.Ε. Δ. ΟΡΓ. Α 1115805 ΕΞ 2017 – ΦΕΚ Β’ 2743/4-8-2017).
Στην ανωτέρω βεβαίωση πρέπει να περιλαμβάνονται όλες οι βεβαιωμένες οφειλές του αιτούντος, ατομικές ή από συνυπευθυνότητα. Για το λόγο αυτό, πριν από τη χορήγηση της βεβαίωσης απαιτείται έλεγχος της κεντρικής εικόνας του αιτούντος στο πληροφοριακό σύστημα taxis και, σε περίπτωση συναρμοδιότητας περισσότερων υπηρεσιών, συνεργασία μεταξύ αυτών. Επισημαίνεται ότι στη βεβαίωση πρέπει περαιτέρω να αναγράφονται και τυχόν φορολογικές εκκρεμότητες του αιτούντος (π.χ. μη υποβολή δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, δηλώσεων Φ.Π.Α., εκκρεμείς έλεγχοι, ανέλεγκτες χρήσεις κ.λπ.), από τις οποίες ενδέχεται να προκύψουν οφειλές προς βεβαίωση, ώστε να παρέχεται στο πτωχευτικό δικαστήριο πλήρης εικόνα των υποχρεώσεων του οφειλέτη προς το Δημόσιο.
Αναφορικά με τη δυνατότητα του οφειλέτη να αιτηθεί ο ίδιος την κήρυξή του σε πτώχευση, σημειώνεται ότι με τον ν. 4446/2016 προστέθηκε νέα παρ. 3 στο άρ. 3 ΠτΚ, σύμφωνα με την οποία ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει αίτηση πτώχευσης όχι μόνο σε περίπτωση που έχει ήδη περιέλθει σε “παύση πληρωμών”, δηλαδή σε μόνιμη και γενική αδυναμία πληρωμής των ληξιπρόθεσμων χρηματικών υποχρεώσεών του (παρ. 1 του άρ. 3 ΠτΚ) ή σε περίπτωση “επαπειλούμενης αδυναμίας εκπλήρωσης” (παρ. 2 του άρ. 3 ΠτΚ) αλλά και σε περίπτωση απλής “πιθανότητας αφερεγγυότητας” αυτού (κατ’ αντιστοιχία με τα οριζόμενα για την υποβολή αίτησης εξυγίανσης στην παρ. 1 του άρ. 99 ΠτΚ). Στην τελευταία περίπτωση όμως, η κήρυξη της πτώχευσης επιτρέπεται, μόνο αν ο οφειλέτης συνυποβάλει πρόταση σχεδίου αναδιοργάνωσης (κατ’ άρ. 107 επ. ΠτΚ) συγχρόνως με την αίτηση της πτώχευσης.
5. Προσθήκη τεκμηρίου για τη διευκόλυνση της πτωχευτικής ανάκλησης (παρ. 2 του άρ. 43 ΠτΚ)
Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρ. 43 ΠτΚ (“Πράξεις δυνητικής ανάκλησης”), αμφοτεροβαρείς πράξεις ή πληρωμή ληξιπρόθεσμων χρεών που διενήργησε ο οφειλέτης κατά το χρονικό διάστημα μετά την παύση των πληρωμών και πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, δηλαδή κατά την “ύποπτη περίοδο” (βλ. άρ. 41 ΠτΚ), και είναι επιζήμιες για την ομάδα των πιστωτών δύναται να ανακληθούν, εάν ο αντισυμβαλλόμενος κατά τη διενέργεια της πράξης γνώριζε ότι ο οφειλέτης είχε παύσει τις πληρωμές του και ότι η πράξη ήταν επιζήμια, κατά τα ανωτέρω. Με την προσθήκη νέου τελευταίου εδαφίου στην παρ. 2 του άρ. 43 ΠτΚ με τον ν. 4446/2016 διευκολύνεται η απόδειξη της ανωτέρω γνώσης του αντισυμβαλλομένου με την προσθήκη σχετικού τεκμηρίου στις περιπτώσεις που ο αντισυμβαλλόμενος είναι νομικό πρόσωπο που συνδέεται με τον οφειλέτη σύμφωνα με το άρ. 32 ν. 4308/2014.
Για την πτωχευτική ανάκληση (άρ. 41 – 51 ΠτΚ) και τις ενέργειες στις οποίες μπορεί να προβεί η Φορολογική Διοίκηση για την ανάκληση επιζήμιων πράξεων του οφειλέτη στο πλαίσιο της ανωτέρω διαδικασίας βλ. αναλυτικά ΠΟΛ.1050/30.4.2010, κεφ. VIII.
6. Γενική δημοσιότητα της έκθεσης του συνδίκου για την πτώχευση (άρ. 70 ΠτΚ)
Μετά την αντικατάσταση της παρ. 2 του άρ. 70 ΠτΚ με τον ν. 4446/2016 προβλέπεται πλέον, για τις πτωχεύσεις που κηρύσσονται βάσει αιτήσεων που κατατίθενται από 22/12/2016, δημοσίευση στο Δ.Δ.Δ. του Ε.Φ.Κ.Α.-Τ.Α.Ν. περίληψης της έκθεσης που συντάσσει ο σύνδικος κατά το ανωτέρω άρθρο, η οποία αναφέρεται στην οικονομική κατάσταση του οφειλέτη, τα αίτια της πτώχευσης, τη δυνατότητα διατήρησης της επιχείρησης, τις προοπτικές ικανοποίησης των απαιτήσεων των πτωχευτικών πιστωτών κ.ο.κ. (βλ. παρ. 1 του άρ. 70 ΠτΚ) και υποβάλλεται στη συνέλευση των πιστωτών κατ’ άρ. 84 ΠτΚ, προκειμένου να αποφασίσει για τον τρόπο εξακολούθησης των εργασιών της πτώχευσης.
Όπως προκύπτει από τα ανωτέρω, η έκθεση περιλαμβάνει χρήσιμα στοιχεία, τα οποία μπορούν να συνεκτιμηθούν από τη Φορολογική Διοίκηση τόσο σε τυχόν περίπτωση συμμετοχής του Δημοσίου, ως πιστωτή, στην πτωχευτική διαδικασία (π.χ. στην ειδική συνέλευση για συζήτηση και ψηφοφορία επί σχεδίου αναδιοργάνωσης των άρ. 115 επ. ΠτΚ) όσο και για τη λήψη απόφασης σχετικά με τη ρύθμιση των πτωχευτικών χρεών του οφειλέτη εκτός πτωχευτικής διαδικασίας, στο πλαίσιο ρύθμισης πτωχευτικών χρεών κατ’ άρθρο 62Α του Κ.Ε.Δ.Ε. Ακολούθως, η αρμόδια υπηρεσία, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, μπορεί να ζητήσει από το πτωχευτικό δικαστήριο ή το σύνδικο αντίγραφο της έκθεσης του άρ. 70 ΠτΚ καθώς και έκθεση απογραφής της πτωχευτικής περιουσίας κατ’ άρ. 68 ΠτΚ.
7. Τροποποίηση διατάξεων του έβδομου κεφαλαίου του ΠτΚ περί σχεδίου αναδιοργάνωσης (άρ. 107-131 ΠτΚ)
α) Γενικά: Με το άρ. 7 του ν. 4446/2016 επήλθαν μεταβολές στο νομοθετικό πλαίσιο του σχεδίου αναδιοργάνωσης, δηλαδή της εναλλακτικής διαδικασίας που ρυθμίζεται στα άρ. 107 επ. ΠτΚ και μπορεί να ακολουθηθεί κατά παρέκκλιση της διαδικασίας εκκαθάρισης της πτωχευτικής περιουσίας, που ρυθμίζεται στα άρ. 132 επ. ΠτΚ. Η διαδικασία των άρ. 107 επ. ΠτΚ συνίσταται στην υποβολή ορισμένου σχεδίου από τον οφειλέτη ή την προβλεπόμενη στο νόμο πλειοψηφία πιστωτών, στο οποίο ρυθμίζονται με ειδικό τρόπο οι απαιτήσεις των πτωχευτικών πιστωτών και η ευθύνη του πτωχού μετά την περάτωση της πτώχευσης, προβλέπονται μέτρα για τη διάσωση ή την αξιοποίηση της πτωχευμένης επιχείρησης ή, ενδεχομένως, και τη διανομή της πτωχευτικής περιουσίας κ.ο.κ., στη ψήφιση του σχεδίου από ειδική συνέλευση πιστωτών και στην επικύρωση αυτού από το πτωχευτικό δικαστήριο, προκειμένου να καταστεί δεσμευτικό για το σύνολο των πτωχευτικών πιστωτών και να επέλθει η περάτωση της πτώχευσης (βλ. άρ. 125 και 164 ΠτΚ).