Στο μικροσκόπιο του δικτύου φορολογικής δικαιοσύνης «Tax Justice Network» με έδρα το Βερολίνο μπήκαν 112 χώρες και περιοχές του πλανήτη. Στο επίκεντρο των ερευνών τέθηκε κυρίως το ερώτημα πώς μπορεί κανείς να αποκρύψει σε μια χώρα ακίνητα και λοιπά περιουσιακά στοιχεία. Στο πλαίσιο αυτό ελέγχθηκαν οι σχετικές νομοθεσίες και ισχύοντες κανονισμοί των υπό εξέταση χωρών.
Την πρώτη θέση της λίστας καταλαμβάνει, όπως αναμένονταν η Ελβετία, την οποία η έκθεση βαφτίζει «μητέρα όλων των φορολογικών παραδείσων». Ακολουθούν οι ΗΠΑ, τα νησιά Κέιμαν, το Χονγκ-Κονγκ και η Σιγκαπούρη.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, η Γερμανία, φέρεται να αποτελεί ένα από τα «ασφαλέστερα λιμάνια» του κόσμου για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Αυτό προκύπτει από τη νέα έκθεση του δικτύου «Tax Justice Network».
Σύμφωνα με το δίκτυο αυτό μη κυβερνητικών οργανώσεων, ξένοι δικτάτορες αλλά και μαφιόζικες οργανώσεις μπορούν πολύ εύκολα να φέρνουν και να ξεπλένουν μαύρο χρήμα στη Γερμανία. Στον λεγόμενο «δείκτη παραοικονομίας» του δικτύου, η Γερμανία καταλαμβάνει την 7η θέση παγκοσμίως. Στην τελευταία έκθεση πριν από δύο χρόνια η ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης καταλάμβανε την 8η θέση.
«Όσον αφορά τα εδώ χρήματα ξένων δικτατόρων θα έκανα λόγο ακόμη και για καρτέλ σιωπής στη γερμανική πολιτική», σχολιάζει στη Deutsche Welle ο Μάρκους Μάιντσερ, επικεφαλής του σχετικού πρότζεκτ του δικτύου. Μεταξύ αυτών που κρύβουν ή έχουν κρύψει χρήματα στη Γερμανία βρίσκονται ο πρόεδρος του Καμερούν, ο πρώην ιρακινός δικτάτορας Σαντάμ Χουσεΐν αλλά και ο πρώην λίβυος ηγέτης Καντάφι.
Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι στη Γερμανία δεν υπάρχει μια δημόσια κεντρική βάση δεδομένων ακινήτων. «Αυτό προσελκύει ξένους δικτάτορες στο να διοχετεύσουν τα χρήματά τους σε ακίνητα στη Γερμανία». Αφετέρου υπάρχουν πολλά παραθυράκια στη νομοθεσία που υιοθέτησε το Βερολίνο έπειτα από σχετική ευρωπαϊκή οδηγία και η οποία αναγκάζει μεν τις επιχειρήσεις να γνωστοποιούν τους πραγματικούς ιδιοκτήτες τους, εντούτοις δεν βάζει προσκόμματα στη δημιουργία εταιριών-μαϊμού.
Η παράνομη κίνηση κεφαλαίων πλήττει πρωτίστως τις χώρες του νότιου ημισφαιρίου, ειδικά τις αναπτυσσόμενες οικονομίες, οι οποίες σύμφωνα με υπολογισμούς του ΔΝΤ, χάνουν ετησίως περί τα 100 με 200 δισ. δολάρια σε φορολογικά έσοδα. Αυτό οφείλεται σε δύο κυρίως λόγους: αφενός πλούσιοι επιχειρηματίες ή δικτάτορες μεταφέρουν μέσω εικονικών επιχειρήσεων μαύρο χρήμα στο εξωτερικό. Αφετέρου παραποιούν τις τιμές προϊόντων που εξάγονται ορίζοντας για παράδειγμα τις τιμές πρώτων υλών σε πολύ χαμηλά επίπεδα έτσι ώστε το κέρδος που προκύπτει από την πώληση να εμπίπτει εκτός της χώρας παραγωγής σε κάποιον φορολογικό παράδεισο.
Συχνά, όπως επισημαίνουν ειδικοί, οι απώλειες που καταγράφονται σε ορισμένες χώρες λόγω φοροαποφυγής, ξεπερνούν κατά πολύ τα ποσά που εισπράττουν οι ίδιες στο πλαίσιο αναπτυξιακής βοήθειας.