Στο εδώλιο βρίσκονται μαζί η Κύπρος και η Τουρκία για την αποτυχία τους να συνεργαστούν για την διερεύνηση της δολοφονίας μιας οικογένειας Τ/Κ.
Στη μείζονα του σύνθεση το ΕΔΑΔ θα εξετάσει σε ένα μήνα η υπόθεση Γκιουζελγιουρτλού, στην οποία στο εδώλιο βρίσκονται μαζί η Κύπρος και η Τουρκία για την αποτυχία τους να συνεργαστούν για την διερεύνηση της δολοφονίας μιας οικογένειας Τ/Κ στις ελεύθερες περιοχές το 2005.
Όπως ανακοινώθηκε, η έφεση στην καταδικαστική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ημερομηνίας 4 Απριλίου 2017, την οποία αιτήθηκαν Κύπρος και Τουρκία και εγκρίθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου του ίδιου έτους, θα εξεταστεί στις 28 του προσεχούς Μαρτίου.
Στην απόφαση του 2017, το ΕΔΑΔ είχε αποφανθεί πως Κύπρος και Τουρκία παραβίασαν το Άρθρο 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα για το δικαίωμα στη ζωή και την αποτελεσματική διερεύνηση, επιδικάζοντας αποζημιώσεις 8.500 ευρώ και από την Κύπρο και από την Τουρκία, σε κάθε έναν από τους επτά συγγενείς της οικογένειας που προσέφυγαν στο δικαστήριο. Το συνολικό ποσό των αποζημιώσεων ανέρχεται σε 119.000 ευρώ (59.500 για κάθε χώρα).
Συγκεκριμένα το ΕΔΑΔ έκρινε πως οι κυπριακές αρχές και οι τουρκικές και τ/κ «αρχές» δεν συνεργάστηκαν με αποτέλεσμα οι ύποπτοι, οι οποίοι είχαν συλληφθεί στην «ΤΔΒΚ» και κατά των οποίων η κυπριακή Αστυνομία κατείχε στοιχεία, να διαφεύγουν ακόμα της δικαιοσύνης, μία και πλέον δεκαετία μετά.
Η εξέταση από τη μείζονα 17μελή σύνθεση (Grand Chamber) του ΕΔΑΔ πραγματοποιείται βάσει του Άρθρου 43 της Σύμβασης, η οποία προβλέπεται σε ιδιαίτερες περιπτώσεις όπου εγείρονται ερωτήματα που αφορούν την ερμηνεία ή εφαρμογή της Σύμβασης, και μόνο εφόσον το ζητήσουν τα μέρη εντός τριών μηνών από την έκδοση της απόφασης.
Ομαδική δολοφονία
Τα χαράματα της 15ης Ιανουαρίου 2005 τα θύματα, ο Τ/Κ επιχειρηματίας Ελμάς Γκιουζελγιουρτλού, η σύζυγός του Ζερίν και η 15χρονη τότε κόρη τους Εϊλούλ, απήχθησαν από το σπίτι τους (όπου διέμεναν από το 2003 μετά την κατάρρευση της τράπεζας του επιχειρηματία).
Οι τρεις βρέθηκαν δολοφονημένοι στον αυτοκινητόδρομο Λευκωσίας – Λάρνακας και οι δράστες διέφυγαν στα κατεχόμενα. Αρχικά ο Ραούφ Ντενκτάς είχε επιχειρήσει να πολιτικοποιήσει το θέμα, όμως όπως είχε γράψει τότε και ο «Π» και τ/κ εφημερίδες, το έγκλημα σχετιζόταν με παράνομες δραστηριότητες του Γκιουζελγιουρτλού.
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, η τ/κ «αστυνομία» ζητούσε να της παραχωρηθούν από την κυπριακή Αστυνομία τα στοιχεία της υπόθεσης ώστε να γίνει δίωξη των υπόπτων. Οι αρχές της Κυπριακής Δημοκρατίας αρνήθηκαν, ζητώντας την έκδοση των υπόπτων, αίτημα το οποίο επιστράφηκε χωρίς να απαντηθεί. Σύμφωνα με το ΕΔΑΔ, σε υποθέσεις όπου η διερεύνηση αφορά δύο κράτη, αυτά υποχρεούνται «να συνεργαστούν αποτελεσματικά και να κάνουν όλα τα απαραίτητα βήματα» για τη διαλεύκανση.
Όπως όμως, προστίθεται, προκύπτει από τα στοιχεία που προσκομίστηκαν ενώπιον του δικαστηρίου αναφορικά με την επικοινωνία μεταξύ των πλευρών, «και οι δύο κυβερνήσεις δεν έδειξαν έτοιμες να προχωρήσουν στον όποιο συμβιβασμό» παρά «τις διάφορες επιλογές που προωθήθηκαν, μεταξύ άλλων και από τα Ηνωμένα Έθνη».