Ερευνα στην Αττική: από τους φτωχούς ανέργους φτάσαμε στους φτωχούς… εργαζομένους – Μία στις δύο οικογένειες αδυνατεί να πληρώσει λογαριασμούς και δεν έχει ικανοποιητική θέρμανση
«Εργαζόμενοι μεν, φτωχοί δε, που αδυνατούν να καλύψουν τις τρέχουσες ανάγκες, αφού μία στις δύο οικογένειες αδυνατεί να πληρώσει ενοίκιο και ρεύμα».
Το εύρημα αυτό επαναλαμβάνεται σε κάθε έρευνα που διενεργείται στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, δίνοντας το στίγμα όσων συμβαίνουν στην αγορά εργασίας. Η κατακόρυφη πτώση των μισθών – από το 2010 και εντεύθεν – οδήγησε τη χώρα μας σε αμοιβές… Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Οι μειώσεις των αμοιβών, σε συνδυασμό με την πλήρη κυριαρχία στην αγορά της ευέλικτης απασχόλησης (μερική και εκ περιτροπής εργασία), δημιούργησαν και στη χώρα μας τη γενιά των αμειβομένων με μισθούς κάτω των 400 ευρώ.
Οι εργαζόμενοι με ευέλικτες μορφές απασχόλησης σε χαμηλά αμειβόμενες θέσεις αποτελούν την πλειονότητα των προσφερόμενων θέσεων κάθε μήνα (μερική απασχόληση 47,86% και εκ περιτροπής εργασία 13,81%), σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του πληροφορικού συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ».
Αποτέλεσμα αυτού είναι ο μέσος μισθός των νεοπροσλαμβανόμενων νέων να είναι κάτω από τα 400 ευρώ, και συγκεκριμένα στα 397,67 ευρώ, όπως τον προσδιορίζει η έκθεση για την οικονομία του Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ.
Μισθός 100 ευρώ
Σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου, το 34,7% των εργαζομένων με πλήρη απασχόληση και το 42,13% των εργαζομένων με μερική απασχόληση λαμβάνουν μισθό χαμηλότερο του κατώτατου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΓΣΕΕ συνολικά 343.760 εργαζόμενοι (περίπου το 10% των απασχολουμένων) αμείβονται με μηνιαίους μισθούς από 100 έως και 400 ευρώ μεικτά, ενώ 126.956 εργαζόμενοι αμείβονται με μεικτό μηνιαίο μισθό έως 100 ευρώ. Να ληφθεί υπ’ όψιν ότι οι κατώτατες αμοιβές σε Ρουμανία και Βουλγαρία το 2016 ήταν 276 ευρώ και 215 ευρώ αντίστοιχα.
Σε στάση πληρωμών έχουν προχωρήσει τα νοικοκυριά στο λεκανοπέδιο Αττικής, καθώς ένα στα δύο αδυνατεί πλέον να πληρώσει εγκαίρως λογαριασμούς ρεύματος, τηλεφώνου, νερού, ακόμα και το ενοίκιο του σπιτιού του. Μάλιστα το 43% δηλώνει ότι δεν δύναται να εξασφαλίσει ικανοποιητική θέρμανση στο σπίτι του.
Υποαπασχόληση
Και αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι το 42,1% των νέων προσλήψεων γίνεται με μισθό κάτω των 500 ευρώ, η μερική απασχόληση είναι η κρατούσα σχέση εργασίας, ενώ η καθυστέρηση καταβολής των μισθών αποτελεί πλέον συνήθη πρακτική.
Η εικόνα του εργατικού δυναμικού της Αττικής περιγράφεται ως εξής:
Υποαπασχολούμενος με χαμηλές αποδοχές είναι ένας στους τρεις εργαζομένους του λεκανοπεδίου Αττικής, ενώ όσοι βρεθούν εκτός εργασίας παραμένουν άνεργοι (έξι στους δέκα) για διάστημα άνω των δύο ετών.
Την εικόνα αυτή των κατοίκων της Αττικής, ύστερα από οκτώ χρόνια οικονομικής κρίσης, καταγράφει έρευνα της εταιρείας MARC που έγινε για λογαριασμό της Περιφέρειας Αττικής και του Εργατικού Κέντρου Αθήνας την περίοδο από 22 Νοεμβρίου έως 15 Δεκεμβρίου 2017.
Ραγδαία επιδείνωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας, με έξαρση της μερικής απασχόλησης (57% των νέων προσλήψεων) και ισχυρή τάση απορρύθμισης των εργασιακών σχέσεων ανέδειξαν τα στοιχεία της έρευνας, αφού πάνω από τις μισές προσλήψεις του τελευταίου χρόνου έγιναν με καθεστώς μερικής απασχόλησης. Το 32% (ένας στους τρεις) των εργαζομένων αναφέρει πως το αντικείμενο της εργασίας του δεν ανταποκρίνεται στην ειδίκευση ή στο αντικείμενο των σπουδών του. Και το 43% αναγκάζεται να εργάζεται τις Κυριακές, ενώ το 25% των προσλήψεων των τελευταίων ετών δεν έχει πλήρη ασφάλιση.
Απλήρωτοι
Ο μέσος όρος των καθαρών μηνιαίων αποδοχών ανέρχεται στα 806 ευρώ. Τις χαμηλότερες αποδοχές έχουν οι γυναίκες και οι νέοι. Ενας στους πέντε εργαζομένους πληρώνεται με μισθό κάτω των 500 ευρώ. Οι εργαζόμενοι κάτω των 35 ετών πληρώνονται με μισθό κάτω των 500 ευρώ σε ποσοστό 31,5%, ενώ όσοι προσλήφθηκαν τους τελευταίους 12 μήνες δηλώνουν πως έχουν μισθό κάτω των 500 ευρώ σε ποσοστό 42,1%, γεγονός που καταδεικνύει τη σαφή και συνεχή τάση μείωσης των αποδοχών. Το 35% των εργαζομένων δήλωσε πως για τις τυχόν υπερωρίες εκτός του συμφωνημένου ωραρίου δεν πληρώνεται επιπλέον, ενώ το 42,5% των εργαζομένων αναφέρει προβλήματα στην τακτική καταβολή του μισθού του. Ο συνηθέστερος χρόνος καθυστέρησης είναι ο ένας μήνας.
Εξι στους δέκα που συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσαν πως παραμένουν σε καθεστώς ανεργίας περισσότερο από δύο χρόνια, ενώ το επίδομα λαμβάνει μόνο ένας στους δέκα ανέργους.
Η κατάσταση αυτή έχει οδηγήσει τα νοικοκυριά σε αδυναμία κάλυψης λογαριασμών. Ενα στα δύο αντιμετωπίζει δυσκολίες στην έγκαιρη εξόφληση λογαριασμών ρεύματος, τηλεφώνου, νερού, κοινοχρήστων ή ενοικίου. Το 43% δήλωσε πως δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να εξασφαλίσει ικανοποιητική θέρμανση στο σπίτι του. Αδυναμία εξασφάλισης ικανοποιητικής θέρμανσης ανέφεραν το 60% των ανέργων και το 34% των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα.