Η ψήφιση διάταξης σε νόμο για την «Οργάνωση της νομικής μορφής των θρησκευτικών κοινοτήτων και των ενώσεών τους στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις», με την οποία απαγορεύονται οι χρησικτησίες εκκλησιαστικών ακινήτων στα Δωδεκάνησα, είχε διχάσει τους δικηγόρους της Ρόδου, που διαφώνησαν για την αναδρομικότητα ή μη του άρθρου 22 του νόμου 4301/2014 από το 1938.
Η επικρατούσα άποψη ήταν ότι ο νόμος δεν είχε αναδρομική ισχύ σε όλες τις εκκρεμούσες, πριν την ψήφιση του, δίκες, γεγονός όμως, που ανέτρεψε με την υπ’ αρίθμ. 1903/2017 απόφαση του, που καθαρογράφθηκε χθες, το Γ’ Πολιτικό Τμήμα του Αρείου Πάγου.
Όπως έγραψε η «δημοκρατική», την ύπαρξη της συγκεκριμένης πρόβλεψης του νόμου αγνοούσαν οι δικηγόροι της Ρόδου, μέχρι που αποκαλύφθηκε σε έφεση που άσκησε ο ιερός ναός Αρχαγγέλου για την απόρριψη αιτήσεως χρησικτησίας ενός κατοίκου της περιοχής.
Ο δικηγόρος κ. Παντελής Αποστολάς, σχολίασε με άρθρο του στη «δημοκρατική» τις επιπτώσεις του νόμου, ενώ εξέφρασε την άποψη ότι ο νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ από το έτος 1938, όπως θεωρούν άλλοι συνάδελφοι του.
Είχε τονίσει, μεταξύ άλλων, ότι η χρησικτησία, είναι θεσμοθετημένος πρωτότυπος τρόπος κτήσεως κυριότητος και με τη συμπλήρωση της προβλεπόμενης κτητικής παραγραφής, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο κτάται δικαίωμα. Χαρακτήρισε αδιανόητο αυτό το κτηθέν δικαίωμα με την κτητική παραγραφή, το κτηθέν μέχρι την έναρξη ισχύος του ν. 4301/2014 (ΦΕΚ A’ 223/7-10-2014), να αποστερείται με μια διάταξη με αναδρομική δύναμη.
Σ’ αυτή την περίπτωση, η διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 22 του ν. 4301/2014 θα ήταν ασυμβίβαστη προς τη διάταξη του άρθρου 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. αφού τείνει σε αδικαιολόγητη αποστέρηση περιουσιακού στοιχείου των ως άνω προσώπων, χωρίς να συντρέχουν λόγοι δημόσιας ωφέλειας.
Ο Αρειος Πάγος, μετά από αίτηση του δικηγόρου κ. Μανώλη Βλάχου, για λογαριασμό της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Ιερού Ναού) Αγίας Παρασκευής Κατταβιάς Ρόδου, εστράφη κατά δύο κατοίκων του νησιού, ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων αποβιώσαντος συγγενούς τους και με την απόφαση του αναγνώρισε αναδρομικότητα στο νόμο!!
Όπως τονίζεται στην απόφαση «οι διατάξεις των άρθρ. 4 και 23 του ΑΝ 1539/1938, ως ισχύει (άρθρα τα οποία αναφέρονται αντιστοίχως στο απαράγραπτο των επί ακινήτων κτημάτων δικαιωμάτων του Ελληνικού Δημοσίου, ήτοι στο ανεπίδεκτο της επ΄αυτών χρησικτησίας και στις επισυρόμενες ποινικές κυρώσεις, καθόσον αφορά στους αυτογνωμόνως επιλαμβανομένους οιουδήποτε δημοσίου κτήματος), συμφώνως προς το αρθρ. 22 § 7 του Ν. 4301/2014, έχουν ανάλογη εφαρμογή και επί των κτημάτων και εν γένει ακινήτων, που ανήκουν στα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου των Ιερών Μητροπόλεων της Δωδεκανήσου και της Πατριαρχικής Εξαρχίας Πάτμου, των Ιερών Ναών και των Ιερών Μονών τους και στα υπαγόμενα σε αυτά εκκλησιαστικά ιδρύματα, Ιερά Προσκυνήματα και Εκκλησιαστικά Μουσεία. Περαιτέρω, η ισχύς του εν λόγω νόμου (4301/2014) τέθηκε σε ισχύ από 7.10.2014 κατ’ αρθρ. 56 αυτού (ΦΕΚ Α223).
Στην προκειμένη περίπτωση το αναιρεσείον (Ν.Π.Δ.Δ. του Ι. Ναού Αγ. Παρασκευής Κατταβιάς Ρόδου) με τον πρώτο λόγο αναιρέσεως αιτιάται, ότι το δευτεροβαθμίως δικάσαν Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου, με την προσβαλλομένη 42/2016 απόφασή του, όπως αυτή διορθώθηκε με την 67/2016, απόφαση του ιδίου δικαστηρίου, υπέπεσε στην κατ’ αρθρ. 560 αρ. 1 ΚΠολΔ πλημμέλεια, υπό την έννοια, ότι το αναιρεσείον ενώπιον του εν λόγω δικαστηρίου προέβαλε, την προστατευτικότητα των προειπωθεισών ουσιαστκών διατάξεων (ΑΝ 1539/38 και 4301/14), καθόσον αφορά στο με ανάλογη εφαρμοσή τους ανεπίδεκτο της χρησικτησίας του επιδίκου αγρού της ιδιοκτησίας του (αναιρεσείοντος). Εν τούτοις, έκρινε, ότι το δικαστήριο αυτό δε εφήρμοσε τις προμνημονευθείσες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους.
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου είχε δεχτεί την συνδρομή στο πρόσωπο του αρχικού ενάγοντος (του οποίου εξ αδιαθέτου κληρονόμοι είναι οι αναιρεσίβλητοι), της 15ετούς κτητικής παραγραφής και βάσει αυτής την αναγνώριση της κυριότητός του.
Ο Αρειος Πάγος έκρινε ωστόσο ότι το δικαστήριο της ουσίας έσφαλε, αφού δεν εφήρμοσε ως ώφειλε τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις περί του ανεπιδέκτου της χρησιδεσποτείας του επιδίκου Εκκλησιαστικού κτήματος.
Προηγούμενο άρθρο«Γενναίο κούρεμα» των οφειλών 48χρονου Παστιδενού
Επόμενο άρθρο ΑΑΔΕ: Εγκύκλιος με τις νέες διαδικασίες πτώχευσης